Βγήκε στην αντεπίθεση ο Μαρίνος Σιζόπουλος, αναφορικά με την απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Κατά της Διαφθοράς που δείχνει πιθανή εμπλοκή του σε ποινικά αδικήματα. Αναφέρθηκε στα γεγονότα που αφορά η καταγγελία την οποία διερεύνησε η Αρχή και υπέδειξε πως μετά την καταγγελία που έκανε ο ίδιος στο ΤΑΕ Αρχηγείου, δόθηκαν οδηγίες από τη Νομική Υπηρεσία να μην πληρώσει το ποσό που ζητούσε ο Φόρος, αφού δεν ήταν κάτοχος. Ο πρώην πρόεδρος της ΕΔΕΚ εξαπέλυσε εκ νέου και πυρά κατά της Αρχής Κατά της Διαφθοράς, υποδεικνύοντας ότι δεν έπρεπε να δημοσιοποιήσει το πόρισμα αλλά να το στείλει στη Νομική Υπηρεσία, αφού «υπάρχουν ενδείξεις, όχι αποδείξεις».
Την Παρασκευή, η Αρχή Κατά της Διαφθοράς εξέδωσε την απόφασή της στην καταγγελία που υποβλήθηκε από τον Γιώργο Βαρνάβα εναντίον του βουλευτή και τέως προέδρου της ΕΔΕΚ, Μαρίνου Σιζόπουλου και των συνεταίρων του. Σύμφωνα με τα ευρήματα της Αρχής, διαπιστώθηκε ενδεχόμενη παράβαση των άρθρων του ποινικού κώδικα για την απάτη, την πλαστογραφία και τον καταρτισμό πλαστού εγγράφου, την κυκλοφορία πλαστού εγγράφου και την συνωμοσία για καταδολίευση.
Ο Μαρίνος Σιζόπουλος, μιλώντας στο κρατικό ραδιόφωνο, επεσήμανε πως «κατέθεσα γραπτή επιστολή στην αρχή και αναμένω το πόρισμα για να το μελετήσω με τους νομικούς μου και να μπορώ να τοποθετηθώ. Θα υπάρχει δημοσιοποίηση συγκεκριμένων εγγράφων που απορρίπτουν κάποιους ισχυρισμούς που προκύπτουν από το πόρισμα και όπως έχει δημοσιοποιηθεί». Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσο υπάρχει η δυνατότητα να προβεί σε αυτές τις ανακοινώσεις, ο κ. Σιζόπουλος σημείωσε ότι «προηγουμένως θα συνεννοηθώ με τους νομικούς μου συμβούλους και είμαι προσεκτικός στις τοποθετήσεις μου επειδή δεν ξέρω την εξέλιξη των γεγονότων. Υπάρχουν τρία θέματα που οφείλω να δώσω απαντήσεις».
Όσον αφορά στην ουσία της καταγγελίας, ο κ. Σιζόπουλος σημείωσε ότι η Αρχή Κατά της Διαφθοράς εξέτασε συγκεκριμένα ζητήματα. «Το ένα είναι αν χρησιμοποίησα την πολιτική μου ιδιότητα για να ρυθμιστεί ένα ΜΕΔ εταιρείας που ήμουν κατά 25% μέτοχος και το δεύτερο για το διαβατήριο. Αυτά κρίθηκαν και έχουν ξεκαθαρίσει. Επικεντρώνεται η απόφαση σε ένα πλαστογραφημένο αγοραπωλητήριο που υπεγράφη μεταξύ εμάς και του πολίτη, που όταν διαπίστωσα ότι η υπογραφή του αγοραστή, που δεν το γνώριζα και μόνο ένα μέλος της εταιρείας που είχε κάνει τις διαδικασίες με τον δικηγόρο, τον Απρίλιο του 2019 κατήγγειλα την υπόθεση στο ΤΑΕ Αρχηγείου».
Όπως εξήγησε ο πρώην πρόεδρος της ΕΔΕΚ, «το πλαστό ήταν αυτό που μας έφερε στους τρεις μετόχους να υπογράψουμε. Εκείνο που λέει το πόρισμα ότι η τράπεζα δεν ήξερε δεν ευσταθεί. Οι τρεις μέτοχοι εξουσιοδοτήσαμε τον τέταρτο για την αγοραπωλησία. Το χαρτοσημασμένο έγγραφο είναι υπογραμμένο μόνο από τον αγοραστή και μόνο από τον εξουσιοδοτημένο μέλος. Το υπόλοιπο που μας έφερε για να το υπογράψουμε, είναι πλαστογραφημένη η υπογραφή του αγοραστή. Εμείς υπογράψαμε με την πρόνοια ότι θα το χαρτογραφήσει με τον δικηγόρο του και θα κατατεθεί στο Φόρο και δεν κατατέθηκε».
Στη συνέχεια, ο Μαρίνος Σιζόπουλος τόνισε ότι «ένα χρόνο μετά το Τμήμα Φορολογίας μας έστειλε επιστολή για καταβολή φόρου, για χρήματα που δεν ήμασταν κάτοχοι. Όταν παραλάβαμε την επιστολή παραξενευτήκαμε. Πήγα μαζί με ένα άλλο μέτοχο, ο τρίτος δεν μπορούσε να διεκδικήσει και ρωτήσαμε τι γινόταν. Του δείξαμε το έγγραφό μας, εκεί μας έδειξαν άλλο έγγραφο και όταν ρωτήσαμε τον άλλο μέτοχο μασούσε τα λόγια του. Εγώ κατήγγειλα την υπόθεση στο ΤΑΕ Αρχηγείου και ο φάκελος πήγε μέχρι και την Νομική Υπηρεσία και τελικά είχε μπει στο συρτάρι. Δόθηκαν οδηγίες στο Φόρο Εισοδήματος ότι από τη στιγμή που δεν ήμουν κάτοχος των 100,000 ευρώ να μην πληρώσω τον επιπρόσθετο φόρο. Ήταν οδηγίες της Νομικής Υπηρεσίας και το Δικαστήριο αποφάσισε ότι θα πληρώσει εκείνος που πλαστογράφησε το έγγραφο».
Ο κ. Σιζόπουλος επεσήμανε ότι τον Απρίλιο του 2020 ζήτησε ενημέρωση από την Αστυνομία για την πορεία της διερεύνησης της υπόθεσης και δεν την έλαβε. «Από τη στιγμή που η Νομική Υπηρεσία είχε δώσει οδηγίες, θεώρησα ότι έκλεισε η υπόθεση. Έκανε την πλαστογραφία του εκείνος έχει την ευθύνη του, η Νομική Υπηρεσία έχει την ευθύνη της που έδωσε οδηγίες. Τι άλλο να κάνω;», διερωτήθηκε.
Ο πρώην πρόεδρος της ΕΔΕΚ, στην τοποθέτησή του πρόσθεσε πως «αν συμμετείχα με οποιοδήποτε τρόπο στην πλαστογράφηση ή ήταν εις γνώση μου, γιατί να με απαλλάξουν από τις 100,000 ευρώ; Επιβεβαιώθηκε ότι δεν είχα εμπλοκή και γνώση, άλλος πήρε τα λεφτά και τελικά με απάλλαξε. Έχω μία απορία. Αφού υπάρχουν οι ενδείξεις και όχι οι αποδείξεις, γιατί σε αυτή την περίπτωση, δεν έστειλε το πόρισμα στην Εισαγγελία, για να λάβει ενημέρωση και να προχωρήσει η υπόθεση στο Δικαστήριο; Αλλά έτρεξε να δώσει ανακοίνωση με τις ενδείξεις ότι μπορεί να έχω εμπλοκή».
Ερωτηθείς τι πιστεύει ότι έπρεπε να γίνει, ο Μαρίνος Σιζόπουλος τόνισε ότι «δεν έπρεπε να δοθεί δημοσιότητα, από τη στιγμή που υπάρχουν ενδείξεις και όχι αποδείξεις, έπρεπε να το στείλει στη ΝΥ και όχι να το δημοσιοποιήσει. Τα δύο θέματα που ήθελε να διερευνήσει δεν εμπίπτουν στην εξουσιοδοσία της Αρχής. Για το ΜΕΔ είναι μεταξύ της εταιρείας και δεν έχει εμπλοκή δημόσιου τομέα. Η τράπεζα δέχθηκε την εξυπηρέτηση όταν καταβάλαμε το 125% του ποσού».
Και στις δύο περιπτώσεις, δεν είχε δικαίωμα να αναλάβει διερεύνηση η Αρχή Κατά της Διαφθοράς, υπογράμμισε ο κ. Σιζόπουλος. «Ανέλαβε, βρήκε το κομμάτι της πλαστογραφίας που εγώ κατήγγειλα και έκανε την έρευνα. Δεν εμπλέκεται το Τμήμα Φορολογίας, αφού έγινε διευθέτηση. Δεν γνωρίζω αν πλήρωσε ο άλλος, δεν με ενημέρωσαν. Κρατώ μία πισινή και έχω τις επιφυλάξεις μου για τις ενέργειες αυτές».
Ερωτηθείς για τις ενέργειες της εταιρείας που ήταν υπό εξέταση, ο Μαρίνος Σιζόπουλος σημείωσε πως «είχε αγοράσει ένα ακίνητο στην Αραδίππου με στόχο οικιστική ανάπτυξη. Λόγω διάφορων ζητημάτων με το μέτοχο που έκανε την πλαστογραφία, προσπάθησα από το 2012 να απαλλαγώ και έχω επιστολές του 2015 από τράπεζες που ζητούσα διευθετήσεις για να απαλλαγώ. Δεν το επέτρεπαν για δικούς τους λόγους και το 2017 που έγινε ΜΕΔ λάβαμε επιστολή που μας έλεγε ότι αν δεν διευθετηθεί θα πάμε Δικαστήριο. Ξεκίνησε νέος κύκλος διαβούλευσης για να γίνουν διευθετήσεις. Τελικά στάλθηκε επιστολή που αν γίνει η διευθέτηση με το 125%, θα απαλλαγούμε από τις επιπρόσθετες χρεώσεις».
Σχολιάζοντας αναφορά ότι έκανε ο ίδιος τις διαβουλεύσεις με την τράπεζα, ο κ. Σιζόπουλος τόνισε ότι «δεν έκανα εγώ τις διαβουλεύσεις, όλοι μαζί τις κάναμε. Όταν ο συγκεκριμένος μέτοχος μας είπε ότι έχει επενδυτή για να αγοράσει το ακίνητο, η τράπεζα μας είπε ότι για να άρει τις υποθήκες έπρεπε να κατατεθεί σωστά υπογεγραμμένο και χαρτοσημασμένο έγγραφο. Όταν ζητήσαμε ενημέρωση για το ποιος είναι ο αγοραστής μας είπε ότι δεν μπορούσε να μας αποκαλύψει την ταυτότητά του. Εκ των υστέρων αντιλήφθηκα γιατί δεν ήθελε να μας πει. Έκλεισε τις συμφωνίες και μας έφερε το συμβόλαιο να υπογράψουμε. Δεν ήταν χαρτοσημασμένο».
Ερωτηθείς για την αναφορά του ότι κάποιοι θέλουν πόλεμο, ο τέως πρόεδρος της ΕΔΕΚ ξεκαθάρισε πως «υπάρχουν διάφοροι, όλα στην ώρα τους. Δεν είναι τυχαία η καταγγελία την ώρα που έγινε. Το θέμα είδε το φως της δημοσιότητας αρκετά προηγουμένως. Όταν υπήρχε η απόφαση του Δικαστηρίου για πληρωμή του φόρου».
Παραπέμπει στο πόρισμα Νικολάτου ο Βαρνάβα
Μετά τον Μαρίνο Σιζόπουλο, για την υπόθεση τοποθετήθηκε και ο πρώην βουλευτής της ΕΔΕΚ, Γιώργος Βαρνάβα, ο οποίος έκανε την καταγγελία στην Αρχή Κατά της Διαφθοράς και θέλησε να αναφερθεί στο γεγονός ότι ο νυν Γενικός Εισαγγελέας, 27 ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, έδωσε οδηγίες στην Αστυνομία να αρχειοθετήσει την υπόθεση της καταγγελίας του κ. Σιζόπουλου.
«Όταν έκανα την καταγγελία είπα ότι δεν στρέφεται κατά του Γενικού Εισαγγελέα η καταγγελία μου. Ο κ. Σιζόπουλος αφήνει αρκετά κενά. Για την πολιτογράφηση, είπα ότι υπήρχε η υποψία ότι πιθανό το διαβατήριο να δόθηκε όχι με το σωστό τρόπο. Σας παραπέμπω στο πόρισμα Νικολάτου, στη σελίδα 736 μέχρι και 738 που γίνονται αναφορές σε αυτή την υπόθεση. Άκουσα τον κ. Σιζόπουλο που έχει μία μέθοδο πρώτα να δημιουργεί μία εικόνα ότι είναι αθώος και μετά να απειλεί».
Στη συνέχεια, ο κ. Βαρνάβα σημείωσε ότι «ένας βουλευτής του οποίου η Αρχή κατά της Διαφθοράς του καταλογίζει πράξεις διαφθοράς, βγαίνει δημοσίως και απειλεί ότι θα κάνει πόλεμο. Δεν λέει την αλήθεια. Γιατί δεν ρωτήσατε όταν πήγε να κάνει την καταγγελία εναντίον του συνεταίρου του, τι καταγγελία έκανε; Έκανε καταγγελία ότι δεν γνώριζε τη συμφωνία που είχε γίνει 4 Οκτωβρίου που αναφέρει τα 2,025,000 ευρώ αλλά γνώριζε τη συμφωνία για τις 17 Οκτωβρίου. Ήταν γνώστης για την πλαστογραφημένη συμφωνία και όχι την προγενέστερη».
Αναφερόμενος στην καταγγελία του στην Αρχή Κατά της Διαφθοράς, ο Γιώργος Βαρνάβα επεσήμανε ότι «προσωπικά κατέθεσα έγγραφο στο οποίο ο κ. Σιζόπουλος στα αγγλικά υπογράφει και λέει ότι πιστοποιεί ότι έλαβε το ποσό για την παραχώρηση των μετοχών μου, βάσει της συμφωνίας της 4ης Οκτωβρίου. Ο κ. Σιζόπουλος κατήγγειλε το συνέταιρό του, συνελήφθη, ερευνήθηκε το σπίτι και το γραφείο του, παραδέχθηκε τι συνέβη. Μετά από όλα αυτά η Αστυνομία απευθύνθηκε στη Νομική Υπηρεσία, ζητώντας άρση της ασυλίας του κ. Σιζόπουλου για να τον ανακρίνει».
Κλήθηκε πριν από το Πάσχα ο κ. Σιζόπουλος και κατέθεσε στην Αρχή Κατά της Διαφθοράς. Κατέθεσε όλα τα έγγραφα που είχε να καταθέσει. Μετά από όλα αυτά, έκριναν οι άνθρωποι ότι υπάρχει ενδεχόμενη εμπλοκή του κ. Σιζόπουλου σε ποινικά αδικήματα, πρόσθεσε.
«Αν ο καθένας θέλει να αποδείξει την αθωότητά του, τότε η ΝΥ να προχωρήσει με την άρση της ασυλίας του και να προχωρήσει η υπόθεση στη Δημοκρατία. Αν έρθει εις γνώση μου ένας πολιτειακός αξιωματούχος προέβη σε θέματα διαφθοράς και έχω στοιχεία, δεν έχω την υποχρέωση να το καταγγείλω; Πρέπει ο Μαρίνος Σιζόπουλος να σταματήσει το σενάριο ότι όλοι τον κυνηγούν», κατέληξε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: