powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Το κοινωνικό πρόβλημα της νεανικής παραβατικότητας, η αναγωγή του σε πολιτικό και το ανεπαρκές κράτος που βάζει ταμπέλες

Tα τελευταία χρόνια το ζήτημα της νεανικής παραβατικότητας βρίσκεται συνεχώς στο προσκήνιο, απασχολώντας τόσο την κοινωνία, όσο και το κράτος, αφού τα περιστατικά στα οποία εμπλέκονται ανήλικα ή νεαρά πρόσωπα παρουσιάζουν άνθιση, η οποία μοιάζει τη δεδομένη στιγμή αδύνατον να περιοριστεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους. 

Το πρόσφατο περιστατικό στο Γυμνάσιο Πλατύ στην Αγλαντζιά, όπου εξωσχολικός φέρεται να χτύπησε 14χρονο μαθητή και στη συνέχεια μαζί με τον πατέρα του κι άλλα πρόσωπα επιτέθηκαν στον πατέρα του 14χρονου μαθητή, προκάλεσε την οργή της κοινωνίας, η οποία για άλλη μια φορά αναρωτιέται πού βαδίζουμε ως χώρα. Ωστόσο, στην εν λόγω περίπτωση, ο φερόμενος θύτης ήταν αλλοδαπός, με καταγωγή από τη Συρία και το θύμα Κύπριος, γεγονός που έδωσε έρεισμα σε κάποιους να μετατρέψουν το πρόβλημα από κοινωνικό σε πολιτικό, ενδεχομένως θα έλεγε κάποιος, για να τύχει εκμετάλλευσης, ενόψει της προεκλογικής περιόδου. 

Είναι δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν τα πρόσωπα από τρίτες χώρες που διαμένουν στην Κύπρο και αυτό δεν αποτελεί ρατσιστική αναφορά, αλλά ένα γεγονός που αποτυπώνεται μέσα από τα στοιχεία για το μεταναστευτικό, που συχνά πυκνά δημοσιεύονται από το αρμόδιο Υφυπουργείο. Παρόλα αυτά, το θέμα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αναχθεί σε πολιτικό, αφού στο πρόσφατο παρελθόν δεν υπήρξε από κάποιους η ίδια αντίδραση όταν νεαροί Ελληνοκύπριοι επιτίθονταν σε αλλοδαπούς διανομείς φαγητού, με διάφορες μεθόδους, κυρίως στη Λεμεσό και σε μικρότερο βαθμό σε Λευκωσία και Λάρνακα. Κατά τη συγκεκριμένη περίπτωση, όταν οι ντελιβεράδες πραγματοποιούσαν διαμαρτυρία για τα περιστατικά επιθέσεων σε βάρος τους, οι πλείστοι απ' όσους αναγάγουν το θέμα ως μείζον πολιτικό, δεν θα ήταν υπερβολή να έλεγε κάποιος ότι σφύριζαν αδιάφορα. 

Από την άλλη, όταν νεαροί και ανήλικοι αλλοδαποί, προκαλούσαν επεισόδια στην περιοχή των Φοινικούδων, στη Λάρνακα, αναγκάζοντας την Αστυνομία να λάβει μέτρα, με την παρέμβαση μάλιστα του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος το περασμένο καλοκαίρι μετέβη αιφνιδιαστικά στο χώρο για να ενημερωθεί, προέκυψε έντονη πολιτική αντίδραση και καταδίκη των εν λόγω περιστατικών. 

Τα συγκεκριμένα παραδείγματα επιβεβαιώνουν ότι τα περιστατικά νεανικής παραβατικότητας δεν είναι «άσπρα-μαύρα» και δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως τέτοια, αναλόγως της χώρας καταγωγής των φερόμενων θυτών και των φερόμενων θυμάτων, αλλά είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, στο οποίο η Πολιτεία πρέπει να ενσκήψει για να βρει λύσεις. 

Κάποιοι έθεσαν εξάλλου το επιχείρημα ότι τα περιστατικά νεανικής παραβατικότητας στα οποία εμπλέκονται Ελληνοκύπριοι, συγκριτικά με τους αλλοδαπούς είναι πολύ λιγότερα, αναφορά που σε καμία περίπτωση δεν επιβεβαιώνεται μέσα από τα στοιχεία που κατέχει η Αστυνομία.

Κάπου εδώ, αξίζει τον κόπο να παρατεθούν τα στατιστικά στοιχεία που έδωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης στη δημοσιότητα, σε σχέση με τη νεανική παραβατικότητα, έπειτα από κοινοβουλευτική ερώτηση που δέχθηκε από τον βουλευτή του ΑΚΕΛ, Ανδρέα Πασιουρτίδη. Από τα στοιχεία, ναι μεν διαπιστώνεται ότι οι περισσότερες υποθέσεις δείχνουν εμπλοκή ανηλίκων από τρίτες χώρες για το 2023 και το 2024, ωστόσο η διαφορά με αυτές που έχουν εμπλοκή οι Ελληνοκύπριοι δεν είναι και τόσο μεγάλη.

Το 2024, οι υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονταν παιδιά από τρίτες χώρες ήταν 209 που σε ποσοστό μεταφράζεται στο 46%, έναντι 174 Ελληνοκυπρίων (38%) και 75 (16%) από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2023, από τις 348 υποθέσεις, σε 137 είχαν εμπλοκή ανήλικοι από τρίτες χώρες και σε 136 παιδιά από την Κύπρο, καθώς και άλλες 75 με συμμετοχή παιδιών από χώρες της ΕΕ. 

Σύμφωνα πάντα με τα ίδια στοιχεία, το 2022, από τις 271 υποθέσεις που εντοπίστηκαν οι εμπλεκόμενοι, στις 171 και ποσοστό 63% διαπιστώθηκε ότι συμμετείχαν Κύπριοι, ενώ σε άλλες 59 (22%) αλλοδαποί. Σε ό,τι αφορά στην εμπλοκή Ευρωπαίων, είχαν περιοριστεί στις 41 (15%).

Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς, ο διαχωρισμός δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνεται με φυλετικά κριτήρια, αφού το πρόβλημα δεν είναι «οι κακοί ξένοι» και «οι καλοί Κύπριοι», αλλά τα παιδιά που χρειάζονται τη στήριξη του κράτους για να ξεφύγουν από την παραβατική συμπεριφορά. Είναι δεδομένο ότι δεν θα μπορέσουν όλοι να μείνουν μακριά από παράνομες δραστηριότητες, αφού δυστυχώς για κάποιους αυτή είναι η διέξοδος που επιλέγουν, για να εντάσσονται κάπου και να είναι μέλη μιας ομάδας. Ίσως, όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη για να βγουν από το περιθώριο, που η ίδια η κοινωνία τους έχει θέσει. Μια κοινωνία που ανέκαθεν κρίνει κάποιον από την καταγωγή του, το χρώμα του, τα ρούχα που φοράει, τον τρόπο που μιλάει, την εμφάνισή του, αλλά όχι από τον χαρακτήρα του. Δυστυχώς, τα βιώματα είναι αυτά που σφυρηλατούν χαρακτήρες και όχι η εξωτερική εμφάνιση ή η καταγωγή και δυστυχώς δεν έχουν όλοι τα ίδια βιώματα στην παιδική τους ηλικία. 

Κάποιοι μπορεί να βιώνουν στο οικογενειακό περιβάλλον τη βία, είτε αυτή είναι λεκτική, είτε σωματική, είτε ακόμα και ψυχολογική. Όταν αυτή η βία επεκτείνεται στο σχολικό χώρο ή ακόμα και στις διαπροσωπικές σχέσεις, οδηγεί τους ανθρώπους να κλείνονται στο καβούκι τους ή να ψάχνουν για εναλλακτικές. Κι αυτές οι εναλλακτικές δεν είναι πάντοτε οι ιδανικές. 

Για παράδειγμα, το περασμένο καλοκαίρι είδε το φως της δημοσιότητας η είδηση ότι ένας 17χρονος συνελήφθη για απόπειρα φόνου και εμπρησμό σε μάντρα αυτοκινήτων στην Πύλα, έχοντας το ρόλο του οδηγού των δραστών. Μπορεί η συμμετοχή ενός 17χρονου σε μια απόπειρα φόνου να επισκιάστηκε από την είδηση, ωστόσο εύλογα διερωτάται κάποιος εάν προσπάθησε κάποιος αρμόδιος να μπει στα παπούτσια του ανήλικου ή να σκεφτεί πως οδηγήθηκε σε αυτόν τον δρόμο. Τα ερωτήματα πολλά και βασανιστικά. Το τι έζησε ή σε ποιες άλλες παράνομες δραστηριότητες πιθανότατα να ενεπλάκη προηγουμένως για να φθάσει στα 17 του να έχει σημαίνοντα ρόλο σε μια απόπειρα φόνου, θα ήταν το πρώτο ζήτημα που θα έπρεπε να συζητά μια υγιής κοινωνία. 

Το εν λόγω πρόσωπο σήμερα είναι υπόδικος και προηγουμένως διέμενε σε στέγη, υπό την φροντίδα του κράτους. Ίσως, οι συνθήκες εκεί να ήταν εξαιρετικές, ίσως και όχι, ωστόσο το μόνο σίγουρο είναι πως αυτό το παιδί δεν είχε τη δυνατότητα να μεγαλώσει να μεγαλώσει κάτω υπό «κανονικές συνθήκες», ώστε να καθοδηγηθεί σωστά από την παιδική του ηλικία. Εξάλλου, κανένα παιδί δεν γεννίεται «εγκληματίας». 

Πλέον, βρίσκεται αντιμέτωπος με τη Δικαιοσύνη και εάν αποδειχθεί ότι ενεπλάκη στα αδικήματα που κατηγορείται θα τιμωρηθεί, όπως ορίζουν οι νόμοι του κράτους, ωστόσο, ακόμα σε αυτή την περίπτωση, το ερώτημα που τίθεται είναι εάν θα σωφρονιστεί και εάν υπάρχουν εκείνες οι συνθήκες στις Κεντρικές Φυλακές, που θα τον βοηθήσουν να γίνει καλύτερος πολίτης. 

Η απάντηση είναι δυστυχώς αρνητική, αφού το κράτος της ευρωπαϊκής Κύπρου, δεν μερίμνησε να δημιουργήσει σωφρονιστικό κέντρο για ανήλικους, το οποίο αναμένεται ότι θα λειτουργήσει το 2026, σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση από τους αρμόδιους, οι οποίοι σε πολλές άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν έδειξαν ότι τα χρονοδιαγράμματα που θέτουν δεν έχουν και τόσο μεγάλη ακρίβεια.

Το παράδειγμα του 17χρονου που αναφέρθηκε πιο πάνω, αφορούσε αλλοδαπό, ωστόσο δεν έχει καμία σημασία η καταγωγή του, αφού κάποια χρόνια προηγουμένως είχε διαπραχθεί μια δολοφονία με δράστη ένα 17χρονο Ελληνοκύπριο, ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Συνεπώς, το σημαντικότερο κεφάλαιο για κάθε παιδί και για τον δρόμο που θα ακολουθήσει είναι η σφυρηλάτηση του χαρακτήρα του από τους κηδεμόνες του και το σχολείο του, στην παιδική του ηλικία, ώστε να αποφύγει τις κακοτοπιές και τους δρόμους της παρανομίας.

Το κατά πόσον κάποιος είναι θύτης ενός εγκλήματος, μπορεί να το κρίνει το Δικαστήριο. Εάν είναι όμως θύτης, αλλά ταυτόχρονα και θύμα λόγω των βιωμάτων του ή των ταμπελών που του φόρεσε η ίδια η κοινωνία, οφείλουν να το κρίνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, που έχουν την υποχρέωση να στηρίξουν τους ανήλικους και να οδηγήσουν όσους περισσότερους μπορούν μακριά από την παρανομία.

Είναι λοιπόν η εύκολη λύση να χαρακτηρίσει κάποιος την εγκληματικότητα ως εισαγόμενη και να επαναπαυθεί στο επιχείρημα ότι για όλα φταίνε οι «κακοί ξένοι». Το δύσκολο κομμάτι είναι να αποδεχθούμε ότι στην Κύπρο αποτύχαμε στο κομμάτι της διαπαιδαγώγησης των νέων, να προσπαθήσουμε να βρούμε τις λύσεις εκείνες που θα βοηθήσουν στην ελαχιστοποίηση του προβλήματος.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ 

 

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Promotional Rep NewsFeed
ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
;