«Ήμουν εννιά μηνών, εν μου είπαν ότι σκοτώθηκε… Εκαρτερούσαμεν τον στα σκαλιά»

«Εν τα έβαλα ποττέ κάτω, εν ήθελα να στερούνται τα μωρά μου. Εν είπα ποττέ, “εν μπορώ”. Έλεα θα το κάμω. Άμαν είμαι άρρωστη σηκώνουμαι και πιάνω τη σκούπα και τον φλόκκο. Εν θα μείνω στο κρεβάτι. Εν ξέρω αν κάποτε τα βάλω κάτω… Εν να τα βάλω, αλλά όσο μπορώ, θα συνεχίζω…», λέει.

Με αυτό τον τρόπο κατάφερε να μεγαλώσει τα πέντε της παιδιά… Ένα εγχείρημα διόλου εύκολο για μια γυναίκα, που θρηνούσε τον χαμό του άντρα της, που γέννησε το τελευταίο της παιδί τρεις ημέρες μετά το θάνατό του και που δεν είχε βγει ποτέ ξανά στην αγορά εργασίας. Το πείσμα της όμως και η αγάπη της για τα παιδιά της, στα οποία αφιερώθηκε εξολοκλήρου, την έκαναν να τα καταφέρει.

Η Ελλού Ανδρέου από την κατεχόμενη Μακράσυκα, 79 χρόνων κάτοικος του προσφυγικού συνοικισμού Τσιακκιλερού στη Λάρνακα, είναι μία από τις ηρωίδες μάνες που βίωσαν το πιο σκληρό πρόσωπο του πολέμου και της προσφυγιάς. Ο σύζυγός της Γιώργος Ανδρέου, δολοφονήθηκε σε ηλικία 32 χρόνων, από τους Τούρκους στις 20 Ιουλίου στα Κούκλια Αμμοχώστου.

Ο Γιώργος ήταν η μία και μοναδική της αγάπη. Γνωρίστηκαν στη Μακράσυκα, ερωτεύτηκαν και παντρέυτηκαν το 1961. Έζησαν μαζί εννιά ευτυχισμένα χρόνια. 

«Εν επαντευτήκαμεν με προξένια, εθέλαμεν ο ένας τον άλλο. Οι γονιοί μας εν ήταν αυστηροί. Εκείνον που θέλαμε ούλλοι μας επέρναμεν τον. Εγώ είχα ακόμα οκτώ αδέρφια, οι γονείς μας είχαν περβόλια. Εν ήταν πλούσιοι, αλλά εν μας έλειψε τίποτε. Με το Γιώργο, εκάμαμεν πέντε παιδκιά, ήμουν έγκυος εννιά μηνών στην εισβολή.

Εκτίσαμε το σπίτι μας, είχαμε τζιαι λία χωράφια, τζιαι έπιασε τζιαι ένα φορτηγό. Επερνούσαμε καλά. Εν εστερηθήκαμεν τίποτε. Εν έφευκε ποττέ που το σπίτι τζιαι να μην μας αφήκει λεφτά πάνω που το ψυγείο. 

Ήμασταν μαζί εννιά χρόνια. Επερνούσαμεν πολλά καλά, ήταν πολλά καλός άνθρωπος. Ούτε εθύμωνε, ούτε εμαλλώναμεν».

Το ζευγάρι είχε αποκτήσει τέσσερα παιδιά με ένα χρόνο διαφορά, το ένα από το άλλο. Ετοιμάζονταν να υποδεχθούν το πέμπτο τους όταν η τραγωδία κτύπησε την πόρτα τους. Ήταν 20 Ιουλίου του 1974…

«Την ημέρα που έγινε ο πόλεμος, ήρθε που τη δουλειά και τον κάλεσαν να πάει. Εφόρεσεν τα στρατιωτικά του τζιαι είπε μας, ότι ήταν να πάει στην Τύμπου. Όμως τελικά επήραν τους στα Κούκλια. Εκεί εσκοτώθηκε μαζί με δύο άλλους, αλλά ήβραν τους όταν έγινε εκεχειρία. Είπαν μας ότι ήταν χωσμένοι πίσω από ένα τεπόζιτο και επαίξαν τους».

