powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Έτοιμη για νομικό πόλεμο η υπεράσπιση για την υπόθεση των εγγράφων-Ουσιώδης παρατυπία η μη καταγραφή, σφράγιση και υπογραφή τεκμηρίων

Μεγάλη νομική μάχη, σε μια δίκη που αναμένεται να λάβει διαστάσεις και να ανοίξει παράλληλα υποθέσεις που έκλεισε Αστυνομία και Νομική Υπηρεσία, με μια εξ αυτών να είναι οι καταγγελίες της Διεύθυνσης των Φυλακών κατά του πρώην Διοικητή της ΥΚΑΝ, Μιχάλη Κατσουνωτού, η οποία συνοδεύεται από χιλιάδες μηνύματα και επιστολές ακόμη και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προδιαγράφεται στην υπόθεση των κατ΄ ισχυρισμών εγγράφων που βρέθηκαν στην οικία δεσμοφύλακα, τον Απρίλιο του 2025.    

Για την υπόθεση κατηγορήθηκαν οκτώ πρόσωπα, μεταξύ των οποίων η τότε Διευθύντρια και η υποδιευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών, καθώς και έξι δεσμοφύλακες, με τους περισσότερους στις δηλώσεις τους στην Αστυνομία, να συνδέουν τα γεγονότα με τις καταγγελίες του 2022, ενώ είχαν προβεί σε συγκεκριμένες καταγγελίες, ωστόσο το αίτημα των δικηγόρων τους για διερεύνηση από ανεξάρτητους ανακριτές, απορρίφθηκε από την Νομική Υπηρεσία. 

Στις 15 Δεκεμβρίου, στις 10 το πρωί, οι οκτώ αναμένεται να παρουσιαστούν ενώπιον Δικαστηρίου ώστε η υπόθεση να παραπεμφθεί στο Κακουργιοδικείου, ενώ από εκεί και πέρα, θεωρείται δεδομένο πως θα υπάρξουν ενστάσεις και προδικαστικά ζητήματα. 

Ερώτημα το μαρτυρικό υλικό 

Σε πρώτη φάση, ήδη δικηγόροι των κατηγορουμένων, απέστειλαν επιστολές προς την Εισαγγελία ζητώντας το μαρτυρικό υλικό, το οποίο κατά την θέση τους, θα πρέπει να δοθεί στην ολότητα του, όπως αυτό κατ΄ ισχυρισμό κατασχέθηκε από την οικία του δεσμοφύλακα, ώστε να τύχει μελέτης και να χαρτογραφηθούν τα βήματα τους. 

Και σε αυτό το σημείο προκύπτουν αφενός ερωτήματα και αφετέρου η απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Και αυτό διότι, την ώρα που κατηγορεί τα οκτώ πρόσωπα για κατοχή εγγράφων, θα πρέπει να προχωρήσει σε... διανομή απορρήτων σε οκτώ στρατόπεδα, κάτι που σημαίνει πως τα κατ΄ ισχυρισμό έγγραφα, όπως αυτά παρουσιάστηκαν επικοινωνιακά από την Αστυνομία, θα βρίσκονται στα χέρια τουλάχιστον δεκαέξι προσώπων. Δηλαδή, οκτώ δικηγόρων και οκτώ κατηγορουμένων. 

Σημειώνεται πως η Αστυνομία δια της εκπροσώπου της, Κούλας Λαμπριανίδου, σε δημόσιες δηλώσεις της έκανε λόγο για 300 χιλιάδες έγγραφα. Ωστόσο, μετά τις δηλώσεις της κ. Αριστοτέλους ότι ουδείς ανακρίθηκε για τέτοιο αριθμό, καλώντας της να ανασκευάσει, η Αστυνομία άλλαξε τις αναφορές της και εν τέλει κατέληξε σε 48 χιλιάδες έγγραφα, δηλαδή μείωσε τον αριθμό που διέδιδε κατά 250 χιλιάδες. Ωστόσο, δεν πρόκειται για έγγραφα, όπως παρουσιάστηκε από την Αστυνομία, καθώς σε αυτή την κατηγορία συμπεριέλαβε ότι κατ΄ ισχυρισμό παραλήφθηκε από το σπίτι του δεσμοφύλακα.  

