powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Στους ίδιους παρονομαστές η υπόθεση Σιζόπουλου-Είχε διερευνηθεί από την Αστυνομία και δεν προέκυψε μαρτυρία, αποφασίζει (ξανά) ο Εισαγγελέας

Στα χέρια του Γενικού Εισαγγελέα, Γιώργου Σαββίδη, βρίσκεται το πόρισμα της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς, αναφορικά με την καταγγελία που υποβλήθηκε από τον Γιώργο Βαρνάβα εναντίον του βουλευτή και τέως προέδρου της ΕΔΕΚ, Μαρίνου Σιζόπουλου και των συνεταίρων του. Σύμφωνα με τα ευρήματα της Αρχής, διαπιστώθηκε ενδεχόμενη παράβαση των άρθρων του ποινικού κώδικα για την απάτη, την πλαστογραφία και τον καταρτισμό πλαστού εγγράφου, την κυκλοφορία πλαστού εγγράφου και την συνωμοσία για καταδολίευση.

Η Αρχή διαβίβασε την έκθεση που ετοίμασαν οι λειτουργοί επιθεώρησής της, καθώς και όλα τα σχετικά έγγραφα, προς τον Γενικό Εισαγγελέα, για να προχωρήσει στις δικές του ενέργειες. Κάπου εδώ τελειώνουν οι νέες εξελίξεις και ξεκινά το déjà vu, καθώς ο Γενικός Εισαγγελέας έχει αποφασίσει και στο παρελθόν αναφορικά με την εν λόγω υπόθεση. Πιο συγκεκριμένα, όπως είχε εξηγήσει η Νομική Υπηρεσία σε ανακοίνωσή της, τον Ιούλιο του 2022, «δεν λήφθηκε οποιαδήποτε τελική απόφαση για έναρξη ή μη οποιασδήποτε ποινικής φύσεως διαδικασίας μέχρι τον Ιούλιο του 2020, όταν μετά από μελέτη της συλλεχθείσας μαρτυρίας, αντικειμενικά και σφαιρικά ιδωμένης, αποφασίστηκε από τη νέα ηγεσία της Νομικής Υπηρεσίας η μη άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον οπουδήποτε από τα εμπλεκόμενα πρόσωπα». Και αυτή την μαρτυρία την είχε συλλέξει η Αστυνομία, κατά την έρευνα που έκανε τότε.

Η εξέλιξη αυτή, σύμφωνα με την ανακοίνωση, ήταν απότοκο της «μη ύπαρξης επαρκούς μαρτυρίας και δη της μη ύπαρξης ανεξάρτητης μαρτυρίας σε σχέση με την εμπλοκή και τον ρόλο που διαδραμάτισαν τα διάφορα εμπλεκόμενα πρόσωπα». Σε αντίθεση με την Αστυνομία που διερεύνησε τότε την υπόθεση και δεν συνέλεξε επαρκή μαρτυρία, με βάση το μαρτυρικό υλικό ενώπιον της Αρχής κατά της Διαφθοράς, οι λειτουργοί επιθεώρησης διαπίστωσαν ενδεχόμενη διάπραξη ποινικών αδικημάτων.

Αποτελεί, συνεπώς, ερώτημα ο τρόπος που θα κινηθεί τώρα η Νομική Υπηρεσία. Θα ζητήσει από την Αστυνομία να δοκιμάσει να συλλέξει επαρκή μαρτυρία, μετά την αποτυχία της να το πράξει την πρώτη φορά; Θα ζητήσει την συνδρομή ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών; Ή θα θεωρήσει ότι η υπόθεση διερευνήθηκε ήδη, αρχειοθετήθηκε και δεν υπάρχει λόγος για περαιτέρω ενέργειες;

Ένα ζήτημα που είχε απασχολήσει τότε ήταν το γιατί δεν κινήθηκαν οι διαδικασίες για άρση της βουλευτικής ασυλίας του Μαρίνου Σιζόπουλου, ώστε να διευκολυνθεί το ανακριτικό έργο της Αστυνομίας. Όπως είχε δηλώσει στον REPORTER τον Ιούλιο του 2022 ο τέως Γενικός Εισαγγελέας, Κώστας Κληρίδης, επί των ημερών του είχε συζητηθεί το θέμα της ασυλίας «και παρέμενε σε εκκρεμότητα, αφού αποφασίστηκε πως τύγχανε περαιτέρω μελέτης. Ήμασταν στο στάδιο λήψης της απόφασης για κάποια πράγματα, ωστόσο τελικά αποχώρησα από τη Νομική Υπηρεσία». Ως εκ τούτου, όπως ανέφερε η Εισαγγελία υπό τη νέα της ηγεσία, «ουδέποτε αποφασίστηκε από οποιονδήποτε, είτε από τον τέως Γενικό Εισαγγελέα είτε από τους νυν επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, η υποβολή αίτησης για άρση ασυλίας βουλευτού» και το θέμα έμεινε ως εκεί.

