Σε νέα έκκληση προς όλα τα κράτη μέλη προχώρησε αυτή την εβδομάδα το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων, σε σχέση με τους εμβολιασμούς για τις εποχικές λοιμώξεις, σε μία προσπάθεια να αποφευχθεί οποιαδήποτε πίεση προς τα συστήματα υγείας.
Στην Κύπρο, από τον περασμένο Σεπτέμβριο, έχουν ξεκινήσει οι προετοιμασίες στα νοσοκομεία με ενημέρωση του προσωπικού για τα πρωτόκολλα και τα μέτρα ασφαλείας, ενώ οι προσωπικοί ιατροί και παιδίατροι έχουν λάβει ποσότητες εμβολίων για τη γρίπη αλλά και τον RSV. Ορισμένοι μάλιστα έχουν στείλει σχετικά μηνύματα SMS προς τους ασθενείς, προτρέποντάς τους να προχωρήσουν με τους εμβολιασμούς, ενώ προτεραιότητα δίδεται στους ηλικιωμένους αλλά και σε ασθενείς που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες, ενώ κάποιοι ήδη έχουν εμβολιαστεί.
Παρόλο που, λόγω των καιρικών συνθηκών, καθυστέρησε η έξαρση των εποχικών λοιμώξεων, οι υγειονομικές υπηρεσίες βρίσκονται ήδη σε επιφυλακή, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπιστεί το κύμα ασθενών που θα πρέπει να διαχειριστούν τα νοσηλευτήρια. Από την άλλη, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων κάνει νέα έκκληση αυτή την εβδομάδα προς όλες τις ευρωπαϊκές χώρες να προχωρήσουν με τους εμβολιασμούς, ώστε να μειωθούν τα ποσοστά νοσηλειών.
Μιλώντας στον REPORTER, η Παιδίατρος, Λοιμωξιολόγος και Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδιατρικής και Λοιμωξιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κύπρου, δρ. Μαρία Κολιού, σημείωσε πως στην παρούσα περίοδο δεν υπάρχουν τόσες πολλές λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, ωστόσο, όπως είπε, «ειδικά RSV και Influenza (γρίπη) καραδοκούν, σε λίγο καιρό θα τους έχουμε ξανά μπροστά μας».
Σημείωσε ότι «σίγουρα παιδιά από έξι μηνών μέχρι πέντε χρονών πρέπει να κάνουν εμβόλιο γρίπης. Από εκεί και πέρα, οι άνω των 60 ετών και οποιασδήποτε ηλικίας ασθενείς με χρόνια νοσήματα, όπως αναπνευστικά, καρδιακά, νεφρικά, με ανοσοκαταστολή και καρκινοπαθείς, επίσης πρέπει να εμβολιαστούν, αφού είναι σε υψηλό κίνδυνο για τη γρίπη».
Αναφερόμενη στον ιό RSV, η δρ. Κολιού σημείωσε πως «φέτος δόθηκε ειδικό μονοκλωνικό αντίσωμα για τα παιδιά» και εξήγησε ότι πρόκειται «για έτοιμα αντισώματα. Γίνεται ουσιαστικά ένεση σε νεογέννητα παιδιά, συνήθως τα οποία πρέπει να είναι μέχρι οκτώ μηνών, την περίοδο που νοσούν με τον RSV, που ουσιαστικά είναι τους χειμερινούς μήνες. Είναι ένας τρόπος να προστατευτούν τα παιδιά, αφού ο συγκεκριμένος ιός μπορεί να προκαλέσει σοβαρά συμπτώματα, όπως δύσπνοιες».
Τόνισε πως με τον RSV «τα παιδιά βασανίζονται στα νοσοκομεία, διότι εκπνέουν δύσκολα και η θεραπεία είναι υποστηρικτική, δηλαδή δίδεται οξυγόνο και υγρά, γιατί πολλές φορές δεν μπορούν να φάνε. Είναι μία σοβαρή ασθένεια της βρεφικής ηλικίας και, μόλις περάσουν τους οκτώ μήνες, ο κίνδυνος είναι πολύ μικρότερος».
