powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Επιφυλακτική η Κυβέρνηση για χημικό ευνουχισμό καταδικασθέντων για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων-Οι προβληματισμοί που εκφράστηκαν

Επιφυλακτική παρουσιάστηκε η Κυβέρνηση όσον αφορά στην πρόταση νόμου που έχει κατατεθεί από πλευράς του βουλευτή της ΔΗΠΑ, Μιχάλη Γιακουμή, για χημικό ευνουχισμό καταδικασθέντων για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων και για παιδική πορνογραφία, αφού όπως αναφέρθηκε υπάρχουν προβληματισμοί ότι δεν θα πετύχει το στόχο τους, αλλά και πως καταπατά ανθρώπινα δικαιώματα.

Ο βουλευτής της ΔΗΠΑ, παρουσιάζοντας την πρόταση νόμου του, επεσήμανε πως «τα στοιχεία πρέπει να πω είναι συγκλονιστικά. Σήμερα στις κυπριακές Φυλακές έχει αυξητική τάση τέτοιων κατάδικων και είναι υπερπλήρης η συγκεκριμένη πτέρυγα. Δεν είναι στατιστικό στοιχείο, είναι προειδοποίηση. Κάθε 20 ώρες ένα παιδί κακοποιείται στην Κύπρο είχε πει η Επίτροπος Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού. Μιλάμε για εγκλήματα υψηλής αποτροπής και η Πολιτεία δεν μπορεί να είναι θεατής στο έγκλημα. Η πρότασή μου προβλέπει συγκεκριμένα χημικό ευνουχισμό με ένεση στην επ’ αδεία, ως μέτρο αποφυλάκισης καταδικασμένου για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου ή παιδική πορνογραφία. Δεν είναι βασανιστήριο, δεν είναι ακροτηριασμός είναι αναστρέψιμη ιατρική πράξη μόνο κατόπιν συναίνεσης καταδίκου».

Παίρνοντας το λόγο, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Σπύρος Γιαλλουρίδης, επεσήμανε πως διαχρονικά το Υπουργείο έχει ταχθεί υπέρ των προτάσεων νόμου που αυστηροποιούν το νομικό πλαίσιο για τα σχετικά αδικήματα, ειδικά όταν τα αδικήματα αυτά είναι κατά των παιδιών, ωστόσο επεσήμανε πως έχουν κάποιες επιφυλάξεις. «Από το περιεχόμενο των εκθέσεων των προτάσεων νόμου, φαίνεται να μην έχει ληφθεί υπόψη το περιεχόμενο της Εθνικής Στρατηγικής Ψυχικής Υγείας, όπως εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο. Σημαντική πτυχή της εν λόγω πρότασης είναι η σύσταση Εθνικής Επιτροπής για την Ψυχική Υγεία, που θα είναι συμβουλευτικό όργανο για το Υπουργείο και θα αξιολογεί την πορεία υλοποίησης της Εθνικής Στρατηγικής».   

Ο κ. Γιαλλουρίδης πρόσθεσε, δε, ότι σημαντικός είναι ο πυλώνας 5, που αφορά την ανάπτυξη θεραπευτικών προγραμμάτων για αδικήματα που αφορούν σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, τόσο εντός όσο και εκτός των Φυλακών. «Εμείς ως Υπουργείο ζητήσαμε εγγράφως από το Υπουργείο Υγείας άμεση ενεργοποίηση αυτών των προγραμμάτων. Επίσης, εντοπίσαμε μία γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής Κύπρου, βάσει της οποίας ο φαρμακευτικός ευνουχισμός, παρόλο που έχει εφαρμοστεί σε κάποιες χώρες για μείωση της ποινής για σεξουαλικά αδικοπραγούντα άτομα, επισύρει σημαντικά βιοηθικά θέματα, ως προς την αποτελεσματικότητα της μακροχρόνιας υγείας του ατόμου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του».

Συνεχίζοντας, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης σημείωσε πως «έχουμε ένα νομοσχέδιο που τροποποιηεί την υφιστάμενη νομοθεσία, βάσει του οποίου ενισχύονται τα στοχευμένα μέτρα και να υπάρχει αυξημένη επιτήρηση του εποπτευόμενου. Θεωρώ ότι στο παρόν στάδιο είναι πρόωρο να οδηγηθούμε σε έσχατο μέτρο, προτού ενισχύσουμε τα προτεινόμενα θεραπευτικά μέτρα».

Από πλευράς της, η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας επεσήμανε ότι υπάρχουν προβληματισμοί για την πρόταση νόμου, αφού επεσήμανε πως θα πρέπει να είναι δικαιολογημένη η αλλαγή στη νομοθεσία. «Δεν θεωρούμε ότι είναι δικαιολογημένη αυτή τη στιγμή. Δεν θεωρώ ότι έχουμε μπροστά μας τα απαραίτητα δεδομένα. Έχει εξεταστεί πόσοι κατάδικοι αποφυλακίζονται επ’ αδεία; Έχει εξεταστεί πόσοι διαπράττουν ίδιας φύσης αδικήματα; Είναι κάτι που πρέπει να εξετάσουμε πριν αποφασιστεί οτιδήποτε».

Πρόσθεσε πως ο χημικός ευνουχισμός προτείνεται ως μηχανισμός αποτροπής και επεσήμανε πως υπάρχουν επίσης προβληματισμοί. «Δεν πρέπει να είναι τιμωρία αλλά θεραπεία και μόνο από επαγγελματίες υγείας μπορεί να χορηγηθεί και σε εθελοντική βάση. Έχει εξεταστεί αυτό; Για να παρέχεται η θεραπεία πρέπει να παρέχεται σε ασθενείς. Η παιδοφιλία είναι ψυχική ασθένεια. Έχει εξεταστεί ο αριθμός των ασθενών και ποιοι μπορούν να λάβουν τη θεραπεία; Έχει εξεταστεί η θέση των επαγγελματιών υγείας; Η χορήγηση αυτής της θεραπείας από μία δική μας έρευνα, δείχνει ότι καταστέλλει τη σεξουαλική επιθυμία ενός προσώπου. Πώς παρακολουθείται η χορήγησή της; Είναι και μέτρο που μπορεί να θεωρηθεί ως εκβιαστικό, επειδή δεν θα τους παρέχεται εθελοντικά για να ψάξουν θεραπεία χωρίς πραγματικό κίνητρο. Υπάρχουν πολλοί προβληματισμοί, υπάρχουν αποφάσεις του ΕΔΑΔ ότι πρόκειται για θεραπεία που προσκρούει σε διάφορα ανθρώπινα δικαιώματα. Η εξάλειψη μίας ανθρώπινης λειτουργίας, επειδή δεν μπορούμε να βρούμε άλλους τρόπους αποτροπής, δεν είναι λύση».

Από πλευράς Αστυνομίας, αναφέρθηκε πως είναι πολύ θετικό ότι η Πολιτεία ενδιαφέρεται να εντοπίσει και να ενισχύσει τα μέτρα για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, που τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει αύξηση τα τελευταία χρόνια, ωστόσο υιοθέτησε τις θέσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της Νομικής Υπηρεσίας.

Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής διευθυντής των Κεντρικών Φυλακών, συμφώνησε με τις θέσεις Υπουργείου Δικαιοσύνης και Νομικής Υπηρεσίας και ανέφερε πως θα πρέπει να μελετηθεί αν η πρόταση αυτή πετυχαίνει τον επιδιωκόμενο σκοπό. «Είναι η λήψη θεραπευτικών μέτρων, τόσο εντός όσο και εκτός της Φυλακής, για να υπάρχει συνολική εικόνα για να ενταχθεί στην κοινότητα κάποιος. Ως έσχατη λύση θα μπορούσαμε να εξετάσουμε εξατομικευμένα αυτή τη λύση».

Ο Νικόλας Κάιζερ, εκ μέρους της Επιτρόπου Διοικήσεως, σημείωσε πως εμπειρικά, το Συμβούλιο Αποφυλακίσεως δεν αποφυλακίζει άτομα που προβαίνουν σε αυτά τα αδικήματα. «Προσπαθώ να καταλάβω ποιος ο λόγος να επιλέξει κάτι που έχει ήδη εξασφαλισμένο κάποιος που προέβη σε αυτά τα αδικήματα. Σύμφωνα με τη CPT ο χημικός ευνουχισμός προτιμάται έναντι του χειρουργικού, όμως θα πρέπει να εξασφαλίσει ψυχολογική έκθεση και θα πρέπει το άτομο να λάβει στήριξη το άτομο που θα το επιλέξει. Δεν θα είναι μόνο ορμονική καταστολή».

Η θέση του Συνδέσμου Προστασίας Δικαιωμάτων Φυλακισμένων & Αποφυλακισθέντων

Από πλευράς του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Προστασίας Δικαιωμάτων Φυλακισμένων και Αποφυλακισθέντων, Αλέξανδρος Κληρίδης, σε υπόμνημα που απέστειλε στην Επιτροπή Νομικών, ζήτησε όπως ενημερωθούν από το ίδιο το Συμβούλιο Αποφυλάκισης, αν έχει στατιστικά για τον αριθμό και το ποσοστό ατόμων που απολύονται με απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης τα οποία έχουν καταδικαστεί στα πλαίσια της εν λόγω νομοθεσίας. «Εμπειρικά γνωρίζουμε ότι κανένας ή σχεδόν κανένα από αυτά τα άτομα δεν έχει απολυθεί από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης με όρους. Ή και να έχουν απολυθεί πρέπει να είναι 1 στους 100. Συνεπώς ίσως η ίδια η εισήγηση να είναι άνευ ουσίας και αντικειμένου».

Στο υπόμνημα προστίθεται πως «έχουμε την εντύπωση ότι η εισήγηση σκοπό έχει την περαιτέρω τιμωρία των εν λόγω κρατουμένων με την καθυστέρηση στην πιθανή απόλυση τους με όρους από ένα διοικητικό όργανο (το Συμβούλιο) ενώ η αρμόζουσα σε κάθε περίπτωση τιμωρία αποφασίζεται ήδη από το Δικαστήριο που επιβάλει ποινή. Η πολιτεία αποφάσισε ότι το Δικαστήριο είναι το κατάλληλο και αρμόδιο όργανο να τιμωρήσει τον πολίτη και όχι οποιαδήποτε άλλη αρχή και συνεπώς θα πρέπει να αφήνεται στο Δικαστήριο να επιβάλει την τιμωρία. Εκ του αποτελέσματος η εισήγηση ίσως να αποτελεί μια άνιση προσέγγιση αρνητική προς τα δικαιώματα κρατουμένων η οποία είναι αδικαιολόγητη, δηλαδή που δεν βασίζεται πανω σε κάποια λογική βάσει με σκοπό να πετύχει κάτι το οποίο επίσης να είναι λογικό. Στο παρών στάδιο προωθείτε απλά ως επιπλέον τιμωρητικό μέτρο».