Δεν μπορεί κανείς να προβλέψει ποια θα είναι η έκβαση της υπόθεσης και ποια πορεία θα επιλέξει ο Γενικός Εισαγγελέας, νοουμένου ότι μία έρευνα που έγινε από δύο καταρτισμένους λειτουργούς κατέληξε σε συμπέρασμα ότι υπάρχει επαρκής μαρτυρία για ενδεχόμενη διάπραξη αδικημάτων. Αποτελεί, ωστόσο, ερώτημα εάν θα αλλάξει στάση η Νομική Υπηρεσία, δεδομένου ότι την προηγούμενη φορά θεώρησε ότι υπήρξε αδιέξοδο. Σημειώνεται, πάντως, πως σύμφωνα με την έκθεση της Αρχής, οι λειτουργοί επιθεώρησης κατέληξαν ότι ήταν αίολοι οι ισχυρισμοί πως δόθηκαν, χωρίς αιτιολόγηση, οδηγίες από τη Νομική Υπηρεσία να μην προχωρήσει η διαδικασία άρσης της βουλευτικής ασυλίας του καταγγελλόμενου. Εάν, υπό το φως των νέων δεδομένων, αποφασιστεί ότι χρειάζεται η άρση της ασυλίας, τότε θα πρέπει να κατατεθεί αίτημα από τον Γενικό Εισαγγελέα στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Το ιστορικό της υπόθεσης

 

2007-2008

Τέσσερις συνεταίροι στη Λεμεσό, ένας εκ των οποίων ο Μαρίνος Σιζόπουλος συνέστησαν μια εταιρεία, την ΤΑΧΑΝ, η οποία αφού εξασφάλισε δάνεια 600 χιλιάδων λιρών αρχικά και 600 χιλιάδων ευρώ σε δεύτερη φάση, αγόρασε τέσσερα οικόπεδα στη Λάρνακα. Αφού πέρασαν αρκετά χρόνια και το δάνειο ήταν Μη Εξυπηρετούμενο η εταιρεία που συνέστησαν οι τέσσερις συνεταίροι πωλήθηκε σε Ιρακινό Επενδυτή.

2017

Μέχρι το 2017 η εταιρεία κατείχε το ακίνητο, ωστόσο δεν πλήρωνε δόσεις στην τράπεζα με αποτέλεσμα αυτό να καταστεί Μη Εξυπηρετούμενο. Τότε μετά από συζητήσεις, αποφασίσθηκε όπως η εταιρεία ΤΑΧΑΝ που κατείχε τα τέσσερα ακίνητα, να πωληθεί στον Ιρακινό και ο ίδιος να εξασφαλίσει κυπριακό διαβατήριο μέσω του ΚΕΠ.

Η αξία ωστόσο των τεσσάρων οικοπέδων δεν ήταν αρκετή για να καλύψει το προαπαιτούμενο των δύο εκ. ευρώ επένδυσης για να εξασφαλίσει κάποιος διαβατήριο. Κάπου εδώ είναι που τα πράγματα φαίνεται ότι πήραν λανθασμένη τροπή, καθώς, σύμφωνα με την καταγγελία, για την αγοραπωλησία της εταιρείας ΤΑΧΑΝ καταρτίστηκαν δύο αγοραπωλητήρια έγγραφα.

4/10/2017

Το πρώτο έγγραφο αφορούσε την αγορά της εταιρείας ΤΑΧΑΝ από τον Ιρακινό, για το ποσό των 2,025,000 ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιζόταν ότι ο Ιρακινός έκανε επένδυση πέραν των δύο εκ. και μπορούσε να λάβει το διαβατήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας.

17/10/2017

Το δεύτερο έγγραφο είναι αυτό που κατατέθηκε στην τράπεζα η οποία ουσιαστικά ήρθε σε διακανονισμό με τους μετόχους της εταιρείας, έτσι ώστε να εξοφληθεί το δάνειο. Συγκεκριμένα η τράπεζα συμφώνησε με τον Μαρίνο Σιζόπουλο και τους άλλους τρεις συνεταίρους ότι θα πληρώσουν 1,6 εκ. ευρώ, τα οποία θα κατέθετε ο επενδυτής και το υπόλοιπο του δανείου, 956 χιλιάδων ευρώ, θα διαγραφόταν. Έτσι και έγινε. Ο Ιρακινός ξεχρέωσε την τράπεζα και έγινε ο κύριος μέτοχος της εταιρείας TAXAN και κατ΄ επέκταση των τεσσάρων οικοπέδων στη Λάρνακα.

