powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Προβλήματα στην προστασία θυμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης στο δημόσιο εντόπισε η Βουλή-Ετοιμάζει νομοθετικές αλλαγές

Σημαντικά προβλήματα εντοπίστηκαν για ακόμα μια φορά στον τρόπο που η Δημόσια Υπηρεσία (ΔΥ) διαχειρίζεται τις καταγγελίες για σεξουαλική ή άλλη μορφή παρενόχλησης, όπως διαφάνηκε κατά τη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εξέτασε το θέμα της ανεπαρκούς εφαρμογής του Κώδικα Πρακτικής για την παρενόχληση στην εργασία. 

Η συζήτηση επικεντρώθηκε στην ανεπαρκή εφαρμογή του Κώδικα Πρακτικής για την πρόληψη και αντιμετώπιση της παρενόχλησης και σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, με πλήθος βουλευτών να καταγγέλλουν παραβίαση των δικαιωμάτων θυμάτων, «μπάχαλο» στις διαδικασίες προστασίας θυμάτων, «δαιδαλώδεις» διαδικασίες καταγγελιών, «εχθρικό περιβάλλον» κατά των καταγγελλουσών, καθώς και πιθανή συγκάλυψη.

Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής πρόκειται να προχωρήσει σε εισηγήσεις για νομοθετικές αλλαγές, με στόχο την προστασία των θυμάτων και τη διευκόλυνση των καταγγελιών σε περιπτώσεις παρενόχλησης στον χώρο εργασίας.

Σοβαρές καταγγελίες δεν διερευνήθηκαν, λέει η Χαραλαμπίδου

Η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, είπε κατά τη συνεδρία ότι «ο Κώδικας θεσπίστηκε για να προστατεύει τα θύματα», ωστόσο, πρόσθεσε, φαίνεται πως η εφαρμογή του χωλαίνει, ειδικά σε περιπτώσεις όπου οι καταγγελλόμενοι είναι Ανώτεροι Λειτουργοί.

Σύμφωνα με την Πρόεδρο της Επιτροπής, πέραν των δύο καταγγελιών, έχουν προχωρήσει άλλες σε πειθαρχική διαδικασία, για να σημειώσει ότι σε μια τρίτη περίπτωση η γυναίκα αρνήθηκε να καταγγείλει, λόγω φόβου.

Έθεσε το ερώτημα προς το Υπουργείο Παιδείας «αν υπήρξε συγκάλυψη από την τότε Γενική Διευθύντρια του αρμόδιου Υπουργείου, την ερευνώσα Λειτουργό ή και άλλους εμπλεκόμενους», τονίζοντας την ανάγκη να απαντηθεί, γιατί δεν παραδόθηκαν οι πειθαρχικοί φάκελοι στην Επίτροπο Διοικήσεως, όπως επιβάλλει ο νόμος.

Διερωτήθηκε, παράλληλα, αν η Νομική Υπηρεσία «στρουθοκαμηλίζει».

Εξάλλου, σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση τόνισε πως τα θύματα και ιδιαίτερα όταν ο θύτης είναι προϊστάμενος, αντιμετωπίζουν τεράστια ψυχολογική πίεση, η οποία επιτείνεται από τις περίπλοκες και αντικρουόμενες διαδικασίες καταγγελιών.

«Υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί μηχανισμοί στους οποίους μπορεί να χρειαστεί να απευθυνθεί ένα θύμα. Αυτό δημιουργεί σύγχυση, καθυστέρηση και τελικά αποθαρρύνει τα θύματα από το να προχωρήσουν», είπε.

Σημείωσε ακόμα ότι η άμεση προσφυγή στην Αστυνομία παραμένει μια διαθέσιμη επιλογή, αλλά δεν είναι πρακτικά ή ψυχολογικά εύκολη για τα περισσότερα θύματα.

«Η ίδια η διαδικασία, ακόμα και όταν οι ανακριτές είναι γυναίκες, λειτουργεί αποτρεπτικά», είπε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη απλοποίησης των διαδικασιών και καλύτερης ενημέρωσης των εργαζομένων.

Σημείωσε, επίσης, ότι υπάρχουν πρόσφατες περιπτώσεις σε Υπουργείο όπου τα θύματα τελικά υπαναχώρησαν, ακριβώς λόγω αυτών των δυσκολιών.

Υπουργός Παιδείας: Ζητούσαμε συνεχώς νομικές γνωματεύσεις

Απαντώντας ενώπιων των μελών της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Υπουργός Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας, Αθηνά Μιχαηλίδου, ανέφερε ότι «μόλις έγινε η καταγγελία, αφαιρέθηκαν καθήκοντα από τον καταγγελλόμενο», για να σημειώσει πως «προχώρησε πειθαρχική έρευνα με ερευνώντα λειτουργό εκτός Υπουργείου».

Τόνισε ότι «κάθε βήμα έγινε με βάση γνωματεύσεις της Νομικής Υπηρεσίας», ωστόσο, ανέφερε ότι δεν υπήρξε ξεκάθαρη οδηγία από τη Νομική Υπηρεσία για τη διάθεση του φακέλου στην Επίτροπο Διοικήσεως, κάτι που όπως αποκαλύφθηκε κατά τη συνεδρία έπρεπε να είχε γίνει μετά την ολοκλήρωση της πειθαρχικής διαδικασίας.

