Οι Υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεδρίασαν μέσω τηλεδιάσκεψης την Τετάρτη για να εξετάσουν τις προσπάθειες προς τερματισμό του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, με την Ύπατη Εκπρόσωπο Κάγια Κάλλας να υπογραμμίζει ότι κάθε ειρηνευτική συμφωνία πρέπει να επιβάλει δεσμεύσεις στον επιτιθέμενο και όχι στο θύμα. Παράλληλα, προειδοποίησε πως αν η επιθετικότητα της Ρωσίας επιβραβευτεί, τότε τα μικρότερα κράτη της Ευρώπης θα βρίσκονται υπό απειλή.
Η Κάλλας δήλωσε ότι «το επίκεντρο πρέπει να είναι στο είδος των παραχωρήσεων και των περιορισμών που θα δούμε από τη ρωσική πλευρά», τονίζοντας ότι μια συμφωνία που θα επιβάλει όρους στην Ουκρανία θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα εισβολή στο μέλλον. Η δήλωσή της ήρθε την ώρα που η αμερικανο-ρωσική πρωτοβουλία για την κατάρτιση συμφωνίας έχει προκαλέσει αντιδράσεις, λόγω διαρροής του προσχεδίου 28 σημείων το οποίο φέρεται να περιλάμβανε όρους ευνοϊκούς προς τη Μόσχα, όπως εγκατάλειψη της προοπτικής ένταξης στο ΝΑΤΟ, παραχώρηση εδαφών και περιορισμό του ουκρανικού στρατού σε 600.000 άτομα.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Κάλλας, η συζήτηση θα πρέπει να στραφεί στην άλλη κατεύθυνση. Υπογράμμισε ότι «αν θέλουμε να αποτρέψουμε τη συνέχιση του πολέμου, τότε θα πρέπει να περιορίσουμε τον στρατό της Ρωσίας και τον στρατιωτικό της προϋπολογισμό. Εξάλλου η Ρωσία είναι εκείνη που τα τελευταία 100 χρόνια έχει επιτεθεί σε 19 χώρες και σε κάποιες από αυτές τρεις και τέσσερις φορές, ενώ καμία από αυτές τις χώρες δεν έχει επιτεθεί στη Ρωσία», σημειώνοντας ότι η υψηλή αμυντική δαπάνη συνιστά απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Μετά τη διαρροή του προσχεδίου, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κινήθηκαν για να στηρίξουν το Κίεβο στη διαπραγμάτευση πιο ευνοϊκών όρων. Κατά τις συνομιλίες υψηλού επιπέδου στη Γενεύη την Κυριακή, ΗΠΑ και Ουκρανία κατέληξαν σε ένα τροποποιημένο κείμενο, το οποίο δεν έχει δημοσιοποιηθεί πλήρως και ήδη συναντά αντίσταση από τη ρωσική πλευρά. Τα πιο κρίσιμα ζητήματα παραμένουν ανοικτά ενόψει πιθανής κατ’ ιδίαν συνάντησης μεταξύ των Προέδρων Βολοντίμιρ Ζελένσκι και Ντόναλντ Τραμπ.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ επιμένουν ότι κάθε συμφωνία πρέπει να επιτρέπει στην Ουκρανία να οργανώνει ελεύθερα τις ένοπλες δυνάμεις της, οι οποίες εκτιμάται ότι σήμερα αριθμούν μεταξύ 800.000 και 850.000 στρατιώτες. «Είναι κυριαρχικό δικαίωμα κάθε χώρας να αποφασίζει το μέγεθος του στρατού της», είπε η Κάλλας, προσθέτοντας ότι η συζήτηση περί περιορισμού του ουκρανικού στρατού αποτελεί «παγίδα που θέτει η Ρωσία».
Η Ύπατη Εκπρόσωπος ανέφερε ότι η Μόσχα εμπλέκεται στις διαβουλεύσεις επειδή «ο Πούτιν δεν μπορεί να επιτύχει τους στόχους του στο πεδίο της μάχης». Εξήγησε ότι «δεν υπάρχουν ενδείξεις» πως η Ρωσία επιθυμεί εκεχειρία, καθώς «δεν μειώνει τη στρατιωτική της δραστηριότητα αλλά την εντείνει».
Αρκετοί Ευρωπαίοι Υπουργοί Εξωτερικών υπογράμμισαν την ανάγκη αυξημένης οικονομικής, στρατιωτικής και πολιτικής πίεσης προς τη Μόσχα μέχρι να αποδείξει πραγματική πρόθεση για ειρήνη.
Η συνεδρίαση της Τετάρτης εντάσσεται σε μια σειρά διπλωματικών κινήσεων για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού ρόλου στις διαπραγματεύσεις. Τη Δευτέρα πραγματοποιήθηκε άτυπη σύνοδος κορυφής των ηγετών της ΕΕ, ενώ την Τρίτη συνεδρίασε διαδικτυακά η «Συμμαχία των Προθύμων». Παράλληλα, ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, συμπρόεδρος της συμμαχίας, ζήτησε έναν «ισχυρό» ουκρανικό στρατό «χωρίς περιορισμούς» και επανέλαβε την πρόταση για ανάπτυξη πολυεθνικής δύναμης στην Ουκρανία μετά τον πόλεμο, προκειμένου να υπάρξουν «αδιαπραγμάτευτες εγγυήσεις» για την ασφάλεια του Κιέβου.
Η Κάλλας σημείωσε ότι η ΕΕ θα συμβάλει σημαντικά στις εγγυήσεις ασφαλείας μέσω χρηματοδότησης, εκπαίδευσης και στήριξης της αμυντικής βιομηχανίας. Τόνισε όμως ότι «η απειλή παραμένει η Ρωσία» και ότι το ζήτημα αφορά το σύνολο της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας. Πρόσθεσε ότι αν η επιθετικότητα επιβραβευτεί, «θα αποτελέσει πρόσκληση για επανάληψη της επιθετικότητας αλλού», επισημαίνοντας ότι η απειλή αφορά ιδιαίτερα τα μικρά κράτη της Ευρώπης.
Πηγή: Πρώτο Θέμα











