Την ένορκη δήλωση του, στην οποία καταγράφει τα γεγονότα αλλά και τις επαφές του με μέλη των Κεντρικών Φυλακών, τους οποίους ενημέρωσε ότι υπέστη θύμα σεξουαλικής κακοποίησης για δύο συνεχόμενα βράδια από συγκρατούμενους του, υιοθέτησε ο κατάδικος που κλήθηκε εκ νέου ενώπιον ανακριτών του ΤΑΕ Αρχηγείου ώστε να δώσει συμπληρωματική κατάθεση, στην παρουσία της δικηγόρου του, η οποία την ίδια ώρα ετοιμάζει καταγγελία στην Ανεξάρτητη Αρχή Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας. Και αυτό διότι, δεν υπήρχε δυνατότητα στην κατάθεση του να στραφεί εναντίον και αστυνομικών που είχαν εμπλοκή στην διερεύνηση της υπόθεσης και για τους οποίους διατυπώνονται διάφοροι ισχυρισμοί, τόσο για την συμπεριφορά τους όσο και για τις ενέργειες τους, καθώς η καταγγελία θα πρέπει να διερευνηθεί από ανεξάρτητη Αρχή, σε αντίθεση με τα μέλη του Σωφρονιστικού Ιδρύματος που κατονομάστηκαν γραπτώς στην κατάθεση του, με αίτημα της δικηγόρου του, όπως έγινε γνωστό, για να διερευνηθεί και το θέμα της πιθανής συγκάλυψης από την Διοίκηση των Φυλακών, η οποία δεν είχε ενημερώσει την Αστυνομία.
Πριν την λήψη συμπληρωματικής κατάθεσης, η δικηγόρος του θύματος, Λητώ Καριόλου, είχε αποστείλει νέα επιστολή - η τρίτη στη σειρά - στον Γενικό Εισαγγελέα, επιμένοντας στο αίτημα της πως θα πρέπει να διοριστούν ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές, προκειμένου να διερευνηθούν τόσο οι συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων όσο και οι χειρισμοί της Διοίκησης των Φυλακών και της Αστυνομίας. Σε αυτό το πλαίσιο, καταγράφηκαν μια σειρά από γεγονότα και ενέργειες που δεν έγιναν, με αποτέλεσμα να πληγεί σε μεγάλο βαθμό η διερεύνηση της υπόθεσης, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι δεν ενημερώθηκε από την πρώτη μέρα η Αστυνομία, το θύμα δεν εξετάστηκε από ιατροδικαστή, δεν έγιναν έρευνες στο κελί ή στην πτέρυγα για συλλογή τεκμηρίων και ότι δεν εξασφαλίστηκε το βίντεο που δείχνει σεξουαλική κακοποίηση. Επίσης, καταγγέλθηκε και η συμπεριφορά και στάση ανακριτών του ΤΑΕ Αρχηγείου, στους οποίους είχε επιστρέψει ο φάκελος από την Νομική Υπηρεσία για περαιτέρω διερεύνηση, εκ των οποίων στον ένα αποδίδεται απρεπής συμπεριφορά και χυδαία ερώτηση προς το θύμα, ο οποίος ισχυρίστηκε πως τον αποκάλεσε ψεύτη, σε σχέση με ερώτηση εάν είχε δει το βίντεο. Σημειώνεται πως κατά τον ουσιώδη χρόνο που αναφέρεται πως έγινε το συγκεκριμένο περιστατικό, το βίντεο δεν είχε ληφθεί από την Αστυνομία, όπως η ίδια ανέφερε, ενώ το εξασφάλισε μερικές μέρες αργότερα από δημοσιογράφους.