14/6/2018

Ο Ιρακινός λαμβάνει το Κυπριακό Διαβατήριο μέσω της επένδυσης που έκανε στην εταιρεία ΤΑΧΑΝ, παρουσιάζοντας το πρώτο πωλητήριο έγγραφο.

Φεβρουάριος 2019

Τον Φεβρουάριο του 2019 με επιστολές που στάλθηκαν από το Τμήμα Φορολογίας, ενημερώθηκαν οι διευθυντές των εταιρειών που είχαν μερίδιο στην ΤΑΧΑΝ, μεταξύ των οποίων και ο Μαρίνος Σιζόπουλος, ότι θα πρέπει εκάστη να πληρώσει ως φόρο κεφαλαιουχικών κερδών, το χρηματικό ποσό των 9707 ευρώ. Η φορολογία προέκυψε από την πώληση του μετοχικού κεφαλαίου που κατείχε η κάθε εταιρεία με βάση πωλητήριο έγγραφο με ημερομηνία 4/10/2017 στο οποίο καταγράφεται ότι το συνολικό ποσό της πώλησης του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ανέρχεται στις 2,025,000 εκ. ευρώ.

Σύμφωνα με τις καταγγελίες που υπεβλήθηκαν από τους διευθυντές των εταιρειών, η πώληση του μετοχικού κεφαλαίου που κατείχαν στην εταιρεία ΤΑΧΑΝ έγινε στη βάση πωλητήριου εγγράφου με μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας να είναι 1,6 εκ. ευρώ. Μάλιστα δήλωσαν πως πληροφορήθηκαν για την ύπαρξη του πωλητήριου εγγράφου των δύο εκ. τον Φεβρουάριο του 2019 από τις επιστολές του Τμήματος Φορολογίας. Κάτι όμως που διέψευσε ο εκ των συνεταίρων που συνελήφθη και ενέπλεξε στην υπόθεση και τους υπόλοιπους.

Μάρτιος 2019

Σύμφωνα με τον κ. Σιζόπουλο ο ίδιος προέβη σε καταγγελία στην Αστυνομία για την υπόθεση τον Μάρτιο του 2019, μετά δηλαδή από τον εντοπισμό της παρατυπίας από το Τμήμα Φορολογίας.

Ιούλιος 2019

Τον Ιούλιο του 2019 η Αστυνομία προχώρησε στη σύλληψη ενός εκ των τεσσάρων μετόχων της εταιρείας ΤΑΧΑΝ ο οποίος ανακρίθηκε. Ανακρινόμενος παραδέχθηκε την εμπλοκή του στην υπόθεση, ενώ έδωσε κάποιους ισχυρισμούς και παρέδωσε αριθμό εγγράφων προς υποστήριξη των όσων έλεγε. Μετά από έρευνα στα γραφεία και την οικία του παραλήφθηκαν έγγραφα ως τεκμήρια και ο ύποπτος αφέθηκε ελεύθερος χωρίς να κατηγορηθεί γραπτώς.

Οκτώβριος 2019

Τον Οκτώβριο του 2019 η Αστυνομία παρέδωσε τον φάκελο της υπόθεσης στη Νομική Υπηρεσία. Εκεί ήταν η πρώτη φορά που συζητήθηκε και το θέμα άρσης της ασυλίας του Μαρίνου Σιζόπουλου.

Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2019

Ένα μήνα αργότερα ο φάκελος της υπόθεσης επιστράφηκε στην Αστυνομία για να γίνουν εξετάσεις από το ΕΤΕΚ. Ο φάκελος επανήλθε στη Νομική Υπηρεσία επαναδιαβιβάστηκε στη Νομική Υπηρεσία για μελέτη και οδηγίες τον Δεκέμβριο του 2019.

Ιανουάριος 2020

Τον Ιανουάριο του 2020 και συγκεκριμένα στις 20 του μήνα πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στη Νομική Υπηρεσία στην οποία παρευρέθηκαν ο τέως Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης, η Έλενα Κλεόπα και η Πολίνα Ευθυβούλου και μέλη της Αστυνομίας, όπου εξηγήθηκαν τα γεγονότα της υπόθεσης και η υπάρχουσα μαρτυρία, ώστε να μελετηθεί από τη Νομική Υπηρεσία ο τρόπος για την άσκηση ενδεχόμενης ποινικής δίωξης. Στη σύσκεψη αποφασίσθηκε όπως η υπόθεση παραμείνει στη Νομική Υπηρεσία για οδηγίες.

10 Ιουλίου 2020

Στις 10 Ιουλίου του 2020, η Νομική Υπηρεσία άλλαξε χέρια και τον Κώστα Κληρίδη διαδέχθηκε ο Γιώργος Σαββίδης.

