Για τυχόν -αρνητικές- επιπτώσεις στην προσπάθεια περαιτέρω ανάπτυξης του τομέα των επενδυτικών ταμείων στην Κύπρο, λόγω προνοιών που περιλαμβάνονται στα έξι νομοσχέδια που αφορούν την φορολογική μεταρρύθμιση και βρίσκονται αυτή τη στιγμή ενώπιον της Βουλής, εκφράζει ο Κυπριακός Σύνδεσμος Επενδυτικών Ταμείων (CIFA).
Σε 5-σέλιδο σημείωμά του που κατέθεσε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, ο Σύνδεσμος καταθέτει τις θέσεις του επί συγκεκριμένων άρθρων των νομοσχεδίων, τονίζοντας πως «οποιαδήποτε σχόλια και επισημάνσεις αποσκοπούν στη διατήρηση και/ή βελτίωση των φορολογικών προνοιών όπως αυτές εφαρμόζονται σε επενδυτικά ταμεία, διαχειριστές επενδυτικών ταμείων και επενδυτές, φορολογικούς κατοίκους εντός και εκτός Κύπρου».
Συνεπώς, προσθέτει, «προβαίνουμε σε σχολιασμό επί συγκεκριμένων προνοιών και όχι επί των νομοσχεδίων στην ολότητά τους», ξεκαθαρίζοντας ότι «όσον αφορά σχόλια και παρατηρήσεις που αφορούν τα επενδυτικά ταμεία/διαχειριστές/επενδυτές ως γενικότερους φορολογούμενους, ο Σύνδεσμος δεν τοποθετείται και αναμένουμε άλλους φορείς και/ή συνδέσμους να τοποθετηθούν αναλόγως».
- Διαβάστε ακόμη: Αυτά είναι τα έξι νομοσχέδια για τη φορολογική μεταρρύθμιση
- Διαβάστε επίσης: Οι βασικές πρόνοιες των έξι νομοσχεδίων της φορολογικής μεταρρύθμισης - Τι αλλάζει για επιχειρήσεις και νοικοκυριά
Οι ανησυχίες του Συνδέσμου
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα το νομοσχέδιο που τροποποιεί τους «περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμους», ο CIFA εκφράζει ανησυχίες και επιφυλάξεις για δύο από τους προωθούμενες τροποποιήσεις.
Αναφορικά με την τροποποίηση του άρθρου 8 του βασικού νόμου με την προσθήκη στο εδάφιο (20) νέας επιφύλαξης η οποία προνοεί «Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1/1/2031 και εντεύθεν, κέρδος που προκύπτει από την εξαργύρωση μεριδίου ή μετοχής σε συλλογικό επενδυτικό σχέδιο ανοικτού ή κλειστού τύπου που έχει συσταθεί με τη μορφή εταιρείας, μειωμένο με οποιοδήποτε ποσό φόρου κεφαλαιουχικών κερδών που πληρώθηκε αναφορικά με την εν λόγω εξαργύρωση, με βάση τις διατάξεις του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου, συνιστά μέρισμα», ο Σύνδεσμος επισημαίνει τα εξής:
Η μη φορολόγηση του κέρδους που προκύπτει από διάθεση των μετοχών/μεριδίων αποτελεί ένα από τα πλέον σημαντικά μέτρα που αφορούν τη φορολόγηση των επενδυτικών ταμείων και των επενδυτών τους.
Για τον λόγο αυτό, ο CIFA εισηγείται όπως παραμείνει η εξαίρεση από τη φορολογία κέρδους που προκύπτει από την πώληση/εξαργύρωση τίτλων ανεξάρτητα από τη νομική μορφή του επενδυτικού ταμείου που τους εκδίδει.
Όπως υποστηρίζει, η διατήρηση της συγκεκριμένης εξαίρεσης αποτελεί ανάγκη για τη διατήρηση των φορολογικών κινήτρων και της προσέλκυσης επενδύσεων στα Κυπριακά επενδυτικά ταμεία.
«Με την προτεινόμενη τροποποίηση οποιοδήποτε κέρδος που προκύπτει από την εξαργύρωση μεριδίων/μετοχών σε επενδυτικό ταμείο εταιρικής μορφής θα αντιμετωπίζεται ως μέρισμα», εξηγεί υπογραμμίζοντας ότι «κατ’ επέκταση και σύμφωνα με το άρθρο 8(20) του ΠΦΕ, το εισόδημα από μέρισμα απαλλάσσεται από τον φόρο, εκτός και αν τα εν λόγω μερίσματα εκπίπτουν για σκοπούς καθορισμού του αλλοδαπού φόρου πάνω στο εισόδημα της καταβάλλουσας το μέρισμα εταιρείας».
Στην προκειμένη περίπτωση, συνεχίζει, οι επενδυτές φορολογικοί κάτοικοι Κύπρου, θα υποχρεώνονται να επιβεβαιώνουν τον φορολογικό χειρισμό της εξαργύρωσης στο επίπεδο του επενδυτικού ταμείου.
Αυτό, υποδεικνύει, αναμένεται να δημιουργήσει επιπλέον διοικητικό φόρτο και σε επίπεδο επενδυτικών ταμείων, διαχειριστών αλλά και επενδυτών. Ως αποτέλεσμα, προειδοποιεί, όχι μόνο η εγκαθίδρυση επενδυτικών ταμείων στην Κύπρο, αλλά και η χρήση της Κύπρου ως δικαιοδοσία από την οποία πραγματοποιούνται επενδύσεις σε επενδυτικά ταμεία, αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά.
Πέραν των προαναφερθέντων, ο φορολογικός χειρισμός της εξαργύρωσης μεριδίων/μετοχών θα πρέπει να εξετασθεί και κάτω από τον Νόμο για την Έκτακτη Αμυντική Εισφορά (ΕΑΕ), σημειώνει περαιτέρω.
- Διαβάστε ακόμη: Φορολογική μεταρρύθμιση: Δεν εισακούστηκαν όλες οι εισηγήσεις του ΚΕΒΕ - Τι το ανησυχεί και τι ζητά από τη Βουλή
Αντικίνητρο για επενδύσεις φορολογικών κατοίκων Κύπρου
Σε σχέση, δε, με την προτεινόμενη επιφύλαξη στο Άρθρο 3(2) (α), η οποία προνοεί πως «Η εξαργύρωση μετοχής μεριδίου ή μετοχής σε συλλογικό επενδυτικό σχέδιο [...] που έχει συσταθεί με την μορφή εταιρείας συνιστά μείωση κεφαλαίου», ο CIFA εκφράζει την διαφωνία του με την προτεινόμενη αλλαγή που προβλέπει ότι η εξαργύρωση μετοχής σε εταιρικό επενδυτικό ταμείο ισοδυναμεί με μείωση κεφαλαίου, με αποτέλεσμα να προκύπτει φορολόγηση σε ΕΑΕ.
Τονίζεται, όπως έχει αναφερθεί και πιο πάνω, ότι σήμερα η εξαργύρωση συνιστά πώληση τίτλων (δηλαδή δεν προκύπτει φορολόγηση).
Εξηγώντας τους λόγους διαφωνίας του, ο CIFA υποδεικνύει ότι «η πρόνοια αυτή θα αποτελούσε αντικίνητρο για επενδύσεις φορολογικών κατοίκων Κύπρου σε τέτοια επενδυτικά ταμεία».
«Όπως έχουμε αναφέρει, η αγορά των επενδυτικών ταμείων θα πρέπει να γίνει προσιτή και ελκυστική σε όλους τους επενδυτές ανεξαρτήτως της φορολογικής τους κατοικίας. Δεν θα πρέπει να αποθαρρύνονται οι Κύπριοι φορολογικοί κάτοικοι από το να επενδύουν σε επενδυτικά ταμεία», επισημαίνει ο Σύνδεσμος.
Επιπρόσθετα τονίζει πως «θα πρέπει να σημειωθεί ότι η προτεινόμενη αλλαγή αγνοεί παντελώς τη φύση των επενδυτικών ταμείων και ειδικότερα των εταιρικών σχημάτων που αποσκοπούν κυρίως στην προσβασιμότητα και την άμεση επένδυση και έξοδο για τους επενδυτές», διαμηνύοντας πως «σε καμία περίπτωση ένα επενδυτικό ταμείο δεν πρέπει να εξισώνεται με μια συνηθισμένη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης».
«Τόσο οι σκοποί, το λειτουργικό κόστος, όσο και το καθεστώς εποπτείας και διαφάνειας είναι εκ διαμέτρου διαφορετικά», εξηγεί.
Την ίδια ώρα, ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι «η ‘εξαγορά’ δεν μπορεί να εξισωθεί με μείωση του κεφαλαίου ως νομική πράξη», αφού η εξαγορά αναφέρεται στη διαδικασία πώλησης των μεριδίων από τους επενδυτές πίσω στο ταμείο, στην τρέχουσα καθαρή αξία ενεργητικού (NAV) και θα πρέπει να θεωρείται ως κέρδος που πραγματοποιείται από τον επενδυτή κατά την έξοδο από το ταμείο και όχι να εξισωθεί με μείωση κεφαλαίου.
Επιπλέον, αναφέρει, «η προτεινόμενη αλλαγή, πέρα από τον φορολογικό αντίκτυπο και τις διαφαινόμενες αρνητικές επιπτώσεις, αναμένεται να δημιουργήσει και πρακτικά ζητήματα».
