Αγωνιζόμαστε για δεκαετίες, για αιώνες, για το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου. Λεν πως η ελευθερία του λόγου είναι σημαντικό συστατικό της Δημοκρατίας. Είναι ο σεβασμός στην άποψη ενός, με τη διατήρηση της ελευθερίας να την εκφράζει, κάτι το σπουδαίο, ή ίσως είναι μια μεγάλη πλάνη; Πρέπει να ακούω και να σέβομαι τις απόψεις του κάθε βουλευτή, του κάθε δημοσιογράφου, οποιουδήποτε; Ή μπορώ να τους στείλω απ’ εκεί που ήρθαν αν δεν μου αρέσουν αυτά που λένε και με τη σειρά τους όλοι οι άλλοι να με στείλουν να τους βρώ; Γιατί να πρέπει ο κόσμος να ανέχεται τη δική μου άποψη; Ίσως να ήταν καλό ο αγώνας να αλλάξει, για να πνιγούν οι φωνές του κάθε άσχετου και επικίνδυνου;
Η ελευθερία της έκφρασης και ο διάλογος είναι από τα ουσιαστικά θεμέλια της Δημοκρατίας σε μια πολυσχιδή κοινωνία. Αυτό ειπώθηκε χίλιες φορές, διότι η κοινή παραδοχή του ότι αυτό έχει ουσία, το επιτρέπει.
Εγώ σας λαλώ πως το ουσιαστικότερο θεμέλιο, η απόλυτη βάση, του πολιτεύματος που σήμερα αντιλαμβανόμαστε ως Δημοκρατία, είναι το χρήμα. Έχεις λεφτά και είσαι ελάχιστα χαρισματικός, δηλαδή μετριότατος και μετριοπαθής; Θα πας ψηλά, διότι μπορείς να πάρεις όλους τους άλλους πιο κάτω από σένα. Αν έχεις και πειθώ και άλλες ευλογίες, αν ξέρεις και να υποκλίνεσαι βαθιά, ακόμα καλύτερα για σένα. Χωρίς χρήμα όμως, δεν πας πουθενά. Αυτό συνέβαινε μέχρι πρόσφατα και πιστεύω πως συνεχίζει να ισχύει.
Το «ψηλά» και το «χαμηλά» υπάρχουν μόνο όταν υπάρχει κάτι για να κάνεις αυτή τη σύγκριση. Το κοράκι πετά ψηλά, διότι εμείς είμαστε χαμηλά. Και ο αετός ψηλά πετά. Και τότε το κοράκι πετά χαμηλά. Ο Μιτς και η Σι Τζέι (του Μπέιγουοτς / Baywatch) κολυμπούν, κολυμπά και ο καρχαρίας. Όλοι έχουν το δικαίωμα στη θάλασσα, όμως ο καρχαρίας μπορεί να τους μασήσει και κάπου εκεί τελειώνουν όλα για τους δύο φίλους μας. Έχουμε όλοι το δικαίωμα στην έκφραση, όμως το δικαίωμα κάποιων είναι πολύ πιο ισχυρό. Άρα, έχουμε πραγματικά κάποιο δικαίωμα εμείς οι κατά Νόμον «ελεύθεροι»; Μπορούμε να μασήσουμε τον καρχαρία; Ή είμαστε κοράκια, πτωματοφάγοι και μέσα μέσα τρώμε και σκουπίδια; Πάμε μέχρι εκεί που μας ανέχεται ο καρχαρίας και ο αετός. Στην πραγματικότητα, σερνόμαστε.
Να φοβάστε όσους είχαν μέχρι τώρα φωνή και τον χρυσό τηλεβόα να ακούγονται. Να τους φοβάστε, διότι αυτούς επέλεξε το χρήμα, αυτούς διάλεξε το Κεφάλαιο, δεν τους διαλέξαμε εμείς. Στην καλύτερη περίπτωση, αν δεν τους επέλεξε, τους επέτρεψε. Νομίζουμε πως τους ψηφίσαμε Δημοκρατικά. Το ζάρι έχει μέχρι το έξι. Εγώ θέλω εφτά. Ξέχασε το επτά. Μέχρι το έξι. Διάλεξε και παίξε. Διάλεξα το πέντε, έκατσε το πέντε. Κέρδισες! Όμως, όμως, όμως, ήθελα το επτά. Κέρδισα; Εκέρδισες! Και τωρά τι θέλεις; Σιώπα! Μα η ελευθερία του λόγου; Αφού έγινε το δικό σου, γιατί κουγκάς; Μεν σαλαβατάς.
Και έτσι το «δικό τους» γίνεται το «δικό σου». Όλοι κερδίζουν.