Η λειτουργός της Νομικής Υπηρεσίας, Ζωής Κυριακίδου, διέψευσε τον ισχυρισμό ότι δεν υπήρξε καθοδήγηση από τη Νομική Υπηρεσία προς το Υπουργείο Παιδείας. Όπως ανέφερε ενώπιον της Επιτροπής «υπήρξε ξεκάθαρη τοποθέτηση από πλευράς Νομικής Υπηρεσίας, ότι το Υπουργείο όφειλε να παραδώσει τα στοιχεία στην Επίτροπο Διοικήσεως».

«Είχαν γίνει και αρκετές τηλεφωνικές επικοινωνίες, λόγω του επείγοντος της κατάστασης. Μια πειθαρχική διαδικασία πρέπει να ολοκληρώνεται γρήγορα, για να μην παραβιάζονται συνταγματικά δικαιώματα του προσώπου για το οποίο εκκρεμεί καταγγελία. Ωστόσο, οι οδηγίες μας ήταν σαφείς ότι τα στοιχεία πρέπει να δοθούν», είπε.

Σε παρέμβασή της η κ. Χαραλαμπίδου είπε στην αρμόδια Υπουργό ότι η Νομική Υπηρεσία «σας άφησε ξεκρέμαστους», σημειώνοντας ότι «η Νομική Υπηρεσία είπε ότι δεν χρειαζόταν γνωμάτευση για να απαντήσετε στην Επίτροπο Διοικήσεως».

«Ο νόμος», είπε η κ. Χαραλαμπίδου, «είναι σαφής. Όταν ο Επίτροπος ζητά στοιχεία, πρέπει να δίνονται. Αν η Νομική Υπηρεσία είναι ασαφής, θα πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε και για πιθανή συγκάλυψη από τη δική της πλευρά».

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας, Γιώργος Παντελή, σημείωσε ότι «ο Κώδικας είναι διαθέσιμος και γνωστός στο προσωπικό», προσθέτοντας ότι «υπάρχουν διαδικασίες, Επιτροπές Ισότητας, εκπαιδεύσεις».

«Η πειθαρχική διαδικασία ήταν εν εξελίξει, γι’ αυτό δεν δόθηκαν τότε τα στοιχεία. Όμως, η γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας στις 9 Οκτωβρίου μας ξεκαθάρισε ότι μετά την ολοκλήρωση της πειθαρχικής διαδικασίας, ο φάκελος έπρεπε να παραδοθεί στον Επίτροπο, με την απαραίτητη προστασία προσωπικών δεδομένων», συμπλήρωσε.

Η ανεξάρτητη βουλευτής, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, κατήγγειλε ότι είχε αποστείλει κοινοβουλευτική ερώτηση από τον Οκτώβριο του 2024 για συγκεκριμένη καταγγελία, ωστόσο -όπως είπε- η απάντηση που έλαβε από το Υπουργείο Παιδείας τον Ιούνιο του 2025 ήταν «παραπλανητική».

«Μου ανέφεραν ότι η πειθαρχική διαδικασία είχε ολοκληρωθεί και ότι δεν στοιχειοθετείτε πειθαρχικό αδίκημα. Ωστόσο, έναν χρόνο αργότερα, ενημερώθηκα ότι προχωρεί ποινική δίωξη. Γιατί δεν προστατεύτηκαν οι καταγγέλλουσες; Γιατί δεν δόθηκαν οι φάκελοι στην Επιτροπή; Γιατί δεν τηρήθηκε ο Κώδικας;», διερωτήθηκε.

Κατά τη συνεδρία έκανε λόγο για «εχθρικό περιβάλλον», «έμμεσες απειλές» και πρακτικές που αποθαρρύνουν την καταγγελία.

Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Γιώργος Κουκουμάς, υπογράμμισε ότι «όταν ζητά στοιχεία η Επίτροπος Διοικήσεως, πρέπει να δοθούν», για να προσθέσει πως «δεν χρειάζεται καν νομική γνωμάτευση».

Επίσης, είπε ότι «τα θύματα πρέπει να ενημερώνονται για την πορεία της υπόθεσης», ενώ διερωτήθηκε  «όταν ο θύτης προάγεται, ενώ η καταγγέλλουσα απομονώνεται, πώς θα μιλήσει η επόμενη;».

Η βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Σούπερμαν, τόνισε ότι «δεν υπάρχουν μηχανισμοί πρόληψης, διαχείρισης και προστασίας», για να σημειώσει ότι «όταν μια υπόθεση παίρνει τρία χρόνια για να διερευνηθεί, είναι λογικό τα θύματα να μην καταγγέλλουν».

«Η κουλτούρα συγκάλυψης πρέπει να τελειώσει. Θέλουμε μηδενική ανοχή», είπε.

Απαντώντας στις αιχμές περί συγκάλυψης, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας, ανέφερε πως το Υπουργείο διαχειρίστηκε με διαφάνεια τις υποθέσεις που ήρθαν ενώπιον του, διαψεύδοντας κάθε ισχυρισμό για συγκάλυψη.

«Δεν υπήρξε καμία συγκάλυψη. Ακολουθήθηκαν πλήρως οι διαδικασίες του πειθαρχικού κώδικα και η έρευνα έχει ολοκληρωθεί. Παράλληλα, είναι σε εξέλιξη η ποινική διαδικασία, για την οποία δεν μπορούν να γίνουν δηλώσεις, ώστε να μην επηρεαστεί η πορεία της» είπε.

Ο κ. Παντελή παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι υπάρχουν επικαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ των επιτροπών και των αρχών, που εξετάζουν τέτοιες καταγγελίες, γεγονός που εντείνει τη σύγχυση.

Τόνισε την ανάγκη για ορθολογισμό και συντονισμό μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων.

Πηγή: KΥΠΕ 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ 

;