Πολύ μετά την καταδίκη του Έπσταϊν για σεξουαλική κακοποίηση, άνθρωποι της ακαδημαϊκής κοινότητας, των επιχειρήσεων, της δημοσιογραφίας, της πολιτικής συνέχισαν να ζητούν την άποψή του.
Από τη βρετανική βασιλική οικογένεια έως πρώην στελέχη του Λευκού Οίκου, από επενδυτές της Σίλικον Βάλεϊ μέχρι αριστερούς ακαδιμαϊκούς, οι διασυνδέσεις και η επιρροή ήταν το ισχυρότερο “χαρτί” του.
Κι όμως, κανείς δεν φαίνεται να τον αμφισβήτησε για τα φρικτά εγκλήματά του. Αν η σιωπή ισοδυναμεί με συνενοχή, τότε η αδιάφορη στάση των ελίτ με τις οποίες συναναστρεφόταν λέει πολλά.
Όπως αναφέρει ο Guardian, emails που δημοσιοποιήθηκαν από την επιτροπή εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων αποκάλυψαν πώς ο Έπσταϊν διατήρησε επαφές με επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, πανεπιστημιακούς και πολιτικά στελέχη, παρά την ενοχή του το 2008 για μαστροπεία ανήλικης.
Ο θάνατός του υπήρξε τροφοδότης συνωμοσιολογιών. Όμως τα έγγραφα δείχνουν μια πραγματικότητα λιγότερο «σκοτεινή» και περισσότερο συνυφασμένη με ένα σύστημα ισχύος που λειτουργεί απροκάλυπτα, αδιάφορο για καταδίκες ή συνέπειες.
Τα emails, από το 2009 έως το 2019, μικρά και γεμάτα ορθογραφικά λάθη, δεν εμπλέκουν τους αποδέκτες —μεταξύ τους και τον Ντόναλντ Τραμπ— σε εγκληματικές πράξεις. Δείχνουν όμως γνωριμίες που τον στήριζαν στα νομικά προβλήματά του, ενώ άλλοι του ζητούσαν συμβουλές για τα πάντα: από ραντεβού μέχρι τις τιμές του πετρελαίου.
Ο ελαφρύς, παιχνιδιάρικος τόνος των συνομιλιών δείχνει πως ο Έπσταϊν συνέχιζε να αισθάνεται ευπρόσδεκτος στους «καλούς κύκλους» – χωρίς κοινωνικό αντικίνητρο για να αλλάξει. Αντί να απομονωθεί ως καταδικασμένος σεξουαλικός δράστης, παρουσιάστηκε ως «κανονικός».
Έπσταϊν: Ποιοι του ζητούσαν συμβουλές ακόμη και μετά την καταδίκη του
Το 2018 συμβούλευε τον Στιβ Μπάνον, στενό σύμμαχο του Τραμπ, για την πολιτική του περιοδεία στην Ευρώπη. Όταν ο Μπάνον του έστειλε δημοσίευμα που τον παρουσίαζε ως «υποτιμημένο» και «εξίσου επικίνδυνο με πριν», ο Έπσταϊν απάντησε: «luv it».
Ο φυσικός Λόρενς Κράους, όταν κατηγορήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση, έστειλε μήνυμα στον Έπσταϊν ζητώντας συμβουλές για το πώς να χειριστεί δημοσιογραφική έρευνα. Ο Έπσταϊν τον συμβούλευσε «να μην απαντήσει».
Ο Λάρι Σάμερς, πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και πρόεδρος του Χάρβαρντ, συζητούσε μαζί του προσωπικά θέματα, ενώ σε μήνυμα έγραψε μια προσβλητική άποψη για την «αμερικανική ελίτ» και τι θεωρεί «αποδεκτό». Ο Έπσταϊν τον αποκαλούσε «ενοχλημένο, άρα ενδιαφερόμενο».
Η Κάθριν Ρούμελερ, πρώην νομική σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα, μιλούσε για τον Τραμπ («τόσο αηδιαστικός»), με τον Έπσταϊν να απαντά ότι «είναι χειρότερος από κοντά». Ο Έπσταϊν περιέγραφε επίσης μια ατελείωτη λίστα ισχυρών και διάσημων που συναντούσε.
Τα έγγραφα πλήττουν και την επίσημη εκδοχή του πρίγκιπα Άντριου. Email του 2011 δείχνει επαφή τέσσερις μήνες μετά τον ισχυρισμό ότι είχε «κόψει» τους δεσμούς. Σε άλλο μήνυμα ο Έπσταϊν επιβεβαίωνε τη γνωστή φωτογραφία με τη Βιρτζίνια Τζιουφρέ.
Ο δημοσιογράφος Μάικλ Γουλφ εμφανίζεται σε πολλές ανταλλαγές, συμβουλεύοντας τον Έπσταϊν πώς να διαχειριστεί την εικόνα του Τραμπ. Λίγο πριν τις εκλογές του 2016 του πρότεινε να βγει δημόσια εναντίον του Τραμπ «ώστε να κερδίσει συμπάθεια».
Ο ρόλος του Έπσταϊν ως «σύμβουλος» φαίνεται ξεκάθαρος: δεν ήταν απλώς κοινωνικός συνομιλητής αλλά ένα πρόσωπο στο οποίο οι ισχυροί ζητούσαν καθοδήγηση για πολιτική, σκάνδαλα και προσωπικά ζητήματα.
Φαίνεται πως επιδίωκε ακόμη και επιρροή στη διεθνή πολιτική, προτείνοντας μέσω email ότι ο Ρώσος ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ θα μπορούσε να ωφεληθεί από τις «γνώσεις» του για τον Τραμπ.
Ο επενδυτής Μπόρις Νικόλικ μιλούσε μαζί του για συναντήσεις στο Νταβός με Μπιλ Κλίντον, Νικολά Σαρκοζί και τον πρίγκιπα Άντριου. Σε μήνυμα περιέγραφε φλερτ με μια 22χρονη «που τελικά είχε σύζυγο», καταλήγοντας: «οτιδήποτε καλό είναι νοικιασμένο».
Σειρά άλλων επαφών περιελάμβαναν τον Σουλτάν Αχμέντ μπιν Σουλαΐμ, την Πέγκι Σίγκαλ, τη νομπελίστρια Αριάννα Χάφινγκτον, τον Νόαμ Τσόμσκι, τον καλλιτέχνη Άντρες Σεράνο, τον Πίτερ Τιλ και πολλούς ακόμη.
Τα emails δεν αποκαλύπτουν μια «μεγάλη συνωμοσία», αλλά κάτι πιο ανησυχητικό: έναν κόσμο όπου ο πλούτος, η ισχύς και η πρόσβαση λειτουργούν ως ασπίδα ενάντια στη λογοδοσία.
Ο Τζέιμι Ράσκιν, κορυφαίος Δημοκρατικός στην επιτροπή δικαιοσύνης, δήλωσε: «Οι άνθρωποι θέλουν να μάθουν σε ποιο βαθμό γνώριζαν όλοι αυτοί τι συνέβαινε. Μπορεί όσοι τον συνάντησαν στο Χάρβαρντ ή το MIT να μην είχαν την ίδια επίγνωση με τον πρίγκιπα Άντριου ή τον Τραμπ, αλλά όλοι πρέπει να ερωτηθούν για όσα ήξεραν».
Πηγή: news247.gr