«Επεριμέναμεν τον στα σκαλιά να έρτει»

Τα κακά μαντάτα μαθεύτηκαν στο χωριό, ωστόσο στην ίδια δεν είπαν τίποτα λόγω της προχωρημένης εγκυμοσύνης της.  

«Εγώ εν το ήξερα. Εβάλαν τους μέσα σε ένα αυτοκίνητο και ερέξαν τους που το χωρκό. Εσταματήσαν στον καφενέ, που ήταν του παπά μου και είδεν τον, αλλά εν μου είπε τίποτε. Εμείς εκάτσαμεν με τα μωρά στο κατώφλι του σπιτιού, πας στα σκαλιά τζιαι επεριμέναμεν τον να έρτει. Εθώρουν έναν έρκετουν, εθωρουν άλλον έρκετουν, ο Γιώργος εν ερκετουν...

Επέρασεν ένας κουμπάρος μας και ερώτησά τον, “πού είναι o Γιωρκάτζης, γιατί εν ήρτεν ακόμα;”. Λαλεί μου, “εν να ‘ρτει”. Εν μου είπε ότι ήταν σκοτωμένος. Επήραν τον στο Βαρώσι και εθάψαν τον, επειδή ήταν πολλοί οι πεθαμένοι μες το αυτοκίνητο. Εγώ εν είχα ιδέα…

Ήταν οι μέρες μου να γεννήσω και κάποιος ήρτεν και είπεν μου, να πάω στο γιατρό για να μου βάλει μια ένεση. Του είπα “εν έχω τίποτε, γιατί να μου βάλει ένεση”.  Μετά όμως, ετηλεφώνησεν μου ο γιατρός τζιαι είπε μου ότι έπρεπε να τη βάλω. Επήα στο Βαρώσι… Ο γιατρός είπεν μου ότι πληγώθηκε ο άντρας μου και ότι μπορεί να τον επήραν Ελλάδα. Εν μου είπε ότι ήταν σκοτωμένος.

Άφηκεν με μες το νοσοκομείο, επειδή έπρεπε να γεννήσω. Μετά εφέραν με Λάρνακα με την άμπουλα. Ερκούνταν να με δουν, αλλά εν εφόρεν κανένας μαύρα τζιαι εν το κατάλαβα.. Εγέννησα τον Γιώργο μου, στις 23 του Ιούλη.

Μάνα μου, μάνα μου τζιαι την ώρα που εγέννησα ήρτεν αεροπλάνο…. Ενόμισα ήταν μέσα και επετάκτηκα πάνω. Ελαλούσαν ότι ήταν να έρτει έναν αεροπλάνο με πληγωμένους. Είπαν μου τελικά ότι εν ήταν μέσα…».

«Είπεν μου το ο παπάς μου»

«Μετά που λίες μέρες που γέννησα, είπαν μου το. Είπεν μου το ο παπάς μου. Είπεν μου “αν έπαθεν κάτι, εμείς είμαστε δίπλα σου, εν να μεγαλώσουμε τα μωρά”. Όταν μου είπε έτσι εκατάλαβά το. Λαλώ του, “πε μου την αλήθκεια”. Είπεν μου το. Έκλαια… Έκλαια…».

Η συνέχεια ήταν πολύ δύσκολη για την κα. Ελλού, αφού έπρεπε να βρει κάπου να μείνουν με το βρέφος και τα άλλα τέσσερα παιδιά της. Στους προσφυγικούς καταυλισμούς, είχαν τότε τελειώσει οι σκηνές.   

