powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Οι Βρυξέλλες εξετάζουν ένταξη νέων κρατών στην ΕΕ χωρίς πλήρη δικαιώματα ψήφου-Οι υποστηρικτές της πρωτοβουλίας και οι αντιδράσεις

Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζει επιλεκτική επιτάχυνση της διεύρυνσης που θα επιτρέπει σε νέα κράτη-μέλη να ενταχθούν χωρίς να διαθέτουν πλήρη δικαιώματα ψήφου, σύμφωνα με αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Politico (19/10). Μια “καινοτόμος” σκέψη που μπορεί να παρακάμψει το βέτο της Ουγγαρίας στην ένταξη της Ουκρανίας και άλλων υποψήφιων χωρών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Ένταξη στην ΕΕ χωρίς δικαίωμα ψήφου-Υπό συζήτηση πρόταση για ένταξη νέων μελών, θέλουν να παρακάμψουν το βέτο  

Σύμφωνα με τρεις Ευρωπαίους διπλωμάτες και έναν αξιωματούχο της ΕΕ που μίλησαν στο Politico ανώνυμα, η πρόταση βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο και συζητείται άτυπα μεταξύ των κρατών-μελών και της Κομισιόν. Η βασική ιδέα είναι ότι τα νέα μέλη θα αποκτήσουν πλήρη δικαιώματα μόνον αφού ολοκληρωθεί μια ευρεία θεσμική αναθεώρηση της ΕΕ, η οποία θα περιορίζει τη δυνατότητα μεμονωμένων χωρών να ασκούν βέτο σε πολιτικές και κρίσιμες αποφάσεις.

Οι υποστηρικτές της πρωτοβουλίας

Σύμφωνα με το Politico, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Ολλανδία έχουν εκφράσει ανεπίσημη υποστήριξη, τονίζοντας την ανάγκη για έμπρακτη διεύρυνση. Ωστόσο, η Ισπανία έχει επίσης εκφράσει επιφυλάξεις. Τον Μάρτιο 2022, ο Ισπανός υπουργός Εξωτερικών, José Manuel Albares, δήλωσε ότι «η ένταξη στην ΕΕ δεν είναι μια διαδικασία που μπορεί να γίνει με απλή πολιτική απόφαση», υπενθυμίζοντας ότι η υποψήφια χώρα «πρέπει να πληροί ορισμένα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά πρότυπα».

Η Γερμανία έχει αναδειχθεί ως ένας από τους πιο ηχηρούς υποστηρικτές της πρότασης. Ο Άντον Χόφραϊτερ (Κόμμα των Πρασίνων), πρόεδρος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Μπούντεσταγκ, τόνισε ότι «τα μελλοντικά μέλη πρέπει να παραιτηθούν από το δικαίωμα βέτο μέχρι να εφαρμοστούν βασικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, όπως η εισαγωγή της λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία στους περισσότερους τομείς πολιτικής». Ο Χόφραϊτερ υποστήριξε ότι «η διεύρυνση δεν πρέπει να καθυστερεί επειδή μεμονωμένα κράτη-μέλη της ΕΕ μπλοκάρουν τις μεταρρυθμίσεις».

Το 2024, η Γερμανία μαζί με τη Σλοβενία υπέβαλαν ένα ανεπίσημο έγγραφο (non-paper) στο Συμβούλιο, υποστηρίζοντας τη χρήση της ειδικής πλειοψηφίας για ορισμένα ενδιάμεσα στάδια της διαδικασίας προσχώρησης. Με τη Δανία να συμμετέχει μετά την ανάληψη της προεδρίας, περίπου 16 κράτη-μέλη υποστηρίζουν πλέον αυτή την προσέγγιση.

Η πρωτοβουλία προωθείται ενεργά από χώρες υπέρ της διεύρυνσης, όπως η Αυστρία και η Σουηδία, οι οποίες επιδιώκουν να αναζωογονήσουν μια διαδικασία που έχει «παγώσει» λόγω της αντίθεσης της Ουγγαρίας και άλλων πρωτευουσών. Αυτές οι χώρες θεωρούν ότι η τρέχουσα κατάσταση υπονομεύει τη στρατηγική σημασία της διεύρυνσης για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της Ευρώπης.

Οι αντιδράσεις των κρατών-μελών

Η Ουγγαρία παραμένει ο κύριος αντίπαλος της ένταξης της Ουκρανίας. Στις 26 Ιουνίου 2025, μετά από ένα μη δεσμευτικό δημοψήφισμα στο οποίο το 95% των ψηφοφόρων (περίπου 2,2 εκατομμύρια άνθρωποι, το 29% του εκλογικού σώματος) αντιτάχθηκε στην προσχώρηση της Ουκρανίας, ο Βίκτωρ Ορμπάν ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει να ασκεί βέτο στο άνοιγμα νέων κεφαλαίων διαπραγμάτευσης. 

«Με περισσότερες από 2 εκατομμύρια ψήφους στο VOKS 2025, σταματήσαμε την προσχώρηση της Ουκρανίας στην ΕΕ», δήλωσε ο Ούγγρος πρωθυπουργός, και επέμεινε ότι «αν δεχτούμε μια χώρα σε πόλεμο, θα παρασυρθούμε σε πόλεμο με τη Ρωσία».

Η Ουγγαρία έχει επίσης απειλήσει να μπλοκάρει όλα τα μελλοντικά πακέτα οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Ο κ. Ορμπάν έχει επικρίνει τους Ευρωπαίους ηγέτες για «ηθική ανευθυνότητα», λέγοντας ότι «εξαπατούν τους Ουκρανούς με έναν απαράδεκτο τρόπο».

Η Σλοβακία, υπό τον Ρόμπερτ Φίτσο, έχει ευθυγραμμιστεί με την ατζέντα του Βίκτωρος Ορμπάν. Στις 28 Απριλίου 2025, οι ηγέτες της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας τάχθηκαν δημόσια εναντίον της αλλαγής του κανόνα ομοφωνίας της ΕΕ, μετά την εμφάνιση προτάσεων για παράκαμψη της αντίθεσής τους στην προσχώρηση της Ουκρανίας. Ωστόσο, η κυβέρνηση της Σλοβακίας έχει επίσης εκφράσει υποστήριξη στην υποψηφιότητα της Ουκρανίας, αν και αντιτίθεται στην κατάργηση του δικαιώματος βέτο.

Επιφυλάξεις για την κατάργηση της ομοφωνίας

Παρά την ανεπίσημη υποστήριξη στην ιδέα της σταδιακής ένταξης, τόσο η Γαλλία όσο και η Ολλανδία έχουν εκφράσει ισχυρή αντίσταση στην κατάργηση του δικαιώματος βέτο για τα υφιστάμενα κράτη-μέλη. Η προβληματική εστιάζει σε θέματα εθνικής κυριαρχίας και τον έλεγχο ευαίσθητων θεμάτων.

Τον Ιούνιο του 2022, η Ολλανδία κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να περιγράψει λεπτομερώς τις προϋποθέσεις για την περαιτέρω προσέγγιση της Ουκρανίας προς την ΕΕ. Τον Οκτώβριο του 2025, η Χάγη αντιτάχθηκε στην επιταχυνόμενη διαδικασία για την προσχώρηση της Ουκρανίας.

Η Πολωνία παρουσιάζει ένα σύνθετο και αντιφατικό τοπίο. Ενώ η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ υποστηρίζει ενεργά την προσχώρηση της Ουκρανίας στην ΕΕ, ο πρόσφατα εκλεγμένος πρόεδρος Κάρολ Ναβρόσκι (που ανέλαβε καθήκοντα τον Αύγουστο 2025) αντιτίθεται στην ένταξη της Ουκρανίας. 

«Αυτή τη στιγμή, είμαι κατά της εισόδου της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση», δήλωσε ο κ. Ναβρόσκι, αν και τόνισε πως η Πολωνία «πρέπει να υποστηρίξει την Ουκρανία από στρατηγική και γεωπολιτική άποψη».

Η δημόσια γνώμη στην Πολωνία έχει επίσης μεταβληθεί δραματικά. Μόνο το 35% των Πολωνών υποστηρίζει τώρα τις φιλοδοξίες της Ουκρανίας να ενταχθεί στην ΕΕ, σε σύγκριση με το 85% το 2022. Παρομοίως, το 37% υποστηρίζει την προσχώρηση της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, σε σύγκριση με το 75% το 2022.

Η Δανία, που διαχειρίζεται την περιοδική προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, έχει επιβεβαιώσει ότι η διεύρυνση παραμένει βασική προτεραιότητα. Η υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Μαρί Μπγέρρε, τόνισε στις 15 Σεπτεμβρίου 2025 ότι «το κράτος δικαίου παραμένει θεμελιώδης προϋπόθεση για την ένταξη στην ΕΕ ως μέρος των Κριτηρίων της Κοπεγχάγης»[20]. Η Δανία συμμετέχει στην πρωτοβουλία μαζί με τη Γερμανία και τη Σλοβενία για την εισαγωγή της ειδικής πλειοψηφίας σε ορισμένα στάδια της διαδικασίας προσχώρησης[5].

Η Βουλγαρία και η Ρουμανία έχουν βιώσει άμεσα τα προβλήματα της διακριτικής μεταχείρισης νέων μελών. Και οι δύο χώρες εντάχθηκαν στην ΕΕ το 2007, αλλά η πλήρης ένταξή τους στη “ζώνη Σένγκεν” καθυστέρησε μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025 λόγω της αντίθεσης της Αυστρίας. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του INSCOP (2024), το 60% των Ρουμάνων πίστευε ότι η χώρα τους μπλοκαριζόταν παρά το γεγονός ότι πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις. Αυτό το αίσθημα διάκρισης ευνόησε ακραίες διαθέσεις και στις δύο χώρες, με αύξηση των ευρωσκεπτικιστών κομμάτων.

Ελλάδα και Κύπρος έχουν εκφραστεί υπέρ της διεύρυνσης, ιδιαίτερα για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά όχι και υπέρ της εσπευσμένης διαδικασίας. Και οι δύο χώρες τάσσονται υπέρ των μεταρρυθμίσεων στην ΕΕ, αλλά δύσκολα θα αποφασίσουν να απεμπολήσουν το δικαίωμα βέτο. 

Αντιδράσεις των υποψήφιων προς ένταξη χωρών

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχει δηλώσει ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μπλοκάρει την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, καθώς η απόφαση αντικατοπτρίζει τόσο τις φιλοδοξίες της χώρας όσο και τη βούληση της Ευρώπης. Τον Σεπτέμβριο 2025, η Ουκρανία ολοκλήρωσε επιτυχώς τον έλεγχο της νομοθεσίας της για συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο.

Ο Ουκρανός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Τάρας Κάσκα, ζήτησε «δημιουργικές λύσεις» για την πρόοδο της διαδικασίας προσχώρησης, τονίζοντας ότι «η αναμονή δεν είναι επιλογή». «Χρειαζόμαστε μια λύση εδώ και τώρα. Η Ρωσία δοκιμάζει την ευρωπαϊκή ασφάλεια με drones – κάνει το ίδιο υπονομεύοντας την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης», δήλωσε ο Ουκρανός αντιπρόεδρος, οποίος πιστεύει ότι έως το τέλος του 2025 μπορούν να ανοίξουν έως και έξι «clusters» διαπραγματεύσεων εάν υπάρξει πολιτική δυναμική.

Η Μολδαβία έλαβε το καθεστώς υποψήφιας χώρας τον Ιούνιο 2022 και ξεκίνησε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις στις 25 Ιουνίου 2024. Σε πρόσφατο δημοψήφισμα, το 50,4% των Μολδαβών ψήφισαν υπέρ της ένταξης στην ΕΕ – πολύ χαμηλότερα από το αναμενόμενο, κάτι που η κυβέρνηση απέδωσε στη ρωσική παρέμβαση. Η Πρόεδρος Μάγια Σαντού, είναι υπέρ της ΕΕ, αλλά αντιμετωπίζει προκλήσεις από τον ρωσόφιλο θύλακα της Υπερδνειστερίας.

Η Επίτροπος Διεύρυνσης, Μάρτα Κος, έχει τονίζει πως «οι Μολδαβοί πολίτες έχουν επιβραβεύσει την ευρωπαϊκή προοπτική».

Ο πρόεδρος του Μαυροβουνίου, Γιάκοβ Μιλάτοβιτς, δήλωσε στο Politico ότι «η τελευταία χώρα που εντάχθηκε στην ΕΕ ήταν η Κροατία πριν από δέκα χρόνια, και εν τω μεταξύ το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε», προσθέτοντας ότι «ήρθε η ώρα να αναζωογονηθεί η ευρωπαϊκή ιδέα». Τον Ιούνιο, το Μαυροβούνιο πληρούσε τα ενδιάμεσα κριτήρια για το κράτος δικαίου, αν και η έκθεση Διεύρυνσης αναφέρει ότι χρειάζεται περισσότερη πρόοδος.