Ο κ. Κληρίδης επεσήμανε πως «σε ακολουθία του αμέσως πιο πάνω σημείου, η εισήγηση αγνοεί πλήρως ότι στην ειδική νομοθεσία για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, υπάρχει ένα τεράστιο εύρος περιστατικών και περιπτώσεων τα οποία και πάλι το αρμόδιο να αποφασίσει την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης είναι το Δικαστήριο που θα αποφασίσει πάνω στα γεγονότα της κάθε περίπτωσης πάρα η Βουλή / ο νομοθέτης που μόνο οριζόντια μπορεί να αποφασίσει, και δηλαδή να αποφασίσει με τροποποίηση νόμου που θα επηρεάζει όλες τις περιπτώσεις ανεξαιρέτως. Υπάρχουν παραδείγματα όπου ηλικιακά μεταξύ θύμα και θύτη δεν υπήρχε μεγάλη διαφορά, παραδείγματα τα οποία μόλις ενήλικα άτομα (18 – 20 ετών) καταδικάστηκαν στα πλαίσια της ειδικής νομοθεσίας με θύματα ηλικίας 15-16 ετών. Υπάρχουν περιπτώσεις που μιλούν για «αγγίγματα πάνω από τα ρούχα» και «απόπειρες φιλιού» και άλλα ακραία παραδείγματα που υποδηλώνουν στοιχεία βιαιότητας και απέχθειας. Όλα μαζί συμπεριλαμβάνονται στα πλαίσια της ιδίας νομοθεσίας. Εκ των πραγμάτων δεν μπορούν όλα αυτά τα παραδείγματα να μπορεί να θεωρηθεί ότι θα τύχουν δίκαιης αντιμετώπισης με την εν λόγω εισήγηση».

Στο υπόμνημα που κατέθεσε στην Επιτροπή Νομικών, ο κ. Κληρίδης τόνισε, δε, ότι «η ειδική νομοθεσία περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης και Εκμετάλλευσης Παιδιών, Παιδική Πορνογραφία, ήδη προνοεί για πολλαπλούς τρόπους τιμωρίας ενός ατόμου που καταδικάζεται σε τέτοια ποινικά αδικήματα. Δεν έχει δικαίωμα αποκατάστασης, εντάσσεται σε πλαίσιο εποπτείας για χρόνια, επιβάλλονται περιοριστικά μέτρα στα πλαίσια εποπτείας κ.α. Και παρά αυτούς τους πολλαπλούς τρόπους τιμωρίας δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια ουσιαστική διαφορά, συνεπώς το επιχείρημα της πιο αυστηρής προσέγγισης έχει χάσει την δυναμική του ή τέλος πάντων από μόνο του δεν είναι ικανοποιητικό επιχείρημα».

Ο κ. Κληρίδης υπέδειξε πως «σε ακολουθία του αμέσως πιο πάνω σημείου, γενικά η αυστηροποίηση ποινής ή γενικά άλλων τιμωριτικών μέτρων δεν έφερε ποτέ την πρόληψη ή την αποθάρρυνση διάπραξης αδικημάτων. Ήδη προνοείται η ποινή ισόβιας φυλάκισης για αρκετά από τα αδικήματα που αναφέρονται στην ειδική νομοθεσία και οι ποινές όπως φαίνεται από τις αποφάσεις Δικαστηρίων είναι αυστηρές και έχουν αυξητική τάση. Σε όλες τις περιπτώσεις επιβάλλεται άμεση ποινή φυλάκισης και επί το πλείστον οι ποινές είναι πολυετής. Όταν τα Δικαστήρια αναφέρονται σε «έξαρση» αναφέρονται στην συχνότητα των υποθέσεων που βρίσκονται ενώπιον τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει άμεσα και χωρίς άλλη έρευνα ότι σημαίνει «έξαρση» στην διάπραξη νέων περιστατικών. Ο χρόνος διάπραξης δεν είναι ο ίδιος με τον χρόνο καταδίκης. Για να μπορέσει ο οποιοσδήποτε να προσεγγίσει το θέμα «έξαρσης» θα πρέπει να εξετάσει ανά χρονιά, πόσα περιστατικά έχουν διαπραχθεί, πόσα περιστατικά έχουν εξεταστεί από Δικαστήρια (παράδειγμα ποινική υπόθεση του 2025 για κάτ. ισχυρισμό διάπραξη των αδικημάτων το 2020), και επίσης αν τελικά υπάρχει το φαινόμενο έξαρσης ασχέτως διάπραξης και καταχώρησης υποθέσεων επειδή υπάρχει καλύτερη ενημέρωση για την ύπαρξη των περιπτώσεων μέσο των ΜΜΕ και ΜΚΔ».