Ενόψει των πιο πάνω, η δικηγόρος του θύματος, με επιστολή της στον Αρχηγό Αστυνομίας, ζήτησε εξαίρεση των συγκεκριμένων ανακριτών από την διαδικασία και ως εκ τούτου, νέα ανακριτική ομάδα έλαβε κατάθεση από τον πελάτη της, ο οποίος επανέλαβε τα όσα αναφέρει στην ένορκη δήλωση του που αποστάλθηκε στον Γενικό Εισαγγελέα στις 30 Σεπτεμβρίου, ενώ σε αυτή προστέθηκαν και άλλες αναφορές που είχαν να κάνουν με επισκέψεις που δέχθηκε από μέλη των Φυλακών.
Μεταξύ άλλων, ο κατάδικος αναφέρθηκε στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στις Φυλακές, δηλαδή από την ώρα εισδοχής του στις 8 Αυγούστου μέχρι την μεταφορά του στην πτέρυγα βαρυποινιτών και ακολούθως στην κατ΄ επανάληψη σεξουαλική κακοποίηση του που δέχθηκε στις 15 και 16 Αυγούστου. Αναφέρεται στο αίτημα του να αλλάξει πτέρυγα, το οποίο απορρίφθηκε χωρίς να ρωτηθεί το λόγο, μέχρι τις 18 Αυγούστου που ενημέρωσε και κλήθηκε στο Γραφείο Ασφάλειας. Στην κατάθεση του κατονομάζει τους συγκρατούμενους του και δίνει λεπτομέρειες, ενώ κατονομάζει τα μέλη των Φυλακών που ενημέρωσε, χωρίς ωστόσο να ειδοποιηθεί η Αστυνομία, την οποία ενημέρωσε ο θείος του. Αναφέρεται επίσης ότι εξαναγκάστηκε να υπογράψει πως δεν έχει παράπονο για να αλλάξει πτέρυγα, ενώ όταν ρώτησε για το πώς μπορεί να υποβάλει καταγγελία, άλλο μέλος των Φυλακών του είπε - κατά τους ισχυρισμούς του - να συμπληρώσει έντυπο, χωρίς να αναφέρει οτιδήποτε. Επιπρόσθετα, αναφέρεται σε επισκέψεις που δέχθηκε στα κρατητήρια στα οποία μεταφέρθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου, δηλαδή μια μέρα μετά την δημοσιοποίηση της υπόθεσης στα ΜΜΕ.
Η πλευρά του κατάδικου μέσω της κατάθεσης του, έβαλε στο κάδρο για ποινική διερεύνηση και τους χειρισμούς των στελεχών των Φυλακών που δεν ενεργοποίησαν τις διαδικασίες και δεν ενημέρωσαν άμεσα την Αστυνομία, η οποία ενημερώθηκε μια εβδομάδα μετά, από τον θείο του κατάδικου, ο οποίος τον είχε επισκεφθεί και του είχε αναφέρει τα όσα έζησε. Ο θείος έδωσε επίσης κατάθεση στην Αστυνομία, ενώπιον της οποίας πλέον βρίσκεται και το βίντεο που διέρρευσε σε χιλιάδες κινητά, το οποίο δεν είχε συμπεριληφθεί στον φάκελο της υπόθεσης που είχε διαβιβαστεί στην Νομική Υπηρεσία. Εντούτοις, μετά από παρέμβαση της δικηγόρου του κατάδικου, εν τέλει παραλήφθηκε και εξετάζεται, ενώ υποδείχθηκε στο θύμα για πρώτη φορά τις προηγούμενες μέρες, όπου επεξήγησε και έδωσε λεπτομέρειες.
Ωστόσο, όπως προκύπτει, η Αστυνομία δεν πραγματοποίησε έρευνες ούτε στο κελί ούτε στην πτέρυγα που διαπράχθηκαν τα κατ΄ισχυρισμό αδικήματα, αφενός για να παραληφθούν τεκμήρια και αφετέρου για να ταυτιστούν στοιχεία από το βίντεο. Κάτι, που όπως τονίζει η δικηγόρος του κατάδικου, θα έπρεπε να γίνει από τις πρώτες μέρες, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη πως το θύμα κατέθεσε πως του χορηγήθηκαν ναρκωτικά. Εντούτοις, ούτε προς τον σκοπό αυτό, διενεργήθηκαν έρευνες στο κελί, ούτε παραλήφθηκαν οποιαδήποτε τεκμήρια, ενώ μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστο εάν έστω και με καθυστέρηση παραλήφθηκαν τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης των Φυλακών.