«Ύστερα ετράβησα δυσκολίες, εγώ…  Εμείς εν είχαμε τσιατίρι, να τρυπώσουμεν μέσα. Επήαμεν στην Ορμήδκεια και εμπήκαμε σε ένα σπίτι που εκτίζετουν. Έμεινα τρεις ημέρες και τελικά εδώκαν μας ένα τσιατίρι, αλλά που τα μικρά, τα βένετα. Που την πρώτη μέρα, επήρεν το ο άερας. Εγώ με το μωρό, τωρά το μιτσίν... Μάνα μου, το πρόσωπό του εγέμωνεν λυμπούρκα. Ήταν ούλλα τα μωρά μιτσιά. Ο Δημητράκης μου ήταν εννιά χρονών, η Κατίνα μου ήταν οκτώ, ο Άντρος μου ήταν εφτά και η Λίζα μου έξι. Εμήνισκαμεν μόνοι μας, αλλά ήρθε ο αδερφός μου και εμηνίσκε μαζί μας τζιαι εν εφοούμαστεν. Ήταν ευτυχώς καλά πλάσματα τζιαι οι γειτόνοι μας».

«Εν έκλαια μπροστά στα μωρά»

Έμειναν στοιβαγμένοι για αρκετό διάστημα στο μικρό τσαντίρι, μέχρι που έφυγε ένας γείτονάς και μπόρεσαν να μπουν σε μεγαλύτερη σκηνή.

«Το μωρό έλουνα το μες τη σίκλα. Μια κοπέλα, η Ρεβέκκα που την Ορμήδκεια, που το σπίτι της ήταν απέναντι που τα τσιατίρκα, έρκετουν και έλεεν μου “έλα σπίτι μου να κάμεις μπάνιο τζιαι να λούσεις το μωρό”.  Εβοήθησεν με. Εγώ εν επήα, έκαμνα μπάνιο μες τα δεντρά. Όμως το μωρό έπιαννεν το και έκαμνεν το μπάνιο. Που ήρτα που το νοσοκομείο, έκαμεν μου τζιαι πεζουνούι με το ρύζι. Εν ήταν πρόσφυγας, αλλά εβοήθησε με. Εν τη ήξερα που παλιά.

Τον άντρα μου εσκέφτουμουν τον συνέχεια. Έκλαια, αλλά ποττέ μπροστά στα μωρά. Έκλαια πίσω τους. Παραπάνω έκλαια τες νύκτες που ετζοιμούνταν. Το μαξιλάρι μου ήταν βρεμένο.

Τα μωρά εξέραν πριν που μένα, ότι επέθανε ο παπάς τους. Ο ένας επήεν τζιαι στην ταφή του, όταν τον εφέραν Μακράσυκα. Έπιασε άδεια ένας χωρκανός μας και εφέραν τον στο χωρκό.  Όταν με επήραν νοσοκομείο, επρόσεχεν τα η γειτόνισσα τα μωρά. Τα δύο μωρά, ο Δημητράκης και ο Άντρος μου, επετακτήκαν που το σιμιντίρι και επήαν κοιμητήριο. Ακόμα θυμούνται την κηδεία.

Τα μωρά ερωτούσαν για τον παπά τους. Ήταν όμως συνέχεια μαζί μας ο αδερφός μου ο Κοκής και ο άντρας της αδερφής μου ο Κυριάκος, που μας εστάθηκε πολλά. Πολλές φορές του Κυριάκου, εφώναζαν του παπά».

«Έπιασα δουλειά στην κλινική του Τέλλου»

«Εμείναμεν στο άσπρο το τσιατίρι, σχεδόν τρία χρόνια. Μετά ήρταμεν στον συνοικισμό και εδώκαν μου ένα μονάρι. Ήμασταν έξι άτομα και είχαμε ένα υπνοδωμάτιο. Μετά εκτίσαμεν μια κάμαρη και μετά άρχισα να τους παντρεύκω.