Κάποια ζωύφια δεν τα είχαν υπολογίσει οι σπουδαίοι και τα άφησαν να ανεβούν στα ψηλά κλαδιά. Έγιναν εύκολα θηράματα για τα αρπακτικά. Μέχρι που θα παν; Θα τους καταπιούν.
Ένας μιλά, ένας φωνάζει, ένας ακούγεται και δεν αλλάζει τίποτε στο τέλος. Γράφω, κάποιος διαβάζει και δεν περιμένω αλλαγή. Ελπίζω, αλλά η ελπίδα δεν έφερε ποτέ τίποτε από μόνη της.
Με τούτα που έγραψα, δεν φτάνω στο συμπέρασμα πως πρέπει να παραιτηθούμε. Πρέπει να αγωνιστούμε πολύ πιο σκληρά. Όχι για πράματα όπως την «ελευθερία του λόγου», που έχουμε και δεν έχουμε, αλλά για αποτελέσματα. Για απόλυτα πράματα. Για να φθάσουμε στο σημείο όπου ο άνθρωπος θα είναι δυνατότερος από το χρήμα. Μπορούμε;
Θα σας πω ένα πράμα που μου έμεινε στο νου. Στις τελευταίες Δημοτικές Εκλογές εκλέγηκε ένας άνθρωπος που εκτιμώ στο Δημοτικό Συμβούλιο Λευκωσίας. Είχαμε μια συζήτηση πριν λίγες ημέρες, για κάποια κακά, κάποια γελοία και κάποια απαίσια που συμβαίνουν στο Δημοτικό Συμβούλιο. «Βγες έξω και πες τα ανοικτά! Φώναξε τα, γράψε τα, στείλε τα στις εφημερίδες και στα μίντια, έχεις τεκμήρια, έχεις αποδείξεις, δεν γίνεται να ανέχεσαι τούντα πράματα!» Μου απάντησε απλά και όμορφα, κομψά: «Δεν γίνεται.» «Ε, καλά, ο κόσμος γιατί σε ψήφισε; Αν δεν μπορείς να περιορίσεις κάποια πράματα, τουλάχιστον να τους εκθέσεις για να τα ανατρέψεις. Δέσε τα χέρια τους για να μην μας κάνουν κακό.» «Δεν γίνεται.»
Ε, άμαν δεν γίνεται, δεν γίνεται. Φοβάται την περιθωριοποίηση από τους περιθωριακούς. Λίγοι μήνες έμειναν μέχρι τις επόμενες εκλογές. Εγώ δεν ξέρω ποιον ή ποιους να ψηφίσω. Πλάσματα που ήταν κοντά μου με έχουν απογοητεύσει τρομερά. Άλλοι, που ευχαριστώ τον Θεό που τους έχει καλά και τους κρατεί μακριά μου, δεν σταματούν να μιλούν για τα κατορθώματά τους, ακόμα και για πράματα που δεν έχουν κάνει ακόμα αλλά προσπαθούν να μας πείσουν πως θα τα κάνουν για μας. Έργα, έργα, έργα! Μάλιστα κύριε! Κάνουμε έργο εδώ, δεν παίζουμε. Καλά, δεν βλάπτει να σιωπήσουν και να μας αφήσουν να δούμε και να ζήσουμε με την ησυχία μας αυτά που τάχα έκαναν.
Φοβάμαι πως το μέλλον θα είναι χειρότερο. Ξέρω μόνο πως δεν θέλω να σεβαστώ την άποψη όσων με ταλαιπωρούν, ούτε ανέχομαι να τους ακούσω, ούτε να συζητήσω μαζί τους αντέχω. Θέλω να σβήσει η φωνή τους, να στερέψει η πούγκα τους, να χαθούν από μπροστά μου. Τούτο θα γίνει μόνο αν χτυπηθούν αλύπητα, με κάθε τρόπο να περιοριστούν οι κινήσεις τους και να χαθεί η φωνή τους. Και μετά, πιθανότατα να μας ταλαιπωρήσουν άλλοι. Αυτό θα συμβαίνει μέχρι να τα καταφέρουμε, ή ώσπου να μας φαν. Έχουμε δουλειά και δεν θα τα βάλουμε κάτω.
Κάθε τι για το οποίο αξίζει και πρέπει να αγωνιζόμαστε, πρέπει να είναι αληθινό. Να αγωνιζόμαστε για καθοριστικά αποτελέσματα, μέχρι το τέλος, για το τέλος. Όχι για το δικαίωμα να ακουστεί η διαφωνία μας. Όχι για να ακουστεί το βουητό και οι άλλοι να συνεχίζουν. Αγώνας για το φαφλατιλίκι; Πού ξανακούστηκε; Και όμως, αυτό είναι που γίνεται σχεδόν συνέχεια! Ο κόσμος είναι άδικος! Πότε έχει ένας κάτι που δικαιούται; Ποτέ!
