«Θυμούμαι μια μέρα δεν είχαμε να φάμε… Η μάνα μου εφκήκε και μάζεψε χόρτα»

Η ζωή δεν του τα 'φερε εύκολα… Μεγάλωσε στη φτώχεια και βίωσε την προσφυγιά στο πετσί του. Όμως, παρά τις δυσκολίες που βρέθηκαν στον δρόμο του, δεν τα έβαλε κάτω και παρόλο που φοίτησε μέχρι το Δημοτικό, κατάφερε να γίνει ένας από τους πιο γνωστούς λαϊκούς ποιητές της Κύπρου, μετρώντας μάλιστα μέχρι σήμερα, εννέα ποιητικές συλλογές. 

Ο λόγος για τον Χαμπή Αχνιώτη, από την κατεχόμενη Άχνα, ο οποίος εδώ και χρόνια κατοικεί στο Ζύγι. Ο 73χρονος λαϊκός ποιητής, μίλησε στον REPORTER για τα τα εμπόδια που αντιμετώπισε όταν ήταν παιδί, για τις δύσκολες μέρες της εισβολής καθώς και για την αγάπη του για την λαϊκή ποίηση, που συνεχίζει να υπηρετεί μέχρι σήμερα.

Ξεκινά να διηγείται την ιστορία του, από τα παιδικά του χρόνια στην Άχνα. Ήταν το μικρότερο παιδί επταμελούς οικογένειας, που ζούσε με πολλές στερήσεις. «Ζούσαμε πολλά φτωχικά. Θυμούμαι μια μέρα που δεν είχαμε να φάμε και η μάνα μου έπιασε μια σακούλα εφκήκε στους αγρούς και μάζεψε μερικά χόρτα και τα έφερε». Από πολύ μικρή ηλικία ο κ Χαμπής, παράλληλα με το σχολείο αναγκάστηκε να δουλέψει, για να βοηθήσει την οικογένεια του. «Εργάζομαι από το δημοτικό, εσχολάνναμε, αφήναμε την βαλίτσα σπίτι και πηγαίναμε στο χωράφι».

Άρχισε με την ποίηση από τα εφηβικά του χρόνια, «έγραφα πολλά ποιήματα, τα οποία δεν κρατούσα γιατί δεν πίστευα ποτέ πως θα ακολουθήσω τον δρόμο της ποίησης. Το έναυσμα για να ξεκινήσω να βλέπω πιο σοβαρά την ποίηση και να φυλάω το υλικό μου, ήταν το 1972 όταν σε ένα διαγωνισμό ποίησης που διοργάνωνε τότε το ΡΙΚ, έλαβα μέρος. Στον συγκεκριμένο διαγωνισμό, έστειλαν ποιήματα από όλη την Κύπρο, ένα από τα τρία καλύτερα ήταν το δικό μου και μπήκε τότε η ιδέα ότι όντως είμαι καλός».

«Άλλαξε την ζωή μου, αναποδογυρίστηκαν τα πάντα»

Τα χρόνια της εισβολής, όπως και κάθε πρόσφυγα, στιγμάτισαν την ζωή του. «Η εισβολή άλλαξε την ζωή μου, αναποδογυρίστηκαν τα πάντα», λέει και θυμάται την αγωνία που έζησε μέχρι να επανασυνδεθεί με τη γυναίκα και τα δύο του παιδιά. «Όταν έγινε η εισβολή εγώ ήμουν στον στρατό, εν εμπορούσα να φύω, ενώ την ίδια ώρα είχα την έννοια πού ήταν η οικογένεια μου».

Όταν μετά από μέρες, επανασυνδέθηκε με την οικογένεια του, άρχισαν να πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο, για να ξανακτίσουν τη ζωή τους. Λίγες μέρες μετά την εισβολή μαζί με τη γυναίκα του αποφάσισαν να επιστρέψουν στην Άχνα για να πάρουν λίγα πράγματα από το σπίτι τους. «Ήταν ριψοκίνδυνες ενέργειες τις οποίες αποφάσιζε το νεαρό της ηλικίας μου, γιατί αν γινόταν τώρα, σίγουρα δεν θα δρούσα με τον ίδιο τρόπο. Τόλμησα και πήγα στην Άχνα με την γυναίκα μου, αφήσαμε τα μωρά να τζοιμούνται νύχτα, μπήκαμε στο χωριό για να φέρουμε είδη πρώτης ανάγκης, ρισκάροντας να μας πιάσουν οι Τούρκοι και να μείνουν τα παιδιά μόνα τους. Ευτυχώς γλυτώσαμε εκείνη την νύχτα, δεν μας επήραν χαπάρι. Φυσικά στην συνέχει πήγα μόνος μου άλλες δύο φορές για να μαζέψω κάποια πράγματα από το σπίτι μου και όταν το σκέφτουμαι με τον νου που έχω σήμερα λέω αποκλείεται να πήγαινα. Τότε έπραττα χωρίς να λαμβάνω υπόψη μου τους κινδύνους».