Η Βόρεια Μακεδονία έλαβε το καθεστώς υποψήφιας χώρας το 2005, αλλά οι διαπραγματεύσεις δεν ξεκίνησαν παρά τον Μάρτιο 2020 – το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην ιστορία της ΕΕ. Η χώρα έχει μπλοκαριστεί για περισσότερο από μια δεκαετία, αρχικά από την Ελλάδα, στη συνέχεια από τη Γαλλία και τελευταία από τη Βουλγαρία. Η Βουλγαρία επέμενε ότι η εθνική ταυτότητα των Μακεδόνων βασιζόταν σε «κλοπή ταυτότητας», η οποία πρέπει να τελειώσει πριν η Βόρεια Μακεδονία ανοίξει το πρώτο της κεφάλαιο διαπραγματεύσεων.

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Νικόλα Ντιμιτρώφ,  ανέφερε τον Νοέμβριο του 2020 πως «είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς γιατί η μακεδονική γλώσσα αποτελεί εμπόδιο για να φέρει τη Βόρεια Μακεδονία πιο κοντά στην Ένωση, αφού η ΕΕ σέβεται την πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία».

Η θέση των ευρωπαϊκών θεσμών

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει στις 29 Οκτωβρίου 2025 μια πρόταση με τίτλο “An EU fit for enlargement: policy reviews and reforms”, η οποία θα επικεντρωθεί τόσο σε εσωτερικές όσο και σε εξωτερικές διαστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, ενδεχομένως και με κάθε θεσμικό κόστος η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θέλει να προχωρήσει με ταχύτατο βηματισμό η διεύρυνση, παραγνωρίζοντας ωστόσο την ανάγκη εμβάθυνσης της Ένωσης.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, έχει προτείνει τη χρήση της ειδικής πλειοψηφίας αντί της ομόφωνης συμφωνίας για το άνοιγμα μεμονωμένων clusters διαπραγμάτευσης για τη διαδικασία προσχώρησης της Ουκρανίας και της Μολδαβίας. Ο κ. Κόστα υποστηρίζει ότι «όταν δεν επιτυγχάνεται ομοφωνία, δεν πρέπει να βυθιζόμαστε στην παράλυση. Αντίθετα, πρέπει να βρίσκουμε δημιουργικές λύσεις».

Ο ίδιος έχει ζητήσει από την Επιτροπή και τις υπηρεσίες του Συμβουλίου να διευκρινίσουν το νομικό πλαίσιο – τι απαιτούν και τι δεν απαιτούν πραγματικά οι Συνθήκες της ΕΕ. Αυτή η διευκρίνιση, εκτιμά ότι θα μπορούσε να βοηθήσει να δείξει ότι η ομοφωνία δεν είναι πάντα απαραίτητη, και η νομική γνωμοδότηση «θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως ασπίδα σε περίπτωση πολιτικής αντίδρασης» και ακόμη και να ανοίξει το δρόμο για «αλλαγή στη μεθοδολογία». Σε αυτή την περίπτωση είναι βέβαιο ότι θα ανοίξει μεγάλη συζήτηση για τη σταθερότητα των Συνθηκών και τα κριτήρια ένταξης.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει υιοθετήσει ψήφισμα που αναφέρει ότι «η ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία θα πρέπει να εφαρμοστεί σε τομείς όπως η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ, το άνοιγμα και το κλείσιμο μεμονωμένων clusters διαπραγμάτευσης και η επιβολή κυρώσεων για οπισθοδρόμηση». Αυτό είναι το τέταρτο πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που υποστηρίζει την ειδική πλειοψηφία στη διεύρυνση της ΕΕ, δείχνοντας ότι η διακομματική συμφωνία σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι δυνατή.

Τον Οκτώβριο 2025, το Κοινοβούλιο υιοθέτησε έκθεση σχετικά με τις θεσμικές συνέπειες των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ.

Προκλήσεις και τεχνάσματα

Οποιαδήποτε αλλαγή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τη διεύρυνση θα απαιτούσε ακόμη ομόφωνη έγκριση από τα 27 κράτη-μέλη. Χωρίς ευρύτερη συναίνεση, τόσο η έννοια της ένταξης με περιορισμένα δικαιώματα ψήφου όσο και το άνοιγμα clusters με ειδική πλειοψηφία αντιμετωπίζουν αβέβαιο μέλλον.