Όταν ήρταμεν στο συνοικισμό, έπιασα δουλειά στην κλινική του Τέλλου στη Λάρνακα. Εμαείρευκα τζιαι έμεινα τζιαμέ τριάντα χρόνια. Τα μωρά επηέναν σχολείο τζιαι εγώ ως η ώρα δύο, έρκουμουν σπίτι. Άφηνε με τζιαι έφευκα, εβοηθήσε με, εν έχω παράπονο. Ήταν δύσκολα, αλλά επεράσαμεν. Εψούμνιζα και επλήρωνα με το μήνα. Μόλις επληρώνουμουν, πλήρωνα το μπακάλικο. Εδυσκολέυτηκα, αλλά εν άφηκα στερημένα τα μωρά μου. Εν τους άφηκα στερημένους…

Η οικογένεια της κα. Ελλούς, μεγάλωσε στο πέρασμα των χρόνων. Έχει πλέον δεκαπέντε εγγόνια και δέκα δισέγγονα. «Είμαι ευχαριστημένη που έρκουνται τα παιδκιά μου να με δουν. Εν μηνίσκει μέρα που να μεν έρτουν να με δουν ή να πιάσουν τηλέφωνο να δουν τι κάμνω.  Εν έχω κανένα παράπονο. Τα τρία παιδκιά μου εν Αστυνομικοί, η Κατίνα δουλεύκει με παιδιά με ειδικές ανάγκες και η Λίζα είναι σε μια ασφαλιστική εταιρεία».

-Σκέφτεσαι το πώς θα ήταν η ζωή σου εάν ζούσε ο άντρας σου;

Σίγουρα σκέφτουμαι το. Ήταν να ήταν καλή η ζωή μου. Ήταν καλός άνθρωπος. Τη νύκτα που είμαι μόνη μου σκέφτουμαι τα ούλα. Έρκουνται μες το νου μου. Έρκεται μες τον νου μου ο άντρας μου. Θυμούμαι τα ούλλα που περάσαμεν. Πάντα θα τον σκέφτουμαι.

-Εν σκέφτηκες ποτέ να ξαναφτιάξεις τη ζωή σου;

Ποττέ. Είπαν μου να παντρευτώ, αλλά είπα όχι. Το έκαμα και για τα παιδκιά μου. Μπορούσε να ήταν κάποιος, που να μην ήθελε τα παιδκιά μου. Εν ήθελα ούτε για το Γιώργο. Εν ήρτεν ποττέ στο νου μου, να παντρευτώ άλλον άντρα.

Αυτή είναι η ιστορία της Ελλούς Ανδρέου από την κατεχόμενη Μακράσυκα… Μιας καλοσυνάτης μάνας που δεν έπαψε στιγμή να παλεύει για τα παιδιά της. Μιας γυναίκας πρότυπο που δεν είπε ποτέ “δεν μπορώ”….

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Βροχή και καταιγίδα στο μενού του καιρού-Στους 26 βαθμούς Κελσίου η θερμοκρασία
Το προεκλογικό προφίλ του ΔΗΣΥ-Η μεσαία τάξη, η ευρωπαϊκή ταυτότητα και η «υπεύθυνη αντιπολίτευση»
Όταν οι φιλίες και οι συγγένειες συναντούν τα high politics
Ένορκες δηλώσεις πολιτών για τις €807.000 στον μονάχο-Ολοκληρώθηκαν δύο από τις διερευνώμενες υποθέσεις
Ενισχυτικά μαθήματα εκμάθησης Ελληνικών χρειάζονται 1100 παιδιά στην εκπαίδευση
Αρχές του 2025 η ψηφιοποίηση των αιτήσεων φοιτητικής μέριμνας-Το χρονοδιάγραμμα του ΥΠΟΙΚ
Γυναίκα φυλακίστηκε επειδή τηλεφώνησε στην Άμεση Δράση περισσότερες από 2.000 φορές
Τέσσερις οι νεκροί από την πλημμύρα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα-Επιμένουν τα προβλήματα στο Ντουμπάι
BINTEO: Άνδρας αυτοπυρπολήθηκε έξω από το δικαστήριο του Τραμπ
Επανέρχεται με επιστολή προς Υφ. Πρόνοιας για το Πασχαλινό Επίδομα η ΕΚΥΣΥ