Συνεπώς, σε πρώτο στάδιο θα πρέπει να διαφανεί εάν θα παραδοθεί ή όχι στην ολότητα του το μαρτυρικό υλικό. Σε περίπτωση άρνησης, τότε αναμένεται η πρώτη δικαστική μάχη, αφού οι δικηγόροι θεωρούν δεδομένο πως θα πρέπει πρέπει να παραδοθούν στην υπεράσπιση και τα κατ΄ ισχυρισμό 48 χιλιάδες τεκμήρια που κατασχέθηκαν, αφενός για να εξεταστούν ενδελεχώς και αφετέρου, όπως αναφέρουν πληροφορίες, ενδέχεται να ζητηθεί συνδρομή ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα. 

Οι δύο αποφάσεις του Ανωτάτου που δημιουργούν κενά 

Εάν όμως η Νομική Υπηρεσία δεν βάλει οποιαδήποτε εμπόδια στην υπεράσπιση, που θα δημιουργήσουν καθυστέρηση, κάτι που όπως αναφέρουν οι δικηγόροι δεν θα αποδεχθούν οποιεσδήποτε σκοπιμότητες, παραδίδοντας το μαρτυρικό υλικό, τότε η επόμενη νομική μάχη θα δοθεί στην διαδικασία για κατάθεση τεκμηρίων. 

Η εν λόγω υπόθεση, στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στα τεκμήρια που η Αστυνομία ισχυρίζεται πως εντόπισε στην οικία του δεσμοφύλακα, για τα οποία φαίνεται να προκύπτουν νομικά ζητήματα, για τα οποία θα κληθεί να αποφασίσει το Δικαστήριο. 

Από την μία, είναι η απόφαση του Ανωτάτου, το οποίο ακύρωσε το ένταλμα έρευνας που είχε γίνει στην οικία του δεσμοφύλακα, σε ότι αφορά τις σημειώσεις που κατασχέθηκαν. Στην εν λόγω απόφαση, το Ανώτατο κατέληξε πως «πέραν του ότι με τον τρόπο που είναι διατυπωμένο το Ένταλμα Έρευνας σε σχέση με τα αντικείμενα με την περιγραφή «σημειώσεις», αφήνεται η εντύπωση ότι παρέχεται στο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται για τη διεξαγωγή της έρευνας ανεπίτρεπτα ευρεία διακριτική εξουσία ως προς το τι αυτός θα μπορούσε να αναζητήσει και να παραλάβει, στον Όρκο ουδεμία αναφορά γίνεται σε σημειώσεις που εύλογα πιστεύεται ότι συνδέονται με αδικήματα, ως ο Νόμος ορίζει».

Ως εκ τούτου, το Ανώτατο εξέδωσε Προνομιακό Ένταλμα Certiorari, με το οποίο το Ένταλμα Έρευνας ημερ. 9/4/2025, το οποίο εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ακυρώνεται στην έκταση που αυτό αφορά τις σημειώσεις, κρίνοντας στην ουσία πως τα νόμιμα τεκμήρια που θα έπρεπε να συλλεχθούν με βάση την μαρτυρία, ήταν χρηματικά ποσά, κινητά τηλέφωνα ή άλλες ηλεκτρονικές συσκευές.

Συνεπώς, το πώς θα ερμηνευτεί στην συνέχεια η εν λόγω απόφαση, θα διαφανεί στην επικείμενη διαδικασία, ωστόσο από την άλλη υπάρχει ακόμη μια απόφαση του Ανωτάτου, με την οποία ακυρώθηκε το πρώτο διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων, έπειτα από την οποία εκδόθηκε δεύτερο, ωστόσο, με βάση την απόφαση, δεν καλύπτει την προηγούμενη περίοδο. Ως εκ τούτου, θεωρείται πως η Αστυνομία παράνομα κατακρατούσε τα τεκμήρια για τρεις μήνες, με ότι αυτό συνεπάγεται και για τις καταθέσεις και μαρτυρίες που λήφθηκαν επί των τεκμηρίων, ενώ όπως είχε υποδείξει στην πλευρά του Εισαγγελέα το Ανώτατο, (σ.σ εκπροσωπήθηκε από την κ. Παπαγαπίου), είναι θέμα του Κακουργιοδικείου να αποφασίσει εάν θα αποδεχθεί ή όχι την κατάθεση τεκμηρίων. 