Στο υπόμνημα, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Προστασίας Δικαιωμάτων Φυλακισμένων & Αποφυλακισθέντων τόνισε ότι «η επιλογή του χημικού ευνουχισμού μπορεί να υπάρχει και η οποία θα μπορεί να λαμβάνετε υπόψη μαζί με τα υπόλοιπα κριτήρια που εξετάζει το Συμβούλιο Αποφυλάκισης για να καταλήξει αν υπάρχει ενώπιον του ένα άτομο που να μπορεί να επιστρέψει στην κοινωνία με όρους. Επιστημονικά και ιατρικά ο χημικός ευνουχισμός δεν επιφέρει μη αντιστρέψιμα αποτελέσματα με αποτέλεσμα άτομα να το χρησιμοποιούν σαν κίνητρο της απόλυσης τους αλλά να γνωρίζουν ότι μελλοντικά μπορούν να σταματήσουν την θεραπεία».

Ο θεσμός του Συμβουλίου Αποφυλάκιση υπό όρους δεν υπάρχει για να ικανοποίηση των οποιοδήποτε κρατούμενο με πρόωρη αποφυλάκιση. Αυτό είναι μια στρέβλωση του λόγου ύπαρξης του Συμβουλίου, σημείωσε ο κ. Κληρίδης. «Το Συμβούλιο υπάρχει ως ένα από τα πιο ουσιαστικά εργαλεία που έχει η κοινωνία να δοκιμάσει την σταδιακή και στρατηγική επανένταξη ενός ατόμου το οποίο μεταφέρει στην ανοικτή κοινωνία ενώ παράλληλα εκτίει ποινή φυλάκισης νοουμένου ότι θα συμμορφώνεται με τους όρους που έχει αποφασίσει το Συμβούλιο Αποφυλάκισης ότι αρμόζουν για την κάθε περίπτωση και σε περίπτωση που πάρα αυτή την δοκιμή ο κρατούμενος αποτύχει τότε αυτός/η επιστρέφει πίσω στην Κεντρική Φυλακή για περαιτέρω σωφρονισμό και αναμόρφωση. Συνεπώς η καθυστέρηση κάποιου στο να έχει την ευκαιρία να εξεταστεί από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης (χωρίς να σημαίνει ότι θα εγκριθεί η αίτηση του) αφαιρεί από τον κρατούμενο κίνητρα για να δουλέψει με τα προβλήματα του και να διορθώσει τον χαρακτήρα του».

Καταλήγοντας, ο κ. Κληρίδης επεσήμανε πως «περαιτέρω εκ του αποτελέσματος μειώνεται και ο χρόνος που ο κρατούμενος θα μπορεί να βρίσκεται στην ανοικτή κοινωνία υπό την επίβλεψη των όρων που μπορεί να βάλει το Συμβούλιο όταν μόνο στο τελευταίο 1/3 της ποινής θα μπορεί να βρίσκεται υπό αυτό το καθεστώς. Χρόνος που εκ των πραγμάτων μπορεί να μην είναι ικανοποιητικός για μπορεί να δοκιμαστεί για να βεβαιωθεί η πολιτεία ότι είναι πραγματικά έτοιμος να απολυθεί από τις Κεντρικές Φυλακές. Να υπενθυμίσουμε ότι η απόλυση από τις Κεντρικές Φυλακές είναι το μόνο σίγουρο και δεδομένο αφού με την λήξη της ποινής που έβαλε το Δικαστήριο ο κρατούμενος αποφυλακίζεται. Συνεπώς μια πιο έξυπνη και αποτελεσματική προσέγγιση πάντα θα είναι καθ όλο τον χρόνο βρίσκεται υπό την εποπτεία της πολιτείας ο κρατούμενος να δοκιμάζεται για να μπορεί να βεβαιωθεί ότι είναι έτοιμος για επανένταξη».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Promotional Rep NewsFeed
ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
;