Ίσως είμαστε μπροστά σε μια από τις τελευταίες εκλογικές διαδικασίες στα κατεχόμενα όπου το εκλογικό σώμα είναι υπέρ των γηγενών Τ/κ, δηλώνει στο ΚΥΠΕ ο Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου, Νίκος Μούδουρος αναλύοντας το προεκλογικό σκηνικό, τις θέσεις και σε ποιο βαθμό η Τουρκία παρεμβαίνει στις επικείμενες «προεδρικές εκλογές» της 19ης Οκτωβρίου.
Το φαινόμενο «απολιτίκ»
Απαντώντας σε ερώτηση για την αποχή που τα τελευταία χρόνια σε όλες τις εκλογικές διαδικασίες στα κατεχόμενα αυξάνεται, ο κ. Μούδουρος είπε ότι η τ/κ κοινότητα ήταν πολύ πιο πολιτικοποιημένη σε ό,τι αφορά την συμμετοχή σε «εκλογές», σε σύγκριση με τους Ε/κ, αλλά φαίνεται ότι από ένα σημείο και μετά, για διαφορετικούς λόγους, και οι Τ/κ προτιμούν την αποχή. Ως νέο φαινόμενο εμφανίζεται και η τάση του «απολιτίκ». Οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι, κυρίως νεαρά άτομα, πρόσθεσε, είναι μια κρίσιμη μάζα και γι’ αυτή την εκλογική διαδικασία.
Εκλογικό σώμα
Σύμφωνα με την τελευταία ανακοίνωση του «ανωτάτου εκλογικού συμβουλίου», ο αριθμός των ατόμων που έχουν δικαίωμα ψήφου στις 19 Οκτωβρίου είναι 218.313, ενώ στις αντίστοιχες «προεδρικές» του 2020 ήταν περίπου 200.000. Η αύξηση στο "εκλογικό σώμα" σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα δεν είναι φυσιολογική, ανέφερε, κι αυτό προκύπτει από την αφύσικη αύξηση των «υπηκοοτήτων». Επισημαίνοντας ότι στα κατεχόμενα ο μέσος όρος γεννήσεων τον χρόνο είναι περίπου 2500 – 3000, σημείωσε ότι η φυσιολογική αύξηση ψηφοφόρων έπρεπε να είναι ένας αντίστοιχος ετήσιος αριθμός.
Ωστόσο, είπε, τα τελευταία 10 χρόνια η παραχώρηση «υπηκοοτήτων» και άρα η παραχώρηση και πολιτικών δικαιωμάτων, είναι κατά μέσο όρο 4500 – 5000 ετησίως. Αυτό σημαίνει, εξήγησε, ότι η αύξηση στο εκλογικό σώμα προέρχεται από μια μη φυσιολογική αύξηση στην παραχώρηση των «υπηκοοτήτων». Ο αριθμός λοιπόν των 218000 που ανακοινώθηκε ότι έχουν δικαίωμα ψήφου για τις 19 Οκτωβρίου, ανέφερε ο κ. Μούδουρος, περιλαμβάνει γηγενή πληθυσμό, δηλαδή Τ/κ γεννημένους στην Κύπρο και/ή από μητέρα ή πατέρα Τ/κ, Τούρκους έποικους που έχουν πάρει την «υπηκοότητα» ή άτομα τρίτων χωρών που έχουν πάρει κι αυτοί την «υπηκοότητα» και δικαίωμα ψήφου. Όμως, είπε, δεν παρατηρείται συμμετοχή στην κάλπη αυτού του πληθυσμού.
Ως προς το πόσοι είναι οι εκλογείς έποικοι σε σύγκριση με τους Τ/κ, ο Επίκουρος Καθηγητής εξηγεί ότι αν συγκρίνουμε τον αριθμό των Τ/κ που είναι εγγεγραμμένοι στον εκλογικό κατάλογο της ΚΔ ή πόσοι Τούρκοι εκ Τουρκίας, «υπήκοοι» του ψευδοκράτους, έχουν το δικαίωμα να ψηφίσουν στις εκλογές για την Τουρκία όπως πχ στις προεδρικές εκλογές του 2024, «υπολογίζεται ότι μέχρι στιγμής στο εκλογικό σώμα η ισορροπία είναι 55-60% υπέρ των Τ/κ. Δηλαδή η γηγενής ψήφος Τ/κ είναι 55-60% και 40-45% είναι η ψήφος ξένων, κυρίως Τούρκων και Κούρδων εποίκων. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε ενώπιον ίσως μιας από τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις όπου η ισορροπία είναι ελαφρά υπέρ του γηγενούς πληθυσμού».
