Σοβαρό και ταυτόχρονα ανησυχητικό ζήτημα ασφάλειας για εκατοντάδες παιδιά που μεταφέρονται καθημερινά από λεωφορεία ιδιωτικών φροντιστηρίων, νηπιαγωγείων, παιδοκομικών σταθμών αλλά και σχολών πολεμικών τεχνών, τέθηκε ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Μεταφορών. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για οχήματα που μεταφέρουν ανήλικους μαθητές σε καθημερινή βάση, δεν φέρουν καμία ειδική σήμανση ή χαρακτηριστικό χρώμα που να υποδεικνύει τη φύση του δρομολογίου τους. Ως αποτέλεσμα, οι υπόλοιποι οδηγοί δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν έγκαιρα ότι πρόκειται για λεωφορεία που μεταφέρουν παιδιά και να επιδείξουν την απαιτούμενη προσοχή, ειδικά κατά τη διάρκεια της επιβίβασης και αποβίβασης των μαθητών.
Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο την οδική ασφάλεια, αλλά θίγει ευρύτερα ζητήματα που σχετίζονται με την υπευθυνότητα των ιδιωτικών φορέων μεταφοράς και τη λήψη προληπτικών μέτρων που θα μπορούσαν να αποτρέψουν δυσάρεστα περιστατικά. Η έλλειψη ειδικής σήμανσης καθιστά δυσκολότερη την αναγνώριση των λεωφορείων, γεγονός που πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο για τα παιδιά και επιβαρύνει ψυχολογικά τους γονείς, οι οποίοι καθημερινά εμπιστεύονται τα παιδιά τους σε αυτά τα μέσα μεταφοράς. Παράλληλα, δημιουργείται και πρόβλημα εικόνας για τα ίδια τα εκπαιδευτικά ή αθλητικά ιδρύματα, τα οποία θεωρούνται υπεύθυνα για την ασφάλεια των μαθητών και των συμμετεχόντων στις δραστηριότητές τους.
Το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα έπειτα από πρωτοβουλία του βουλευτή του ΔΗΚΟ, Παύλου Μυλωνά, ο οποίος κατέθεσε σχετική πρόταση νόμου. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί στην υποχρεωτική εφαρμογή ειδικής σήμανσης ή χαρακτηριστικού χρώματος στα οχήματα κατηγορίας Μ2 και Μ3, για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια οδικής χρήσης ιδιωτικού λεωφορείου και τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά παιδιών. Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι οι οδηγοί θα αναγνωρίζουν άμεσα τα συγκεκριμένα λεωφορεία και θα επιδεικνύουν μεγαλύτερη προσοχή, ιδιαίτερα στις περιοχές γύρω από σχολεία, φροντιστήρια και αθλητικές εγκαταστάσεις.
Κατά τη συζήτηση του θέματος στην αρμόδια επιτροπή, διαπιστώθηκε ότι σχεδόν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, εκτός από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών, υποστηρίζουν την επιβολή υποχρεωτικής σήμανσης ή χαρακτηριστικού χρώματος. Η εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου θεωρείται ουσιώδης για την πρόληψη ατυχημάτων και την προστασία των παιδιών, ενώ παράλληλα θα συμβάλει στη δημιουργία ενός σαφούς και ομοιογενούς πλαισίου για όλα τα ιδιωτικά λεωφορεία που μεταφέρουν ανηλίκους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Λήψη αυστηρών μέτρων μετά το επεισόδιο με μαθητές σε λεωφορείο στη Λάρνακα-«Έγιναν και άλλα περιστατικά με τους ίδιους»
Η στάση του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, ωστόσο, επικεντρώνεται κυρίως στο οικονομικό κόστος που θα κληθούν να επωμιστούν οι ιδιοκτήτες των λεωφορείων, τόσο για τη διαμόρφωση των οχημάτων όσο και για πιθανή μείωση της αξίας τους σε περίπτωση μεταπώλησης. Παρά τη δικαιολογημένη αυτή ανησυχία, τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής εξέφρασαν τον προβληματισμό τους, σημειώνοντας ότι η ασφάλεια των παιδιών δεν μπορεί να τίθεται σε δεύτερη μοίρα λόγω οικονομικών παραμέτρων.
Ο εκνευρισμός των βουλευτών ήταν εμφανής, με τον κ. Μυλωνά να ζητά άμεση επανασύγκληση της Επιτροπής για περαιτέρω συζήτηση και εξεύρεση λύσεων, με κύριο στόχο την προστασία των παιδιών και την ταυτόχρονη ικανοποίηση των ιδιοκτητών των λεωφορείων. Οι βουλευτές τόνισαν ότι απαιτείται συντονισμένη προσπάθεια, ώστε να υιοθετηθούν μέτρα που θα εξασφαλίζουν την οδική ασφάλεια χωρίς να προκαλούν αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση στους εμπλεκόμενους φορείς.
Ο εισηγητής της πρότασης νόμου, Παύλος Μυλωνάς, υπενθύμισε ότι το θέμα είχε τεθεί και στην προηγούμενη κοινοβουλευτική του θητεία, ωστόσο παρέμεινε ανενεργό λόγω των αντιρρήσεων για το κόστος εφαρμογής. «Η πρόταση νόμου είχε τεθεί ξανά από τον ίδιο στην προηγούμενη μου θητεία», ανέφερε, «αλλά έμεινε στον πάγο αφού έλαβα επιστολή από αρμόδιο φορέα ότι λόγω κόστους προς τους ιδιοκτήτες των συγκεκριμένων λεωφορείων, δεν μπορούσε να προχωρήσει. Στόχος της πρότασης τότε ήταν ο προβληματισμός, αφού διαπιστώθηκε έλλειψη διάθεσης εδώ και χρόνια. Αν βάλουμε τη λογική μπροστά, στόχος πρέπει να είναι η ασφάλεια των παιδιών».
Ο κ. Μυλωνάς επεσήμανε ακόμη ότι «τα λεωφορεία στην Κύπρο είτε αφορούν ιδιωτικά φροντιστήρια είτε δραστηριότητες πολεμικών τεχνών, είναι χωρίς ταυτότητα ή κάτι να τα ξεχωρίζει. Πολλές φορές ξεθωριάζουν τα στοιχεία τους, και πλέον τίθενται θέματα ασφάλειας αφού κινούνται καθημερινά στους δρόμους. Κατεβαίνουν τα παιδιά από αυτά τα λεωφορεία και θα πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένο χρώμα ή σήμανση που να προειδοποιεί τους οδηγούς να είναι πιο προσεκτικοί. Θα έπρεπε η Πολιτεία να δώσει αντισταθμιστικά οφέλη, είτε μέσω φορολογικών κινήτρων είτε άλλων μέτρων, ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των ιδιοκτητών και να υπάρξει αποτέλεσμα που θα προσφέρει ασφάλεια στα παιδιά μας και ομοιομορφία».
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, Αντώνης Σιαμμάς, διευκρίνισε ότι η πρόταση νόμου αφορά αποκλειστικά «τα ιδιωτικά λεωφορεία στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια οδικής χρήσης από την Αρχή Αδειών». Εξήγησε ότι «πρόκειται για περίπου 170 λεωφορεία παγκύπρια, τα οποία χρησιμοποιούνται για να μεταφέρουν παιδιά και ενήλικες για σκοπούς της επιχείρησης. Έχουν χορηγηθεί άδειες σε νηπιαγωγεία, παιδοκομικούς σταθμούς, ιδιωτικά φροντιστήρια, ιδιωτικά σχολεία, εταιρείες για μεταφορά του προσωπικού τους, αθλητικά σωματεία, γυμναστήρια, σχολές χορού, πρεσβείες και κοινοτικά συμβούλια. Είναι μόνο για τα απογεύματα».
Ο κ. Σιαμμάς πρόσθεσε ότι «τα λεωφορεία που μεταφέρουν μαζικά τους μαθητές πρωί και μεσημέρι στα σχολεία, τα οποία ανήκουν στις συμβάσεις και στους υπεργολάβους τους, υποχρεωτικά πρέπει να έχουν το ίδιο χρώμα. Υπεργολάβοι τους είναι τα τουριστικά λεωφορεία τα οποία εκτελούν, εκτός από τις μαθητικές μεταφορές, και εκδρομές, μεταφορές τουρισμού και στρατιωτών». Παράλληλα, εξέφρασε τους προβληματισμούς του Τμήματος σχετικά με τις οικονομικές επιβαρύνσεις των ιδιοκτητών, τονίζοντας ότι «η τροποποίηση αυτή θα επηρεάσει οικονομικά πολλούς από αυτούς, καθώς θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε αλλαγές στα οχήματά τους».
Στη διάρκεια της συνεδρίας, εκπρόσωποι των Υπουργείων Παιδείας και Οικονομικών, της Αστυνομίας, της Νομικής Υπηρεσίας, της Ένωσης Δήμων, της Ένωσης Κοινοτήτων, της Παγκύπριας Συνομοσπονδίας Συνδέσμων Γονέων Μέσης Εκπαίδευσης και της Παγκύπριας Συνομοσπονδίας Δημόσιων και Κοινοτικών Νηπιαγωγείων, υποστήριξαν τη θετική τους στάση απέναντι στην πρόταση νόμου και υπογράμμισαν την αναγκαιότητα εφαρμογής της. Τονίστηκε ότι η καθιέρωση κοινής σήμανσης θα βελτιώσει την ορατότητα των λεωφορείων, την ασφάλεια των παιδιών, αλλά και την αξιοπιστία των ιδιωτικών φορέων εκπαίδευσης και αθλητισμού.
Οι φορείς συμφώνησαν ότι η προστασία των παιδιών αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα, ενώ παράλληλα η ομοιομορφία στην αναγνώριση των λεωφορείων θα διευκολύνει την αστυνομία και τις τοπικές αρχές στην παρακολούθηση της ασφαλούς μεταφοράς των μαθητών. Επισημάνθηκε επίσης η ανάγκη αντισταθμιστικών κινήτρων προς τους ιδιοκτήτες, ώστε να υλοποιηθεί η νομοθεσία χωρίς περιττές επιβαρύνσεις, και να διατηρηθεί η λειτουργικότητα των επιχειρήσεων που εξυπηρετούν καθημερινά εκατοντάδες παιδιά.
Τέλος ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Μεταφορών, Μαρίνος Μουσιούττας ανέφερε σε όλους όπως γίνουν οι κατάλληλες διαβουλεύσεις μεταξύ τους και το θέμα να επανέλθει σε ένα μήνα ώστε να μπορέσουν να βρεθούν τρόποι επίλυσης του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Διιστάμενες απόψεις για το νέο δρόμο Στροβόλου-Στο επίκεντρο κυκλοφοριακή αποσυμφόρηση και αρχαία δεξαμενή 200 ετών