Δεν θέλω απλά να ταράξω τα νερά, να κάνω παφλασμούς. Θέλω να γίνει το δικό μου, θέλω να περάσει μόνο αυτό που πιστεύω. Και ποιος θα κρίνει πως αυτό που θέλω είναι το σωστό, το πρέπον, το καλό και το γνήσιο; Εγώ! Μόνον εγώ! Είναι εγωιστικό τούτο;
Όχι βέβαια. Όποιος συμφωνεί με μένα, κρίνει το ίδιο για τον εαυτό του, όχι για μένα. Και έτσι όλοι ενωνόμαστε, αφού το ίδιο θέλουμε. Έτσι ο αγώνας του ενός, γίνεται αγώνας του καθενός και αγώνας των πολλών που συμφωνούν για αυτό που θέλουν. Δεν αγωνίζομαι, δεν πολεμώ, για να γίνουν οι ανοησίες των άλλων που έχουν το ίδιο δικαίωμα να ακουστούν ενώ το στημένο παιχνίδι τους δίδει μεγάλο πλεονέκτημα και να λαλώ «εν πειράζει, εν ο αγώνας που μετρά». Μετρά μόνο το αποτέλεσμα. Για τούτο αγωνίζομαι. Για τούτο ο δίκαιος αγώνας δεν τελειώνει ποτέ! Ο δικός μου αγώνας, μπορεί να γίνει δικός σου αγώνας αν με ακούσεις. Και ο δικός σου αγώνας ίσως γίνει δικός μου, αν σε ακούσω.
Είσαι ελεύθερος να μιλήσεις, είμαι κι εγώ ελεύθερος να μιλήσω, όμως συνεχώς ακούμε τους ίδιους να αγγανίζουν και να πνίγουν τις φωνές μας με τη σοφία τους. Κι έτσι μένουμε χωριστά. Όλοι ξέρουμε τι θέλουμε, όμως ο καθένας είναι μόνος του! Δεν υπάρχει ελευθερία του λόγου. «Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει.» Και τι γίνεται όπου λαλούν πολλοί γαδάροι; Δεν ξημερώνει ποτέ.
Δεν είναι μηδενιστικά όσα γράφω, διότι κάπου υπάρχει η λύση. Αντί να καταναλώνουμε όσα μας δείχνουν, αντί να σκρολάρουμε στο Φέισμπουκ και άλλες ηλεκτρονικές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης ώσπου να πέσουμε σε ό,τι μας δείξουν, ας ξεφύγουμε από το δίκτυ του πλούτου. Ας ψάξουμε και να αποφασίσουμε μόνοι μας τίνος τη φωνή θα ακούσουμε. Έτσι θα βρουν κι άλλοι τη δική μας φωνή. Και οι φωνές μας θα ενωθούν, θα είναι ισχυρότερες. Και μαζί θα περάσουν τη φωνή που πάει ώσπου φτάνει η πούγκα του αυτού που κραυγάζει και παπαγαλίζει ασυναρτησίες για να μας ξεγελάσει, κατόπιν οδηγιών πιο δυνάμενων. Έχουμε καρδιά, έχουμε και μυαλό.
Δεν διαφωνούμε, διεκδικούμε!
«I fought for something final, not the right to disagree.»
Ξέρουμε τι θέλουμε. Να χαθούν οι μάγκες που μας ταλαιπωρούν. Το σύστημα που μας περιορίζει στην απεριόριστη κατάντια, να χαθεί μαζί τους. Όταν γίνει τούτο, όλα τα δύσκολα, όσα ήταν ακατόρθωτα, ξαφνικά θα φανούν εύκολα. Και τότε αρχίζει η πραγματική δουλειά, η σκληρή δουλειά που θα αποφέρει καρπούς, με το τέλος της κοροϊδίας των τεμπέληδων και ανεπρόκοπων που μας πίνουν το αίμα με το καλαμάκι και τρων τη ζωή μας με το κουταλάκι. Η ευθύτητα θα επικρατήσει της ωμότητας.
*Αντώνης Κουππαρής, Εκπρόσωπος Οργανωμένων Καταστηματαρχών, Κατοίκων και Ιδιοκτητών Μικρών Επιχειρήσεων Περιοχής Πεζόδρομων Εμπορικού Ιστορικού Κέντρου Λευκωσίας