«Επιάν τον ζωντανό τζιαι επαίζαν τον στη κκελλέ… Εγώ ετέλειωσα στην αναγνώριση»

«Που μας εκαλέσαν να πάμε για αναγνώρισην, δεν είσιεν πιο τραγικό πράμα... Δεν έχω λόγια να το περιγράψω… Να μπεις μες τζίνο το δωμάτιο τζιαι να δεις έναν σκελετόν πάνω στο τραπέζι… Ούτε ένα κοκκαλούι δεν έλειπε... Η κεφαλί ήταν η ίδια, εθώρες την μπροστά σου… Εγώ έπαθα σοκ… Ως τζιαμέ ήταν… Εγύριζα μες το δωμάτιο, δεν ξέρω τι έκαμνα…

Όταν μου είπαν ότι τα τελευταία λόγια του ήταν ‘Παναγία μου, τα μωρά μου’, άκουε με η γειτονία που επαούριζα… Παναγία μου, ήταν τραγικό πολλά… Τζιαι μετά ακόμα που έμαθα πώς τον εσκοτώσαν, ήταν πολλά σσιρόττερα...

Το να πέσει όλμος και να σκοτωθεί κάποιος, είναι ήρωας σίουρα… Αλλά το να στέκει απέναντι του και να τον παίζει συνέχεια, εν ξέρω... Άμαν το έμαθα ήταν να πελλάνω, εν μπορώ να το χονέψω…».

Λόγια σκληρά... Λόγια πονεμένα... Λόγια από τη σύζυγο ενός αγνοούμενου, που τελικά δεν ήταν ποτέ αγνοούμενος... Μια σύζυγος που για 25 ολόκληρα χρόνια, θεωρούσε πως ο άνδρας της ήταν αγνοούμενος, αλλά την ίδια ώρα βρισκόταν θαμμένος στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας. Τελικά, οι κυπριακές Αρχές εντόπισαν και επέστρεψαν τα λείψανα στην οικογένεια το 2000. Η υπόθεση του Χριστοφή Βασιλείου Ππασιά, που βγήκε ξανά στην επιφάνεια, ήρθε να δώσει ένα ηχηρό χαστούκι στην Κύπρο, καθώς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καλεί σήμερα το κυπριακό κράτος να πληρώσει σχεδόν 60.000 ευρώ στους συγγενείς ως ηθική βλάβη.

Τα χρόνια πέρασαν και οι πληγές όμως παραμένουν ορθάνοικτες και δεν επουλώνονται με οικονομικές αποζημιώσεις... Ο πόνος της κυρίας Γεωργίας Βασιλείου είναι αβάστακτος και κανείς δεν μπορεί να την παρηγορήσει... Η ψευδαίσθηση του αγνοούμενου άνδρα της, που μόνο αγνοούμενος δεν ήταν για τόσες δεκαετίες, είναι και η μεγαλύτερη μαχαιριά στη ματωμένη της ψυχή... 

«Εικοσιέξι χρόνια ήταν αγνοούμενος ο άνδρας μου… Εν ενημερωθήκαμε ποττέ, ενώ ήταν δίπλα μας θαμμένος… Ο άντρας μου εδούλευκε στη Δεκέλεια, τζιαι εσηκώθηκε η ώρα έξι το πρωί γιατί έπρεπε να φύει… Εγώ εμάχουμουν να σηκώσω τα τρία μωρά μου, η μικρή μου κόρη ήταν έντεκα μηνών, ο γιος μου έξι χρονών και η κόρη μου η μεγάλη εφτά χρονών. Όσπου να φύει εξαναστράφηκε πίσω τζιαι μετά έφυε πάλε γιατί κάτι έγινε είπε μου… Έπιασα τα μωρά μου και επία στη μανά μου η οποία μένει κοντά στα εκκλησία, τζιαι ήταν ο κόσμος τζιαμέ, αλλά εν έφτασα τον άνδρα μου εγώ τζαμέ. Εβάλαν τους πάνω στα Land Rover και εφύαν τους. Επήραν τους που τους επήραν τζιαι έτσι εξεκίνησε ο πρώτος γύρος…».

«Ελάλουν του μεν πάεις, σκέφτου τα μωρά μας»

Στον πρώτο γύρο επήραν τους στον Άγιο Παύλο που ήταν πάρα πολλοί χωρκανοί μας, Ξυλοφαΐτες. Μόλις ετέλειωσε ο πρώτος γύρος εσπάσαν τα τύμπανά του, τζιαι επήραν τον στο Νοσοκομείο, που του εδώκαν άδεια για να μείνει σπίτι μια εφτομάδα. Έσσισεν του την ο αξιωματικός την άδεια, αλλά εμείς επίαμεν τζιαι επιάσαμεν τον μόλις ετέλειωσε ο πρώτος γύρος, εφέραμεν τον σπίτι τζιαι μετά ειδοποιήσαν τον να πάει πίσω. Εγώ συνέχεια έκλαια, έκλαια να μεν πάει αλλά εν με άκουσε...

-Ανησυχούσατε...

Ου μάνα μου... Που επίαμε να τον φέρουμε αφού τζιαι είδα τον τόπο, ππεεε, μάνα μου, μάνα μου, εν με έκαμνε καλά κανένας… Ελάλουν του μεν πάεις, μεν πάεις, σκέφτου τα μωρά μας, αλλά τίποτε… Ελάλε μου εγώνι εν να πάω, οι άλλοι που εν τζιπάνω εν νε κρίμα; Ήθελε να πάει να πολεμήσει τζιαι έφυεν…

-Ελάλεν το η ψυχή του, ήθελε να πολεμήσει... 

Ναι μάνα μου... Αφού στις 14 Αυγούστου που ήταν ο δεύτερος γύρος, έπιασαν τον τόπο τζιαμε οι Τούρτζιοι τζιαι εσκοτώθηκαν τέσσερις χωρκανοί μας που το φυλάκιο τούτο. Αλλά στον άνδρα μου εν έππεσε ούτε όλμος, ούτε πόμπα, ούτε χειροβομβίδα. Επιάσαν τον ζωντανό, τζιαι επαίζαν τον με το πιστόλι. Τούτα εμάθαμεν τα που επιάμε για αναγνώριση… Επαίξαν τον πας τη σαούνα τζιαι πας την αγκώνα, ήταν πάνω του οι σφαίρες ακόμα. Η σιαγόνα του εμοιράστηκε… Τζιαι όμως την ώρα που τον εκτελούσαν, εφώναζεν ‘Παναγία μου, τα μωρά μου, τα μωρά μου…’. Ακούσαν τον οι άλλοι που ήταν μες το φυλάκιο, μες το σπίτι… Τζιαι έτσι επάιξαν τον τελικά…

Άμαν επέρασαν έξι-εφτά χρόνια, εγώ είπα ότι πρέπει να του κάμνω το μνημόσυνο στην εκκλησία διότι εν είμαι μωρό τζιαι εν καταλάβω… Ήταν να ζιει και να μεν τα κατάφερνε να επικοινωνήσει μαζί του οποιοσδήποτε;

«Ελαλούσαμεν ψέματα των μωρών μου»

«Ήμουν για πέντε χρόνια στο κρεβάτι εγώ… Αρρώστησα τζιαι ήμουν στο κρεβάτι… Ετζοιμήζαν με οι γιατροί, ούτε έτρωα, ούτε τίποτε… Ήρταν οι αρφάες μου τζιαι εμεινίσκαν σπίτι μου. Ούτε ήξερα αν είχα μωρά, ούτε τίποτε…

Μετά θείες μου που την Αγγλία εκόψαν μου εισιτήριο με το μωρό μου. Άμαν επία στην Αγγλία για ενάμησι μήνα, διούσε μας η Κυβέρνηση τριάντα λίρες τον μήνα επειδή είχα τρία μωρά. Είχα το μωρό μου με το γάλα, είχα τα μωρά μου που αρρωστούσαν κάθε λίγο, συνέχεια έρκουνταν γιατροί σπίτι μου. Ίσια που γλύτωσα τζιαι γω… Οι γονείς μου άφησαν τα περβόλια τους και όλα και μας έτρεχαν εμάς και τα μωρά μου... 

Στις αρχές ελαλούσαμεν ψέματα των μωρών μου, ότι εν στην Αγγλία τζιαι ποτζεί ποδά ο παπάς τους, εκλαίαν όμως τζιαι εγύρευκαν τον. Εν ηθέλαμεν να τους πούμεν την αλήθκεια. Μετά ήρταν οι ξαδέλφες μου που την Αγγλία, τζιαι λαλούν μου τα μωρά μου καλά οι θείες ήρτασιν, ο παπάς μας γιατί εν έρκεται, αφού θέλουμεν τον. Εμεγαλώναν τζιαι εκαταλαβαίναν τα μωρά μου… Επιέναν στο σχολείο χωρίς έχουν στην πούγκα τους ένα σεντ… Που ήταν να τα έβρω να τους δώκω; Εν είχε κάποιον να μας βοηθήσει…

-Πώς τα καταφέρατε; Και τότε ήταν πολλά δύσκολοι οι καιροί... 

Επία δουλειά μετά σε ξενοδοχείο… Άρκεψα τζιαι έφερνα τον νου μου τζιαι μόλις έπιασα τα πρώτα λεφτά, επία σπίτι, έκατσα πας την καρκόλα τα μωρά μου τζιαι εσιόνοσα τους τα πάνω στο κρεβάτι. Τζιαι λαλώ τους πιάστε όσα θέλετε τζιαι να πάτε να γοράσετε ότι θέλετε… Πόσα χρόνια επεράσαν να δούμε λεφτά μες τα σιέρκα μας…

Το σπίτι μου εκαταστράφηκε ολοσχερώς, τα πογιατίσματα μου, τα παράθυρα τα ξύλενα ελύσαν, εβάλλαμεν τους ρούχα τη νύχτα για να κλείουν, επεράσαμεν πολλή φτώσιαν…

-Και 25 χρόνια μετά μάθατε την αλήθεια... 

Ναι... Στα 25 χρόνια μάθαμε την αλήθεια… Πρώτα μας εζήτησαν να πάμε να δώσουμε αίμα για το DNA, τζιαι επίαμε ούλλοι… Επειδή είχαν το DNA του όμως, εγιούτισε με τον γιο μου και τον κουνιάδο μου. Τζιαι όντως ήταν τούτος… Τζιαι ορισμένες πληροφορίες που με ρωτήσασην αν είχε δάκτυλο κομμένο, χέρι και πόδι, τζιαι εγώ είπα ότι είχε δόντια ξένα ασημένα. Τζιαι όντως ήταν τζίνος, αναγνωρίσαν τον γιατί είχε τζιαι τον σταυρό του.

Ήρτε τζιαι αστυνόμος σπίτι μας που ζωγραφίζει ότι λαλείς. Τζιαι εθέλαν μια μικρή πληροφορία για να είναι εκατόν τοις εκατόν σίουροι ότι εν τζίνος. Εφόρουν τον σταυρό μου τζιαι έδειξα του τον. Γιατί μόλις έφυε που σπίτι μας τότε για τελευταία φορά, μετά έστειλε μου μια επιστολή πάνω σε ένα κομμάτι ψαρόκολλα, τζιαι έθελεν κάτι να του στείλω. Τζιαι πας τη φανελούα του έπιασα τον σταυρό του γιο μου που εβαφτίστηκε και έβαλα του τη πας τη φανελούα με τη καρφιτσούα. Τζιαι εβρέθηκε τζιαι ο σταυρός του, τζιαι το ρολόι του. Άμαν τους έδειξα τον σταυρό μου εσυμφώνησαν οι αστυνομικοί. Τζιαι είπαν μας αύριο θα έρτουμε να σας ενημερώσουμε ότι εν τούτος.

-Πόσο ψυχοφθόρα ήταν η στιγμή της αναγνώρισης;

Ου... Μάνα μου... Τι να σου πω... Δεν μπορείς να καταλάβεις... Πόνος... Πολλής πόνος... Που μας εκαλέσαν να πάμε για αναγνώριση, δεν είσιεν πιο τραγικό πράμα... Δεν έχω λόγια να το περιγράψω… Να μπεις μες τζίνο το δωμάτιο τζιαι να δεις έναν σκελετόν πάνω στο τραπέζι… Ούτε ένα κοκκαλούι δεν έλειπε... Η κεφαλί ήταν η ίδια, εθώρες την μπροστά σου… Εγώ έπαθα σοκ… Ετέλειωσα... Ως τζιαμέ ήταν… Εγύριζα μες το δωμάτιο, δεν ξέρω τι έκαμνα…

-Από την μια πονούσατε και από την άλλη νιώθατε όμως «ικανοποίηση»;

Ναι μάνα μου... Νιώθεις μια ικανοποίηση ότι ήβρες τον άνδρα σου, αλλά εν πολλής ο πόνος, πάρα πολλής… Εν μπορώ να το σκέφτουμαι... Ήταν τραγικό πάρα πολλά… Εκλαίαμεν ούλλοι μας… Αγκαλιαστήκαμε τζιαι εκλαίαμεν... Εκλαίαμεν, εκλαίαμεν… Θυμούμε τα ούλλα... Έπρεπε να γινεί… Μετά μας εδώκαν τζιαι τα προσωπικά του αντικείμενα… Ο γιος μου είδε πάνω στο κράνος του μαλλιά… Τζιαι εξαναεπήε πίσω, τζιαι εζήτησε τζιαι τα υπόλοιπα μαλλιά του, τζιαι εδώκαν μας μες το φακελούι… Τον σταυρό του, τα παπούτσια του, κέρματα που είχε πάνω του…

Όταν μου είπαν ότι τα τελευταία λόγια του ήταν ‘Παναγία μου, τα μωρά μου’, άκουε με η γειτονία που επαούριζα… Παναγία μου, ήταν τραγικό πολλά… Τζιαι μετά ακόμα που έμαθα πώς τον εσκοτώσαν, ήταν πολλά σσιρόττερα...

Το να πέσει όλμος και να σκοτωθεί κάποιος, είναι ήρωας σίουρα… Αλλά το να στέκει απέναντι του και να τον παίζει συνέχεια, εν ξέρω... Άμαν το έμαθα ήταν να πελλάνω, εν μπορώ να το χονέψω…

-47 χρόνια μετά, καταφέρατε να δικαιωθείτε και εσείς και η οικογένεια σας, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Τι σημαίνει αυτή η απόφαση για σας; 

Δικαίωση μάνα μου... Δικαίωση.. Σήμερα μετά την απόφαση νιώθω μεγάλη ικανοποίηση και δικαίωση... Πρέπει να δικαιωθεί όμως όλος ο κόσμος…  Τζιαι τα μωρά μου σιέρουνται τωρά που δικαιώθηκε ο πατέρας τους… Νιώθουμε δικαίωση, όχι μόνο για εμάς, αλλά για όλους τους αγνοούμενους τους πεσόντες. Έχουν τους ούλλους τζιαμέ, τζιαι περιμένουν τόσες οικογένειες. Εκάψαν μας… Να μας παίρνουν κάθε μέρα στη Λευκωσία για εκδηλώσεις, τζιαι να ξέρουν ότι εν τζιαμέ θαμμένοι… Τι ήταν τούντα πράματα; Εσκοτώναν μας κάθε μέρα… Δεν εμπορούσα να σταθώ στα πόδια μου… Για μας εν μια δικαίωση... 

-Αν έρχονταν σήμερα, εκ μέρους του κράτους, και σας έλεγαν μια συγνώμη, τι θα τους λέγατε; 

.... (σ.σ η κ. Γεωργία έκανε παύση μερικών δευτερολέπτων) 

-Θα την δεχόσασταν; 

Μάνα μου...  Ούτε ‘γω ξέρω τι να τους πω, αν πουν συγνώμη… Εγέρασα, ετέλειωσε ο κύκλος της ζωής μου... Αλλά έχω τα μωρά μου δίπλα μου…

-Ναι καταλαβαίνω... 

Αλλά τη συγνώμη τι να την κάμω σήμερα…; Έχω πολλή πόνο μέσα μου, αλλά νιώθω ικανοποίηση για να βγει το όνομα του άντρα μου έξω, να μάθει ο κόσμος ποιος ήταν… Που δεν εδέχτηκε να μείνει σπίτι του, τζιαι επίε να πολεμήσει… Ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος, ούτε να μιλήσει πολλά, αλλά δεν θα τον ξεχάσω ποττέ μου που έστησε τόσο πείσμα να φύει τζιαι να φύει, δεν εσκέφτετουν τίποτε…

Πρώτα πρώτα η Κυβέρνηση, έπρεπε να δει τις οικογένειες που επεινούσαν. Δεν είχα από καμιά πλευρά βοήθεια, εκτός που τζίντες τριάντα λίρες. Σκεφτείτε τι ζήσαμε εμείς και τα μωρά μου… Πού ήταν το κράτος τούντα χρόνια; Μισό πλάσμα έμεινα…

-Εκαταφέρετε τα όμως και πρέπει να νιώθετε περήφανη για τα παιθκιά σας... 

Εκαταφέραμεντα. Επαλέψαμε πολλά, μα εκαταφέραμεν τα... Είχα τον Θεό δίπλα μου όμως, σε μένα τζιαι στα μωρά μου. Δόξα να έχει… Μου έδινε δύναμη και με φώτιζε για να είμαι δίπλα στα μωρά μου… Ποττέ τους δεν επαραπονέθηκαν τα μωρά μου, ποττέ τους δεν είπαν τίποτε… Όπως τα εβρίσκαν, επαιρνούσαν τα μωρά μου, χωρίς να ζητούν τίποτε παραπάνω…

Δειτε Επισης

Απουσιάζει από τον χώρο διαμονής του εδώ και δύο μέρες 38χρονος Τούρκος
Ανήλικος απουσιάζει από τον χώρο διαμονής του-Ζητά πληροφορίες η Αστυνομία
Καταζητούμενοι από την Interpol εντοπίστηκαν στα κατεχόμενα
Τους έπιασαν να οδηγούν αυτοκίνητο στο οποίο τοποθετήθηκε μηχανή κλεμμένου οχήματος
Θεώρησε πως θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα στην κοινωνία το Εφετείο εάν ανέστελλε την ποινή του 82χρονου
Επιτέθηκαν σε 26χρονο, του άρπαξαν την τσάντα και τον έριξαν στο έδαφος
Δεκτή από το Εφετείο η έφεση του Γ. Εισαγγελέα για έκδοση Ρωσογερμανού υπηκόου
Λίστα 100 ατόμων με πλαστά πτυχία έδωσε ο Όζερσαϊ στην «αστυνομία»
Στήριξη στον Νίκο Λοϊζίδη από Συμβούλιο Γραμματειακού Προσωπικού ΙΣΟΤΗΤΑΣ
Ποινή φυλάκισης δύο ετών σε 29χρονο για υπόθεση εμπορίας ναρκωτικών