Στο μεταξύ, με καθυστέρηση περίπου ενάμιση μήνα, εξετάστηκε και από ιατροδικαστές το θύμα, μετά από αίτημα της δικηγόρου του, ενώ ανάλογες διευθετήσεις έγιναν από την κ. Καριόλου ώστε ο πελάτης της να εξεταστεί και από ψυχολόγο.
Σε πλήρη αδράνεια το Υπουργείο Δικαιοσύνης
Την ώρα που η υπόθεση βιασμού με τις καταγγελίες για συγκάλυψη προκάλεσε ντόρο, στην εξίσωση ήρθαν να προστεθούν άλλες καταγγελίες από τον πρόεδρο του Συνδέσμου Φυλακισμένων, ο οποίος σε δημόσιες τοποθετήσεις του ανέφερε πως η κατάσταση στις Φυλακές έχει ξεφύγει, παραπέμποντας μάλιστα στην έκθεση της Επιτροπής Πρόληψης των Βασανιστηρίων, που εκδόθηκε το 2024, όπου μεταξύ άλλων κατέγραφε βία και άτυπες ιεραρχίες μεταξύ κρατουμένων, ζητώντας τον διορισμό ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών, διαθεσιμότητες και άμεση παρέμβαση από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου, όπως και η δικηγόρος του θύματος βιασμού, απέστειλαν επιστολές με ένορκες δηλώσεις στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στις οποίες μεταξύ άλλων, καταγράφονται ισχυρισμοί για βία, απειλές, εκβιασμούς, ναρκωτικά και διαφθορά στις Κεντρικές Φυλακές. Όπως τόνισε σε κάθε τόνο ο Αλέξανδρος Κληρίδης, υπάρχουν πολύ περισσότερες, κάποιες από τις οποίες - που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί - αναμένεται να φέρουν τεράστιους τριγμούς στις τάξεις των Φυλακών, ζητώντας διαθεσιμότητες και ανεξάρτητη έρευνα, ώστε να προσέλθουν διάφορα πρόσωπα να δώσουν μαρτυρία, καθώς πρόκειται για πράξεις που συνιστούν σοβαρά ποινικά αδικήματα. Μάλιστα, στις πέντε μαρτυρίες που διαβιβάστηκαν, κατονομάζονται ονόματα, στα οποία καταλογίζονται διάφορες ενέργειες, μεταξύ των οποίων και ξυλοδαρμοί.
Ωστόσο, έχουν παρέλθει πέραν των δέκα ημερών και το Υπουργείο Δικαιοσύνης, όχι μόνο αρνείται πεισματικά να τοποθετηθεί επί των καταγγελιών και στο να απαντήσει για το τι προτίθεται να πράξει, αλλά επιλέγει να παραμένει σε αδράνεια, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα όσα ισχυρίζονται ανεξάρτητα πρόσωπα, τα οποία ως πολιτικός προϊστάμενος θα έπρεπε να ζητά να διερευνηθούν. Μάλιστα, ενώπιον του, υπάρχει και η επιστολή των δεσμοφυλάκων της Ισότητας, που επίσης μιλούν για μια τοξική κατάσταση, κάνοντας λόγο για υπόγειο πόλεμο μεταξύ αναπληρωτή Διευθυντή και υποδιευθύντριας.