27 Ιουλίου 2020

Αποφασίστηκε η μη άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον οποιουδήποτε από τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. «Ο φάκελος επεστράφη από τη Νομική Υπηρεσία στην Αστυνομία και έκτοτε δεν υπήρχε οποιοδήποτε άλλο θέμα σε εκκρεμότητα, είτε για τη Νομική Υπηρεσία είτε για την Αστυνομία. Παρά ταύτα, δόθηκαν τότε οδηγίες για να παραπεμφθεί το θέμα στον Έφορο Φορολογίας για τη δική του αξιολόγηση, με βάση τη δική του αρμοδιότητα», όπως ανέφερε στην ανακοίνωσή της το 2022 η Νομική Υπηρεσία.

Σεπτέμβριος 2025-Έκθεση Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς

Οι Λειτουργοί Επιθεώρησης, από την ενώπιόν τους μαρτυρία,  κατέληξαν, στη βάση του βαθμού απόδειξης που εφαρμόζει η Αρχή κατά της Διαφθοράς, ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις που καταδεικνύουν ότι ο καταγγελλόμενος γνώριζε το πραγματικό τίμημα πώλησης των μετοχών της ΤΑΧΑΝ και την ύπαρξη του συμβολαίου ημερομηνίας  4/10/2017. Συγκεκριμένα, ενώπιον των Λειτουργών Επιθεώρησης,  μεταξύ άλλων, προσκομίστηκε έγγραφο το οποίο υπέγραψε ο καταγγελλόμενος, το οποίο παραπέμπει ρητά στο συμβόλαιο της  4/10/2017, το οποίο εμπεριείχε το αληθές τίμημα πώλησης των  μετοχών της ΤΑΧΑΝ. Επίσης, δύο αξιωματούχοι εταιρειών – μετόχων  της ΤΑΧΑΝ ανέφεραν ότι ο καταγγελλόμενος είχε γνώση επί του συμβολαίου ημερομηνίας 4/10/2017. 

Συνεπώς, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης κατέληξαν, στη βάση του βαθμού απόδειξης που εφαρμόζει η Αρχή, ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις οι οποίες συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι ο Καταγγελλόμενος και άλλοι τρεις αξιωματούχοι εταιρειών – μετόχων  της ΤΑΧΑΝ υπέγραψαν και υπέβαλαν σε Τράπεζα συμβόλαιο  πώλησης των μετοχών της εταιρείας TAXAN, ημερομηνίας  17/10/2017, με ψευδές τίμημα (€1.600.000), αποκρύπτοντας το  πραγματικό τίμημα (€2.025.000), το οποίο είχε καταγραφεί σε  προγενέστερο συμβόλαιο ημερομηνίας 4/10/2017 (υπογράφτηκε  δυνάμει πληρεξουσίου από έναν εκ των αξιωματούχων εταιρείας –  μετόχου της ΤΑΧΑΝ εκ μέρους όλων των μετόχων της ΤΑΧΑΝ). 

Στη βάση μαρτυρίας, οι λειτουργοί επιθεώρησης διαπίστωσαν ότι υφίστανται επαρκείς ενδείξεις οι οποίες καταδεικνύουν ότι η υπογραφή  του αλλοδαπού επενδυτή στο συμβόλαιο ημερομηνίας 17/10/2017,  είχε πλαστογραφηθεί.  Σύμφωνα με την κατάληξη των λειτουργών επιθεώρησης, η χρήση  του συμβολαίου ημερομηνίας 17/10/2017 έγινε με σκοπό την  παραπλάνηση τρίτου (ήτοι της Τράπεζας) και την απόκτηση κέρδους  – οικονομικού οφέλους (έκπτωση 37% στο ποσό του δανείου και τη  διαγραφή τους από εγγυητές του δανείου).

Στη βάση των πιο πάνω, οι λειτουργοί επιθεώρησης διαπίστωσαν  ενδεχόμενη παράβαση τεσσάρων άρθρων του Ποινικού Κώδικα και τα εν λόγω αδικήματα «εκ φύσεως συνιστούν πράξεις διαφθοράς», επειδή εμπεριέχουν τα στοιχεία του δόλου, της παραπλάνησης και του ιδιοτελούς σκοπού, προκάλεσαν περιουσιακή ζημία σε τρίτο πρόσωπο, παραβίασαν τους κανόνες διαφάνειας και χρηστής συναλλαγής και τελέστηκαν με σκοπό το αθέμιτο οικονομικό όφελος. Κατά τη θέση των λειτουργών επιθεώρησης, ο συντονισμένος δόλος συγκροτεί κατάχρηση εμπιστοσύνης, η οποία εντάσσεται, εκ φύσεως στην έννοια της διαφθοράς, κατά τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:

;