Η οικογένεια του Χαμπή Αχνιώτη, μετά την προσφυγιά μεταφέρθηκε στο Δασάκι Άχνας για λίγες μέρες, μετά για δέκα μέρες στα Καμπιά και μετά πίσω στο Δασάκι. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν για δύο χρόνια στο Μαρώνι, για εφτά χρόνια στο Μαρί και από το 1980 μέχρι σήμερα κατοικούν στο Ζύγι. «Φυσικά και επηρέασε την ζωή μου, μέχρι που με τα χρόνια ξανά δραστηριοποιηθήκαμε στην προσφυγιά», λέει.

 

Η αγάπη για την ποίηση

Η ποίηση μπήκε για τα καλά στη ζωή του όταν άρχισε να λαμβάνει μέρος σε διαγωνισμούς. 

«Άρχισα να πηγαίνω σε διάφορους διαγωνισμούς, όπως αυτόν του Κατακλυσμού στην Λάρνακα και έτσι χωρίς να το καταλάβω μπήκα στην ποίηση, αποκτούσα εμπειρία και άρχισα να βελτιώνομαι συνεχώς. Σε διαγωνισμό του Κατακλυσμού στα τσιατίσματα, από την πρώτη φορά που έλαβα μέρος πήρα δεύτερο βραβείο.

Να αναφέρω ότι για αρκετά χρόνια, ήμουν συνεργάτης του ΡΙΚ, έγραφα κυπριώτικο σκετς που μεταδίδει το πρώτο πρόγραμμα κάθε Κυριακή και βραβεύτηκα αρκετές φορές με πρώτο και δεύτερο βραβείο. Έχω γράψει και θεατρικά έργα, ένα μάλιστα το ανέβασα στο Λονδίνο και πήγα και στην πρεμιέρα».

Το πραγματικό μου όνομα, είναι Χαμπής Χρυσοστόμου, το Αχνιώτης καθιερώθηκε τυχαία όταν μια μέρα ένας από τους εκφωνητές με παρουσίασε στον κόσμο ως Χαμπή Αχνιώτη. Εγώ είπα κανονικά το ποίημα μου και άκουγα τους ακροατές να λένε "πολύ ωραίο το ποίημα του Αχνιώτη", "αφιερώνω στον Αχνιώτη" κτλ. Τότε και εγώ την επόμενη φορά είπα είμαι ο Χαμπής ο Αχνιώτης, και εν τέλει καθιερώθηκε».

Μέσα από τις δυσκολίες που πέρασε, αποτυπώθηκαν μνήμες οι οποίες επηρέασαν τη θεματολογία του έργου του. «Τον τρόπο που γράφω τον επηρέασε όχι μόνο η παιδική μου ζωή αλλά όλη μου η ζωή. Τα περισσότερα θέματα μου είναι από τη ζωή του χωριού και τη φτώχεια.  Φυσικά, η θεματολογία των ποιημάτων μου είναι αρκετά πλούσια, αφού έχω γράψει κοινωνικά, έχω γράψει για την Κύπρο, θρησκευτικά, σατιρικά και γενικά έχω ασχοληθεί με πολλά θέματα και στα βιβλία μου τα έχω χωρίσει σε ενότητες

Συνήθως οι ποιητές στην ζωή τους εκδίδουν τουλάχιστον ένα βιβλίο που δεν πουλιέται και όσα μείνουν, τα χαρίζουν στον κόσμο. Εγώ είμαι ευτυχής διότι τα βιβλία μου γίνονται ανάρπαστα. Για να εκδώσεις μεγάλες ποιητικές συλλογές με παχύ εξώφυλλο των 300 σελίδων στοιχίζει πολλά λεφτά.  Είναι αυτονόητο πως αν δεν πουληθεί το προηγούμενο βιβλίο δεν θα εκδώσεις δεύτερο».