Η αλλαγή των Συνθηκών είναι ιδιαίτερα επαχθής και μακρά διαδικασία, απαιτώντας ομόφωνη συμφωνία μεταξύ όλων των κρατών-μελών, ακολουθούμενη από κύρωση σε κάθε χώρα, συμπεριλαμβανομένων εθνικών δημοψηφισμάτων ή κοινοβουλευτικών εγκρίσεων. 

Η αποτυχία του συνταγματικού συμφώνου του 2005, που απορρίφθηκε σε δημοψηφίσματα τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ολλανδία, έχει καταστήσει τους Ευρωπαίους ηγέτες επιφυλακτικούς να επιδιώξουν αλλαγή της Συνθήκης χωρίς επαρκή προετοιμασία.

Πρακτικά, υπάρχουν δύο τρόποι για να εξαλειφθεί η ομοφωνία από τη λήψη αποφάσεων της ΕΕ χωρίς αλλαγή της Συνθήκης.

Πρώτος τρόπος είναι οι λεγόμενες ρήτρες passerelle (ρήτρες “γεφύρωσης”), που επιτρέπουν στο Συμβούλιο να μεταβεί σε ειδική πλειοψηφία σε καθορισμένους τομείς, αλλά η ενεργοποίησή τους απαιτεί ομοφωνία. Έχουν χρησιμοποιηθεί μόνο μία φορά, το 2004, για να αλλάξουν οι διαδικασίες ψηφοφορίας σε ειδική πλειοψηφία στον τομέα των θεωρήσεων και των συνοριακών ελέγχων.

Δεύτερος τρόπος είναι η λεγόμενη “εποικοδομητική αποχή” (constructive abstention). Στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), τα κράτη-μέλη μπορούν να αποχωρήσουν από μια ψηφοφορία ομοφωνίας, χωρίς να μπλοκάρουν την απόφαση.

Χρησιμοποιήθηκε το 2008 για την απόφαση αποστολής πολιτικής ασφάλειας στο Κόσοβο και τρεις φορές από την έναρξη του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Ο Βίκτωρ Ορμπάν χρησιμοποίησε το «διάλειμμα για καφέ» το Δεκέμβριο 2023 για να επιτρέψει στην ΕΕ να ανοίξει διαπραγματεύσεις προσχώρησης με την Ουκρανία, αν και αυτό δεν ήταν επίσημη χρήση της “εποικοδομητικής αποχής”.

Η πρόταση για την ένταξη νέων κρατών-μελών χωρίς πλήρη δικαιώματα ψήφου αντιπροσωπεύει μια τολμηρή απόπειρα να προσαρμοστεί η ΕΕ στις σύγχρονες γεωπολιτικές και θεσμικές προκλήσεις. Η τύχη της πρότασης εξαρτάται από την ομόφωνη κύρωση και την προθυμία της ΕΕ να αγκαλιάσει ευέλικτους όρους ένταξης, ενδεχομένως μέσω της αξιοποίησης μηχανισμών όπως οι ρήτρες passerelle, που επιτρέπουν την προσαρμογή των διαδικασιών λήψης αποφάσεων χωρίς τροποποίηση της Συνθήκης. 

Αλλά, αν η Ένωση περάσει σε κατάσταση τόσο μεγάλης θεσμικής ευελιξίας, η Συνθήκη γίνεται “ακορντεόν”, με κίνδυνο να αποδυναμωθεί η συνοχή και η σταθερότητα του θεσμικού πλαισίου. Σε ενδεχόμενη κατάσταση ισχυρής ανθενωτικής κρίσης (ενδεχομένως και μετά τη διεύρυνση), η υπερβολική ευελιξία θα μπορούσε να εντείνει τις φυγόκεντρες τάσεις, δυσχεραίνοντας τη συναίνεση και υπονομεύοντας την ενιαία φωνή της ΕΕ σε κρίσιμα ζητήματα, όπως η εξωτερική πολιτική ή η οικονομική διακυβέρνηση. 

Επιπλέον, η εισαγωγή κρατών-μελών με περιορισμένα δικαιώματα ψήφου ενδέχεται να δημιουργήσει ένα πολυδιάστατο σύστημα ιεραρχιών εντός της ΕΕ, (κάποτε, μιλούσαμε για “ομόκεντρους κύκλους”) εγείροντας ερωτήματα για την ισότητα και τη δημοκρατική νομιμοποίηση, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να ενισχύσει την αντίσταση από υπάρχοντα κράτη-μέλη που επιθυμούν τη διατήρηση του status quo.

Πηγή: ΕΡΤ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
;