«Δεν είναι, δε, αντιληπτή η θέση που προβλήθηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα ότι τα Άρθρα 32 και 33 του Κεφ. 155 αποτελούν «τυπικής φύσεως διαδικασίες» που άπτονται του χειρισμού τεκμηρίων που νομίμως έχουν κατασχεθεί από την Αστυνομία και τούτο στη βάση του επιχειρήματος ότι η παράλειψη προσκόμισης τους στο Δικαστήριο που εξέδωσε το ένταλμα έρευνας ή σε άλλο Δικαστήριο συνιστά «απλή παρατυπία» ή «δικονομική παρατυπία». Ούτε, βεβαίως, προσφέρει οτιδήποτε στη συζήτηση των ζητημάτων που εγείρονται, το επιχείρημα ότι «ακόμη και στην περίπτωση που οι ανακριτές παρέλειπαν να παρουσιάσουν τα αντικείμενα που λήφθηκαν στη βάση εντάλματος ερεύνης, τούτο δεν αποκλείει την μετέπειτα καταχώρηση τους κατά την ακροαματική διαδικασία ως τεκμήρια». Το πώς το Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση μιας υπόθεσης, θα αντιμετωπίσει αίτημα κατάθεσης τεκμηρίων που παραλήφθηκαν και κατασχέθηκαν από την Αστυνομία, δεν αποτελεί παράμετρο που συνδέεται ή έχει οποιαδήποτε σχέση με το ζήτημα που απασχολεί στην παρούσα Αίτηση. Ούτε, βεβαίως, μπορεί να γίνεται εκ των προτέρων πρόβλεψη για το πώς θα αντιμετωπισθεί, σε ενδεχόμενη ακροαματική διαδικασία, από το εκδικάζον Δικαστήριο το ζήτημα κατάθεσης τεκμηρίων για τα οποία δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από το Άρθρο 33 διαδικασία, ώστε να ομιλούμε για απουσία οποιασδήποτε «πρακτικής σημασίας ή ουσιαστικής συνέπειας» σε περίπτωση ακυρωτικού αποτελέσματος στην υπό κρίση Αίτηση».

Δεν έγινε καταγραφεί, δεν είχαν σφραγιστεί τα τεκμήρια 

Πέραν όμως των πιο πάνω, στα πλαίσια όμως της ίδιας νομικής μάχης, στο επίκεντρο αναμένεται να τεθεί ο τρόπος με τον οποίο η Αστυνομία προχώρησε στην κατάσχεση τεκμηρίων από την οικία του δεσμοφύλακα, ο οποίος, πέραν των νομικών ζητημάτων, δημιουργεί γκρίζα σημεία. 

Όπως έγινε γνωστό από τον ανακριτή της υπόθεσης Χρυσόστομο Χρίστου, στην βάση των όσων ανέφερε ενώπιον Δικαστηρίου, δεν είχε γίνει η διαδικασία καταγραφής τεκμηρίων, ούτε στην οικία του δεσμοφύλακα, ούτε σε μεταγενέστερο στάδιο στην παρουσία του δεσμοφύλακα και της δικηγόρο του. Σύμφωνα με τα όσα κατέθεσε και καταγράφονται στα πρακτικά, όντως είχε διευθετηθεί συνάντηση τρεις μέρες μετά τη σύλληψη του, ωστόσο με οδηγίες Αρχηγού Αστυνομίας, ακυρώθηκε η διαδικασία και αυτή έγινε από την Αστυνομία και τις Φυλακές. 

Επίσης, σύμφωνα πάντα με τα όσα προκύπτουν από τις διαδικασίες που προηγήθηκαν ενώπιον Δικαστηρίου, τα τεκμήρια δεν είχαν σφραγιστεί και υπογραφεί από τον δεσμοφύλακα, ώστε να ακολουθήσει στη συνέχεια καταμέτρηση, ενώ υπάρχει μαρτυρία πως αυτά ήταν εκτεθειμένα μετά την κατάσχεση τους. 

Το γεγονός της μη καταγραφής ή σφραγίσματος των τεκμηρίων, δικηγόροι το θεωρούν σοβαρό κενό, αν και κάτι αντίστοιχο λέχθηκε σε συνάντηση ανακριτών με την Νομική Υπηρεσία πριν την καταχώρηση της υπόθεσης, καθώς πέραν του ότι δεν πραγματοποιήθηκε η ενδεδειγμένη διαδικασία, αμφισβητείται το πραγματικό περιεχόμενο των κατ΄ ισχυρισμό τεκμηρίων. Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν έγινε η ενδεδειγμένη διαδικασία, ούτε το βασικό που θα ήταν το σφράγισμα των τεκμηρίων στην παρουσία του κατηγορούμενου, αναμφίβολα εγείρει ερωτήματα και γκρίζα σημεία. 

;