Εξάλλου, με την προτεινόμενη αλλαγή διαφαίνεται η ανάγκη επιβολής υποχρέωσης παρακράτησης ΕΑΕ στους Διαχειριστές των ταμείων, κάτι που αναμένεται -κατά τον Σύνδεσμο- να λειτουργήσει ως αποτρεπτικός παράγοντας για την προσέλκυση διαχειριστών στην Κύπρο.
Ο CIFA αφού τονίζει πως στο παρόν στάδιο η Κύπρος δεν αποτελεί προορισμό μεγάλων επενδυτικών ταμείων και διαχειριστών, σε αντίθεση με άλλα χρηματοοικονομικά κέντρα του εξωτερικού, αναφέρει ότι «προσιτός στόχος είναι η προσέλκυση ταμείων και διαχειριστών που αναζητούν μειωμένο λειτουργικό κόστος, που δεν εξυπηρετείται με την συγκεκριμένη πρόνοια».
«Η υποχρέωση παρακράτησης ΕΑΕ αναμένεται να δημιουργήσει επιπρόσθετες πρακτικές δυσκολίες για την προώθηση των Κυπριακών ταμείων μέσω πλατφόρμων εκκαθάρισης και διακανονισμού, αφού ανέκαθεν το ζήτημα της ΕΑΕ απασχολούσε τις εν λόγω πλατφόρμες», προσθέτει.
Ταυτόχρονα, συμπληρώνει ο CIFA, «η Ε.Ε. προωθεί την αύξηση των επενδύσεων των Ευρωπαίων πολιτών σε επενδυτικά σχέδια “Incentivization of Savings and Investments accounts”. Η προτεινόμενη αλλαγή, αντίκειται στον συγκεκριμένο σχεδιασμό».
Με βάση τα πιο πάνω, ο Σύνδεσμος εισηγείται την διαγραφή της προτεινόμενης αλλαγής και την διατήρηση της πρακτικής που εξαιρεί τα κέρδη που προκύπτουν από εξαργύρωση μετοχών επενδυτικών ταμείων τόσο από ΦΕ όσο και από ΕΑΕ.
Πρακτικά μη εφαρμόσιμη πρόνοια
Όσον αφορά τον νόμο που τροποποιεί τους «περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμους» και συγκεκριμένα του άρθρου 7 του βασικού νόμου με τα εξής: «(β) ... υποχρέωση [εταίρου συνεταιρισμού] να υποβάλλει για κάθε φορολογικό έτος, φορολογική δήλωση του αντικειμένου φόρου του συνεταιρισμού στον Έφορο Φορολογίας, με ηλεκτρονικά ή άλλα μέσα τα οποία εγκρίνονται από αυτόν, και να δηλώνει εν αυτή τα ονόματα και τις διευθύνσεις των λοιπών εταίρων, ομού με το ποσό του μεριδίου του ως είρηται αντικειμένου φόρου εις το εν λόγω έτος. Νοείται ότι, στην περίπτωση συνεταιρισμού ή αμοιβαίου κεφαλαίου που εγγράφεται με βάση τον περί των Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμο ή αμοιβαίου κεφαλαίου που εγγράφεται με βάση περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμος, η φορολογική δήλωση του συνεταιρισμού υποβάλλεται από τον εξωτερικό διαχειριστή, ή τον ομόρρυθμο συνέταιρο ή την Εταιρεία Διαχείρισης, ανάλογα με την περίπτωση», ο CIFA τονίζει:
- Η συγκεκριμένη πρόταση δεν δύναται να είναι πρακτικά εφαρμόσιμη σε επενδυτικά ταμεία που θα έχουν τη νομική μορφή του συνεταιρισμού.
- Μια τέτοια πρόνοια θα δημιουργούσε εξαιρετικά υψηλό λειτουργικό/διοικητικό κόστος για τους διαχειριστές των ταμείων.
Ο Σύνδεσμος αφού ξεκαθαρίζει ότι κατανοεί την φιλοσοφία του προτεινόμενου μέτρου και την ανάγκη για άντληση πληροφόρησης από το Τμήμα Φορολογίας, υποδεικνύει πως «η εν λόγω πληροφόρηση για τους εταίρους δύναται να αντλείται από τις οικονομικές καταστάσεις που θα υποβάλλει ο συνεταιρισμός ούτως ή άλλως».
Επιπλέον, ο CIFA αναφέρει πως «παρόμοια υποχρέωση δεν επιβάλλεται σε άλλες δικαιοδοσίες που αποτελούν αναγνωρισμένα κέντρα εγκαθίδρυσης και λειτουργίας επενδυτικών ταμείων».
Συνεπώς, τονίζει, το προτεινόμενο μέτρο μπορεί να αποτελέσει αντικίνητρο για την προσέλκυση διαχειριστών επενδυτικών ταμείων στην Κύπρο και ως εκ τούτου εισηγείται την απόσυρση της εν λόγω πρόνοιας για περιπτώσεις επενδυτικών ταμείων συνεταιρισμών.