Ερωτηθείσα εάν τα περιστατικά παιδιών με RSV φέτος είναι πιο συχνά σε σχέση με πέρσι, η δρ. Κολιού σημείωσε πως «κατά την περσινή χρονιά, ο ιός ήταν πολύ άσχημος. Νοσηλεύτηκαν παιδιά στην Εντατική περισσότερο από άλλες χρονιές. Πιθανόν να έχει σχέση και το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε περίοδο μετά την πανδημία του κορωνοϊού. Φέτος δεν ξέρουμε ακόμη τι μας περιμένει, αν και οι παιδίατροι έχουν ήδη ξεκινήσει τον εμβολιασμό των παιδιών».
Την ίδια ώρα, σημείωσε ότι ο RSV «μπορεί να χτυπήσει κυρίως ηλικιωμένους ή ανθρώπους που έχουν χρόνια αναπνευστικά νοσήματα. Παλαιότερα δεν μας απασχολούσε ο συγκεκριμένος ιός για τους ηλικιωμένους, ωστόσο τα τελευταία χρόνια φαίνεται να προσβάλλει και αυτή την κατηγορία ηλικιών, για τους οποίους υπάρχει εμβόλιο».
Όσον αφορά τον κορωνοϊό, η δρ. Κολιού διευκρίνισε πως «υπάρχει, αλλά έχει εξασθενήσει σε μεγάλο βαθμό η επιθετικότητα του ιού. Νομίζω ότι πλέον περνάει ως ένα κοινό κρυολόγημα, εκτός από εκείνους που έχουν προδιαθεσικό παράγοντα, δηλαδή τους ηλικιωμένους, άτομα με καρδιοπάθειες ή χρόνιες πνευμονοπάθειες. Πρόκειται ουσιαστικά για τις ίδιες κατηγορίες ανθρώπων όπως με τη γρίπη, για τους οποίους συστήνεται να προχωρήσουν ξανά με εμβολιασμό». Διευκρίνισε πως σήμερα υπάρχει θεραπεία μέσω φαρμάκων, με 90% αποτελεσματικότητα, και τόνισε πως «εναλλακτικά κάποιος μπορεί να πάρει φάρμακο, αν δεν θέλει να λάβει το εμβόλιο, μέσω του προσωπικού γιατρού, και να το προμηθευτεί από το φαρμακείο του νοσοκομείου».
Σε ό,τι αφορά τη γρίπη, η γιατρός τόνισε πως «η έξαρσή της είναι μετά τα μέσα του Δεκέμβρη στην Κύπρο. Στην Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη έχει ήδη ξεκινήσει, αλλά είναι πολύ διαφορετικό το κλίμα. Εμείς, με το κλίμα που έχουμε, ξεκινά Δεκέμβρη και πάει μέχρι τέλος Απριλίου. Η κορύφωσή της είναι μέσα στον Φεβρουάριο». Τόνισε πως ο εμβολιασμός για τη γρίπη είναι πολύ σημαντικός, ειδικά στα άτομα που έχουν ξεπεράσει τα 60 έτη και για τα παιδιά από πέντε μηνών μέχρι έξι χρονών.
Η δρ. Κολιού τόνισε επίσης τη σημαντικότητα του εμβολιασμού τόσο των ιατρών όσο και των νοσηλευτών, σημειώνοντας πως «γίνεται όχι μόνο για προστασία των ίδιων και των οικογενειών τους, αλλά και για προστασία των ασθενών τους. Ειδικά οι γιατροί και νοσηλευτές που ασχολούνται με ανοσοκατασταλμένους και ευάλωτους ασθενείς, σίγουρα εκείνοι πρέπει να εμβολιάζονται».
Έκκληση για εμβολιασμό από το ECDC
Από πλευράς του, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων, σε νέα έκκλησή του, επισημαίνει πως κάθε χειμώνα οι επιδημίες γρίπης προκαλούν εκατομμύρια μολύνσεις σε όλη την Ευρώπη, με αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες νοσηλείες και δεκάδες χιλιάδες θανάτους. Ωστόσο, τα ποσοστά κάλυψης του εμβολιασμού κατά της γρίπης παραμένουν κάτω από τον στόχο του 75% σε όλη την Ευρώπη, τόσο για τις ευάλωτες ομάδες όσο και για τους εργαζομένους στον τομέα της υγείας. Κατά την τελευταία περίοδο, οι περισσότερες χώρες ανέφεραν κάλυψη εμβολιασμού κατά της γρίπης πολύ κάτω από το 50%. Μόνο η Δανία (76%), η Ιρλανδία (75%), η Πορτογαλία (71%) και η Σουηδία (68%) έφτασαν ή πλησίασαν τον στόχο κάλυψης της ΕΕ του 75%. Μεταξύ των εργαζομένων στον τομέα της υγείας, το επίπεδο αυτό ήταν ακόμη χαμηλότερο, με μέσο όρο 32%.
Τα παιδιά επηρεάζονται ιδιαίτερα από τη γρίπη. Ο εμβολιασμός των παιδιών, σύμφωνα με τις εθνικές συστάσεις, τα προστατεύει από σοβαρές λοιμώξεις, ιδίως τα παιδιά ηλικίας κάτω των πέντε ετών. Τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ συνιστούν τον εμβολιασμό των παιδιών κατά της γρίπης.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη, ο RSV προκαλεί περίπου 250.000 νοσηλείες σε παιδιά και 160.000 νοσηλείες σε ηλικιωμένους κάθε χρόνο. Αρκετές χώρες της ΕΕ εφαρμόζουν προγράμματα εμβολιασμού για τον RSV σε έγκυες γυναίκες και ηλικιωμένους, εξασφαλίζοντας προστασία από σοβαρές ασθένειες. Άλλες επιλογές, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα μακράς δράσης, είναι επίσης διαθέσιμες για ομάδες υψηλού κινδύνου σοβαρών επιπλοκών, όπως τα νεογνά.
Καθώς ο SARS-CoV-2 συνεχίζει να κυκλοφορεί όλο τον χρόνο, με περιοδικές αυξήσεις των κρουσμάτων, οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με χρόνιες παθήσεις και τα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα παραμένουν σε κίνδυνο σοβαρής νόσου και συνιστάται ο εμβολιασμός τους.
Η πνευμονιοκοκκική πνευμονία προκαλεί ένα από τα υψηλότερα ποσοστά νοσηλείας και θνησιμότητας μεταξύ των ηλικιωμένων ατόμων. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC, περισσότερο από το 70% των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω είχαν μια λοίμωξη που μπορούσε να προληφθεί με εμβολιασμό.
Εκτός από τον εμβολιασμό, η καλή υγιεινή και η αναπνευστική εθιμοτυπία συμβάλλουν στον περιορισμό της εξάπλωσης των ιών. Το τακτικό πλύσιμο των χεριών, το κάλυμμα του στόματος και της μύτης όταν φτερνίζεστε, η παραμονή στο σπίτι όταν είστε άρρωστοι και ο αερισμός των κλειστών χώρων είναι βασικά μέτρα πρόληψης.
Οι έγκυες γυναίκες, οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με χρόνιες παθήσεις και οι γονείς νεογέννητων και παιδιών ηλικίας κάτω των πέντε ετών ενθαρρύνονται να συμβουλευτούν τον γιατρό τους σχετικά με τον τρόπο προστασίας τους από τον RSV, τη γρίπη και τον COVID-19.
Για τους ασθενείς που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρής νόσου, οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο έγκαιρης χρήσης αντιιικών θεραπειών για τη γρίπη, προκειμένου να μειώσουν την πιθανότητα εξέλιξης της νόσου, σύμφωνα με τις εθνικές κλινικές κατευθυντήριες οδηγίες. Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας ενθαρρύνονται επίσης να ενημερώνονται για τα εμβόλια, προκειμένου να προστατεύουν τους ασθενείς τους και τους εαυτούς τους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σε εγρήγορση τα νοσοκομεία για τις εποχικές λοιμώξεις-Συναγερμός και για τον επικίνδυνο μύκητα Candidozyma auris