Το μέλλον της λαϊκής ποίησης

Αυτό που απασχολεί τους λαϊκούς ποιητές είναι κατά πόσον η γενιά τους θα είναι η τελευταία που θα ασχολείται με την λαϊκή ποίηση ή αν η νέα γενιά θα ακολουθήσει τον δρόμο που αυτοί χάραξαν. «Τα τελευταία πέντε χρόνια πολλοί νέοι ασχολούνται και λαμβάνουν μέρος σε εκδηλώσεις. Βλέπουμε αρκετούς νεαρούς με ταλέντο, να λαμβάνουν μέρος σε διαγωνισμούς όπως για παράδειγμα τον διαγωνισμό του Κατακλυσμού. Είμαι στην κριτική επιτροπή του διαγωνισμού και βλέπω νέους να δείχνουν ενδιαφέρον και αυτό είναι ενθαρρυντικό γιατί η κυπριακή λαϊκή ποίηση συνεχίζεται.

Λόγω του κορωνοϊού ήταν δύσκολο επειδή εμπόδισε εκδηλώσεις και χοροεσπερίδες που λαμβάνουν μέρος και για να είμαστε ειλικρινείς ο ποιητής όταν λαμβάνει μέρος στις εκδηλώσεις, παίρνει σχόλια κολακευτικά παίρνει και θάρρος για να γράψει ξανά».

«Δεν υπάρχει επάγγελμα ποιητής»

Δυστυχώς οι λαϊκοί ποιητές στην Κύπρο, δεν μπορούν να ζήσουν μόνο μέσα από την ποίηση γι’ αυτό και ο κάθε ένας έχει το κύριο του επάγγελμα και παράλληλα γράφει. «Για χρόνια εργαζόμουν ως ηλεκτρολόγος στο τσιμεντοποιείο Βασιλικού και παράλληλα έγραφα τα ποιήματα μου, μέχρι που αφυπηρέτησα. Δεν υπάρχει επάγγελμα ποιητής, ποιητές που ασχολούνταν και ζούσαν μόνο από τα ποιήματα, ήταν αυτοί της περασμένης γενιάς από την δική μου οι οποίοι έβγαζαν τις φυλλάδες, ένα είδος μακροσκελών ποιημάτων τα οποία έπαιζαν τον ρόλο της εφημερίδας και τα πουλούσαν σε διάφορα χωριά της Κύπρου. Παρόλα αυτά είμαι ευχαριστημένος και με τις δύο ασχολίες, καθώς η ηλεκτρολογία και η ποίηση με ενδιέφεραν εξίσου πολύ χωρίς να αναγκαστώ να διαλέξω ένα από τα δύο».

«Το αμμάτι της Μαρικκούς»

Μετά από την συγγραφή τόσων ποιημάτων, είναι επόμενο να μην μπορεί να ξεχωρίσει ένα από αυτά. Δεν διστάζει όμως να αναφέρει ποιο από τα ποιήματα του, είναι αυτό που αγκάλιασε περισσότερο ο κόσμος. «Το πιο αγαπητό στον κόσμο είναι το αμμάτι της Μαρικκούς, το οποίο έγινε και τραγούδι και το ακούμε τακτικά στα ραδιόφωνα. Συνήθως όποιος έρχεται να αγοράσει βιβλίο με ρωτά εάν είναι μέσα».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Στους 30 βαθμούς η θερμοκρασία-Παραμένει η σκόνη στην ατμόσφαιρα
Αναμένουν να δουν στην πράξη την εργοδότηση αλλοδαπών οι επιχειρήσεις-«Μύθος» για φθηνή λύση
Ένα βήμα πριν το «record» στα σχολεία υψηλού κινδύνου-Σε επαγρύπνηση οι φρουροί για τις λαμπρατζιές
Εγκρίθηκε από τη Βουλή σχέδιο ψηφίσματος για δικαίωμα στο καθαρό περιβάλλον
Πράσινο Βουλής για νέες κατηγορίες δανείων από τον Κεντρικό Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών
Εγκρίθηκαν τροποποιητικοί νόμοι για ρυθμίσεις στην καταβολή διαφόρων επιδομάτων
Ψηφίστηκε πρόταση νόμου για δημοσίευση έκθεσης ελέγχων αγοράς από Υπ. Ενέργειας
Πέρασαν από την Ολομέλεια οι νέοι κανονισμοί των Δημοτικών-Ικανοποίηση ΥΠΑΝ, όσα αλλάζουν
Πράσινο Βουλής για χρονική παράταση χρηματοδότησης ελλειμμάτων ΟΚΥπΥ
Θλίψη Υφ. Πολιτισμού για τον θάνατο του Πέτρου Στυλιανού