Παρόλα αυτά, ο Μάριος Χαρτσιώτης επιλέγει αποστάσεις, χωρίς ουσιαστική παρέμβαση, γεγονός που εγείρει ερωτήματα, αν ληφθεί υπόψη πως σε όλα αυτά ήρθαν να προστεθούν και βίντεο που άρχισαν να διαρρέουν για τεκταινόμενα που διαδραματίζονται επί δικής του θητείας, ως πολιτικός προϊστάμενος. Επίσης, ενώπιον του Συνδέσμου υπάρχει επιπρόσθετο υλικό και μαρτυρία, ενώ κάλεσε να παρέμβει η Επιτροπή Πρόληψης κατά των Βασανιστριών. Σημειώνεται ότι κατ΄ επανάληψη ο REPORTER προσπάθησε να λάβει τοποθέτηση από εκπρόσωπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης και τον ίδιο τον Μάριο Χαρτσιώτη, χωρίς ωστόσο να ανταποκρίνονται, πλην μιας περίπτωσης όπου ο υπουργός απάντησε, λέγοντας πως βρίσκεται στο εξωτερικό και είναι σε σύσκεψη, κάνοντας παρατήρηση, με έντονο ύφος, στη δημοσιογράφο που «δεν τον ρώτησε αν μπορεί να μιλήσει και βγήκε από την συνάντηση για να απαντήσει». Σημειώνεται πως ο υπουργός θα μπορούσε να μην απαντήσει, όπως έπραξε και την προηγούμενη ημέρα.
Παράλληλα, ο Αλέξανδρος Κληρίδης αποτάθηκε και στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, η οποία σε απαντητική της επιστολή (σ.σ η μοναδική υπηρεσία που απάντησε) ανέφερε πως η Επιτροπή ασκεί τη διακριτική της ευχέρεια σχετικά με τη διαθεσιμότητα δημοσίων υπαλλήλων ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή, όπως αναφέρει, στο παρόν στάδιο, στερείται αρμοδιότητας να εξετάσει τα θέματα, παραπέμποντας στην ουσία στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ωστόσο, το Υπουργείο δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια, εξού και ο Σύνδεσμος Φυλακισμένων, μετατοπίζει πλέον το βάρος και στον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Θέση του προέδρου, κ. Κληρίδη, είναι πως πλέον οι αρμόδιοι είναι ενήμεροι, γνωρίζουν αλλά επιλέγουν να μην πράξουν οτιδήποτε, συνεπώς οι ευθύνες για οτιδήποτε συμβεί θα βαραίνουν τους ίδιους.
«Παρά τον ντόρο και την δημοσίευση όλων αυτών των καταγγελιών (τουλάχιστον πέντε άτομα και διαφορετικά περιστατικά) δεν υπάρχει απάντηση στις καταγγελίες τους. Τα πέντε αυτά άτομα είναι θύματα. Η ίδια η ειδική νομοθεσία μας περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας Νόμος του 2016 (51(I)/2016) ενισχύει αυτά τα άτομα με κάποια δικαιώματα. Έχουν δικαίωμα στην διερεύνηση, στην πληροφόρηση και μεταξύ άλλων και δικαίωμα να πάρουν την καταγγελία τους ενώπιον Δικαστηρίου και σε περίπτωση που αυτά τα δικαιώματα δεν τύχουν σεβασμού, έχουν δικαίωμα σε αποζημίωση. Παρά τα πιο πάνω, μέχρι σήμερα 14.10.25 δεν έχουν λάβει καμία απάντηση. Ενοχική η σιωπή και αποδοχή ευθύνης εκ της απουσίας απάντησης», αναφέρει ο Αλέξανδρος Κληρίδης.
Παράλληλα, ο κ. Κληρίδης θέλησε να υπενθυμίσει την «πρόσφατη ιστορία, όπου στην βάση ενός τηλεοπτικού ρεπορτάζ συγκεκριμένου καναλιού θεωρήθηκε αρκετό να διορίσουν τέσσερις ποινικοί ανακριτές».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: