Η ΕΔΕΚ ξεκαθάρισε στη βάση τεκμηριωμένων απόψεων, συνταγματολόγων διεθνούς κύρους, εκπροσώπων του ΟΗΕ ότι η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με το περιεχόμενο το οποίο συζητείται να εφαρμοστεί αποτελεί την χειρότερη μορφή νομιμοποιημένης διχοτόμησης της πατρίδας μας, δήλωσε ο Πρόεδρος του κόμματος Μαρίνος Σιζόπουλος.
Άλλο να έχω μια παράνομη κατάσταση που διεθνώς δεν νομιμοποιείται και να έχω την Κυπριακή Δημοκρατία να λειτουργεί και άλλο να προχωρήσω σε διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε νομιμοποίηση αυτού του πολιτειακού μορφώματος που εγκυμονεί κινδύνους για τη φυσική και εθνική μας επιβίωση, είπε ο κ. Σιζόπουλος, μιλώντας στο πλαίσιο εφ΄ όλης της ύλης τηλεοπτική δημοσιογραφική διάσκεψη Τύπου.
Ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι έχει θέσει σειρά ερωτημάτων στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που δεν έχουν απαντηθεί και τα οποία αφορούν στο κατά πόσον υπάρχει ομοσπονδία στον κόσμο “που ο λαός διαχωρίζεται στη βάση εθνοτικού ή θρησκευτικού κριτηρίου, μια ομοσπονδία που στις πολιτείες υπάρχει εγγυημένη πλειοψηφία ιδιοκτησίας γης, εδάφους και πληθυσμού ή μια ομοσπονδία οποιουδήποτε τύπου που η σύνθεση των οργάνων προέρχεται στη βάση συμμετοχής από εθνοτική ή θρησκευτική προέλευση ή σε ποια ομοσπονδία που είναι ένα κράτος και ένας λαός γίνονται δύο ξεχωριστά δημοψηφίσματα για να επικυρωθεί το ίδιο θέμα και για να υπάρχει επικύρωση να χρειάζεται ξεχωριστή πλειοψηφία”.
Διαφωνούμε με πάρα πολλά από αυτά τα οποία υπήρξαν μέχρι σήμερα ως συγκλίσεις στις συζητήσεις στο Κυπριακό, κυρίως στα θέματα της διακυβέρνησης που είναι η ουσία επίλυσης του Κυπριακού και μετά έρχεται η ασφάλεια και οι εγγυήσεις, ανέφερε, προσθέτοντας ότι “παρόλα αυτά η υπεύθυνη πολιτική μας στάση και συμπεριφορά λέει ότι θα πρέπει να συνεχίσουμε να υποβάλουμε για όλα τα ζητήματα εποικοδομητικές προτάσεις ώστε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκεί και όπου θέλει να τις αξιοποιήσει να το πράξει”.
Ανέφερε ότι η Τουρκία επιχειρεί να επιβάλει τη λύση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας για να της δώσει τη δυνατότητα να ελέγχει πλήρως την τ/κ περιοχή και δια μέσου αυτής να μπορεί να ελέγχει ολόκληρη τη λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας, διαμέσου του θεσμού της διακυβέρνησης, του νομοθετικού σώματος, του ανωτάτου δικαστηρίου και άλλων.
Είπε ότι σήμερα η Τουρκία έχει δύο πρόσθετους λόγους να το επιδιώκει αυτό που είναι να μπορεί να αξιοποιεί με αυτό τον τρόπο τους υδρογονάνθρακες της περιοχής και να μπορεί διαμέσου της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας να έχει λόγο και ρόλο σε θέματα που αφορούν τη λειτουργία της ΕΕ.
Ανέφερε επίσης ότι η συμμετοχή όλων των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας σε μια διεθνή διάσκεψη δεν πρέπει να αποτελεί πρωτοβουλία των τρίτων αλλά αίτημα της Κυπριακής Δημοκρατίας που έχει υποστεί τις συνέπειες της εισβολής έτσι ώστε “να μπορέσουμε να εξ` ορθολογήσουμε την αρνητική στάση και συμπεριφορά των ΗΠΑ και της Βρετανίας στο Κυπριακό”.
Είπε ακόμη ότι θα πρέπει να απαιτηθεί επίσημη πρόσκληση προς την Κυπριακή Δημοκρατία για να είναι παρούσα και οι δύο κοινότητες να εκπροσωπηθούν δια μέσου της Κυπριακής Δημοκρατίας και πρόσθεσε ότι “δεν μπορούμε εμείς οι ίδιοι να θέτουμε εν αμφιβόλων την παρουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας”.
Απαντώντας σε ερώτηση, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, όπως το έχει κάνει ξεκάθαρο η Γαλλία, δεν είναι να ασχοληθούν με την εσωτερική πτυχή αλλά κυρίως με τη διεθνή πτυχή και με την εφαρμογή χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις και χωρίς ακρωτηριασμούς του ευρωπαϊκού κεκτημένου γιατί στο τέλος της ημέρας η ΕΕ θα κληθεί να διαχειριστεί τις όποιες παρεκκλίσεις.
“Προβλήματα θα υπάρξουν και σε άλλες χώρες της ΕΕ από μια λύση όπου στην Κύπρο θα υπάρχουν μόνιμες παρεκκλίσεις του ευρωπαϊκού κεκτημένου στηριγμένες στη βάση της εθνοτικής ή ακόμη και της θρησκευτικής προέλευσης του πληθυσμού γιατί και οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ δεν είναι πληθυσμιακά απόλυτα ομοιογενείς”, πρόσθεσε.
Ερωτηθείς κατά πόσον η μεταβατική περίοδος μπορεί να συνδέεται με το θέμα των εγγυήσεων, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι εισήγηση του στο Εθνικό Συμβούλιο από τον Φεβρουάριο του 2015, ήταν ότι “η κυπριακή Κυβέρνηση θα έπρεπε να καταθέσει συγκεκριμένο αίτημα στο Συμβούλιο Ασφαλείας και να ζητήσει τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης για το Κυπριακό με την παρουσία των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Κυπριακής Δημοκρατίας για να συζητηθεί η διεθνής πτυχή του Κυπριακού, κάτι που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συστηματικά απέρριπτε”.
Ανέφερε ότι “σήμερα, η κυπριακή Κυβέρνηση και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπαναχωρούν από την πάγια θέση που είχαμε εδώ και 42 χρόνια ότι απορρίπτουμε πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό και προχωρούμε σε μια πενταμερή διάσκεψη με ότι αυτό συνεπάγεται ως κίνδυνος”, προσθέτοντας ότι “ο μεγάλος κίνδυνος είναι μέσα από την πενταμερή διάσκεψη όπου θα συμμετέχουν κυβερνήσεις αλλά δεν θα συμμετέχει η Κυπριακή Δημοκρατία αυτό θα προσυπογράψει και τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα επιβεβαιώσει τη θέση της Τουρκίας ότι είναι εκλιπούσα”.
Αναφορικά με το θέμα της μεταβατικής περιόδου, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι “εγκυμονούνται πολλαπλοί κίνδυνοι” και ότι σε κύκλους της ΕΕ γίνεται συζήτηση για να διαμορφωθεί ένα μοντέλο ενδιάμεσου κράτους, μεταξύ της ημερομηνίας που θα αποφασιστεί η λύση μέχρι την εφαρμογή, το οποίο “να έχει την ευθύνη ως κράτος γέφυρα για τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων από την Κυπριακή Δημοκρατία στο νέο πολιτειακό και κρατικό μόρφωμα που θα προκύψει”.
Ανέφερε ότι αυτό θα είναι ακόμη ένα στοιχείο κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και για αυτό η ΕΔΕΚ εισηγήθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι η οποιαδήποτε απόφαση θα ληφθεί για τη λύση του Κυπριακού θα περιλαμβάνει υποχρεώσεις που θα πρέπει οι δύο πλευρές να αναλάβουν να υλοποιήσουν, προσθέτοντας ότι “οι ελάχιστες υποχρεώσεις που θα πρέπει να ληφθούν από την τουρκική πλευρά θα πρέπει να είναι η πλήρης αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, η προετοιμασία για την εισαγωγή του ευρώ και η απόσυρση της τουρκικής λίρας και η προετοιμασία για την απόδοση των εδαφών που θα επιστρέψουν οι Ε/κ”.
Αν και εφόσον στο χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί υλοποιηθούν αυτές οι υποχρεώσεις και αυτές οι δεσμεύσεις μόνο τότε να τεθεί σε εφαρμογή η έναρξη της συμφωνίας, ανέφερε και πρόσθεσε ότι μέχρι εκείνη την ημερομηνία θα πρέπει να υπάρχει η επέκταση του σημερινού καθεστώτος κάτω από την αιγίδα και εποπτεία του ΟΗΕ.
Σε παρατήρηση ότι ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Κοτζιάς ανέφερε ότι δεν θα μπορούσε να αποχωρήσει ο κατοχικός στρατός την επομένη ημέρα της λύσης, ο κ. Σιζόπουλος χαιρέτισε τις ξεκάθαρες θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης και πρόσθεσε ότι έχει πολύ μεγάλο διάστημα να ακούσουμε από ελληνική κυβέρνηση τόσο ξεκάθαρες θέσεις για το Κυπριακό”.
Ανέφερε ότι είναι λογικό ότι θα χρειαστεί κάποιο χρονικό διάστημα για να υλοποιήσουν οι δύο πλευρές τις υποχρεώσεις τις οποίες θα αναλάβουν και πρόσθεσε ότι για αυτό ανέφερε ότι “αντί σε αυτό το χρονικό διάστημα να λειτουργεί ένα αμφίβολης συνταγματικής και πολιτειακής νομιμότητας καθεστώς το οποίο μπορεί να θεωρηθεί και ως κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας να συνεχίσει το καθεστώς όπως υπάρχει σήμερα και όταν η τουρκική πλευρά θα είναι έτοιμη να υλοποιήσει αυτές τις υποχρεώσεις μεταξύ των οποίων και η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων τότε να ενεργοποιηθεί και η λύση”.
Κληθείς να σχολιάσει πληροφορίες ότι τα ΗΕ επεξεργάζονται σχέδιο για να υπάρξει μια ενδιάμεση λύση στις συζητήσεις στη Γενεύη με στόχο να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο συμφωνίας που θα συζητηθεί στη συνέχεια με τη συζήτηση όλων των ανοικτών θεμάτων, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι αυτό βρίσκεται σε πλήρη σύγκρουση με τα όσα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεσμεύτηκε στο Εθνικό Συμβούλιο και με τα όσα ανέφερε στο διάγγελμα της 23ης Νοεμβρίου και πρόσθεσε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ξεκαθαρίσει ότι για να μπορέσουμε να πάμε σε μια διάσκεψη για το Κυπριακό θα έπρεπε τα υπόλοιπα θέματα να είναι κλειστά, να είναι κλειστό και το εδαφικό και πρόσθεσε ότι για να κλείσει το εδαφικό θα έπρεπε να υπάρχει συγκεκριμένη συμφωνία στα κριτήρια που να είναι αντικειμενικά και αποτύπωση των κριτηρίων σε χάρτη.
Ερωτηθείς αν έχει μετανιώσει από την δημοσιοποίηση των πρακτικών του Εθνικού Συμβουλίου, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι δεν πρόκειται για διαρροή εγγράφων του Εθνικού Συμβουλίου, προσθέτοντας ότι “μας υποχρέωσαν να οδηγηθούμε στην ανάγνωση αποσπασμάτων πρακτικών για να μπορέσουν οι πολίτες να έχουν προσωπική άποψη” γιατί στην ενημέρωση που έκανε, όπως είπε, προς τον λαό, επικαλούμενος την ενημέρωση που είχε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε σχέση, μεταξύ άλλων, με τις τέσσερις ελευθερίες, τον γεωγραφικό διαχωρισμό και τις εγγυημένες πλειοψηφίες, “είχαμε μια ενορχηστρωμένη επίθεση και από το προεδρικό περιβάλλον αλλά και φιλικά προσκείμενες εφημερίδες και δημοσιογράφους ότι τάχατες παραποιούμε τα όσα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας ενημερώνει στο Εθνικό Συμβούλιο”.
“Δεν έχουμε μετανιώσει για αυτό που έχουμε κάνει αλλά εάν και εφόσον ξαναδεκτούμε παρόμοιου είδους υποτιμητικές προκλήσεις θα τα ξανασκεφτούμε και δεν το αποκλείω ότι θα το ξανακάνουμε”, πρόσθεσε.
Μεταρρύθμιση δημόσιας υπηρεσίας
Σχολιάζοντας την καταψήφιση από τη Βουλή των νομοσχεδίων για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι ο η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση “στην ουσία δεν αποτελεί μεταρρύθμιση αλλά απορρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας”, προσθέτοντας ότι η Νομική Υπηρεσία χαρακτήρισε τα νομοσχέδια “ως πρόχειρα και αντισυνταγματικά σε πλείστες τόσες πρόνοιες τους με αποτέλεσμα να αποσυρθούν και να επανέλθουν στη συνέχεια προς συζήτηση”.
Είπε ακόμη ότι “υπήρχε η απαίτηση μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η Βουλή να εγκρίνει όλα αυτά που για χρόνια ολόκληρα συζητούσε η κυβερνητική πλευρά”, προσθέτοντας ότι “υπήρχαν σοβαρά προβλήματα τα οποία δεν μας επέτρεπαν να στηρίξουμε αυτή τη νομοθεσία”.
Σύμφωνα με τον κ. Σιζόπουλο, μια μεταρρύθμιση θα πρέπει να περιλαμβάνει τρεις βασικούς πυλώνες που είναι η διαφάνεια και η αξιοκρατία, η υποβοήθηση της μείωσης της γραφειοκρατίας και η αύξηση της παραγωγικότητας.
Αναφερόμενος σε παραδείγματα, ο κ. Σιζόπουλος είπε ότι “υπήρχε πρόνοια στην οποία εισάγετο για πρώτη φορά η λεγόμενη διατμηματική προαγωγή που αφορούσε κυρίως επιλεκτικές προαγωγές σε υπαλλήλους από την κλίμακα Α11 μέχρι την Α13 με κριτήρια τα οποία ήταν αμφιλεγόμενα και τα οποία θα καθόριζε η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) για σκοπούς προαγωγής και ανέλιξης”.
“Η σύνθεση της ΕΔΥ δεν είναι αυτή που μας επιτρέπει να έχουμε μια αντικειμενική και αξιόπιστη εκτίμηση της προαγωγής ή της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων”, πρόσθεσε.
Δεύτερο στοιχείο, σύμφωνα με τον Πρόεδρο της ΕΔΕΚ, για ανώτερες διευθυντικές θέσεις, όπως αυτές των ιατρικών λειτουργών και των διευθυντών ή βοηθών διευθυντών τμημάτων, περιλαμβανόταν σύστημα στο οποίο κάποιος για να διοριστεί διευθυντές σε ιατρικό τμήμα νοσοκομείου θα έπρεπε να παρακαθίσει σε γραπτές εξετάσεις με 50 μονάδες στις 100, ενώ άλλες 20 μονάδες από τις 100 ήταν η προφορική εξέταση από την ΕΔΥ”.
“Από την ώρα που προωθείται η διαδικασία αυτονόμησης των νοσοκομείων γιατί υπάρχουν αυτές οι πρόνοιες σε ένα νομοσχέδιο μεταρρύθμισης της δημόσιας υπηρεσίας”, είπε ο κ. Σιζόπουλος, ο οποίος διερωτήθηκε ποιο είναι το γνωσιολογικό επίπεδο των ατόμων της ΕΔΥ που θα μπορούσαν να αξιολογήσουν αυτούς τους ανθρώπους .
Είπε ακόμη ότι “δεν υπήρχε πρόνοια που να βοηθά την δημόσια υπηρεσία να περιορίσει την γραφειοκρατία ή να αυξήσει την παραγωγικότητα της” και ήταν νομοσχέδια που αποσκοπούσα στο βόλεμα ημετέρων χωρίς να υπάρχει αξιοκρατία και να λαμβάνονται υπόψη τα αντικειμενικά κριτήρια.
ΠΗΓΗ:ΚΥΠΕ