Αν συνεχιστεί η δραματική αύξηση στην παραχώρηση «υπηκοοτήτων» σε μια – δυο εκλογικές αναμετρήσεις, τα ποσοστά θ‘ αλλάξουν εναντίον των Τ/κ, σημείωσε ο κ. Μούδουρος.
Αλλοίωση βούλησης και αποτελεσμάτων
Με αφορμή θέσεις μικρότερων τ/κ κομμάτων για δημογραφική αλλοίωση και άρα των αποτελεσμάτων των «εκλογών», ο Νίκος Μούδουρος επεσήμανε ότι από το 1976 μέχρι σήμερα έχει αλλοιωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η γηγενής πολιτική βούληση στα κατεχόμενα. Από το 1976, πρόσθεσε, υπάρχουν ιδεολογικά ρεύματα στην τ/κ κοινότητα που υποστηρίζουν είτε το μποϊκοτάρισμα των «εκλογών», είτε την καταγγελία των αποτελεσμάτων λόγω της αλλοίωσης της βούλησης των Τ/κ.
Υπάρχει, ανέφερε, το μεγάλο ζήτημα των παρεμβάσεων της Τουρκίας που δεν αφορά μόνο την αλλοίωση της δημογραφίας των Τ/κ, κάτι που δεν έχει σταματήσει μέχρι σήμερα. Όπως υπάρχει, συνέχισε, μετά από κάθε εκλογική διαδικασία πάντα η έξαρση της αντιπαράθεσης για τις παρεμβάσεις της Τουρκίας.
Εκστρατεία
Ο Νίκος Μούδουρος κλήθηκε να σχολιάσει τις εκστρατείες και τα μηνύματα που στέλνουν οι δύο κύριοι ανθυποψήφιοι, Ερσίν Τατάρ και Τουφάν Ερχιουρμάν, Όπως επεσήμανε, η προεκλογική εκστρατεία του Τατάρ έχει σχεδιαστεί εξ ολοκλήρου και υλοποιείται από μη τ/κ επιτελεία, επικοινωνιακά, πολιτικά. Ακόμα και η γραμματοσειρά σε αφίσες της προεκλογικής του προσομοιάζουν με εκστρατείες του ΑΚΡ στην Τουρκία, παρατήρησε. Επικεντρώνεται περισσότερο στην ταύτιση Άγκυρας – Τατάρ για την μορφή λύσης του Κυπριακού και υπογραμμίζει το Κυπριακό και τί πέτυχε τα τελευταία 5 χρόνια.
Από την άλλη, είπε ο κ. Μούδουρος, ο Τουφάν Ερχιουρμάν ενώ θα μπορούσε να πατήσει πάνω στο Κυπριακό και παρ’ όλο που χαρακτηρίζει τα 5 χρόνια της θητείας Τατάρ χαμένα, το επιτελείο του επέλεξε να μεταφέρει την προεκλογική αντιπαράθεση στο ύφος, τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του «προέδρου» λες και πρόκειται για ένα «ημιπροεδρικό ή προεδρικό σύστημα». Εκτιμά ότι αυτό συνέβη για να χρεώσουν στον Ερσίν Τατάρ την δυσαρέσκεια του κόσμου για τα πεπραγμένα της «κυβέρνησης».
Στο Κυπριακό, έχουμε την καταγραφή δύο διαφορετικών θέσεων, δήλωσε ο Νίκος Μούδουρος. Η μια είναι η παραδοσιακή θέση της τ/κ δεξιάς: λύση δύο κρατών, κυριαρχική ισότητα όπως χρησιμοποιεί την ορολογία ο Τατάρ και το ότι αυτή η θέση οδηγεί στην συνεργασία με την Άγκυρα, κάτι που - εξηγεί – είναι απαραίτητο στα πλαίσια της τ/κ δεξιάς.
Από την άλλη, συνέχισε, ο Ερχιουρμάν βάζει ξεκάθαρα την θέση για χαλαρή ομοσπονδία, την οποία έχει ξεκαθαρίσει σε συνεντεύξεις του ως προς τις εξουσίες που κατά την άποψή του πρέπει να έχει η κεντρική κυβέρνηση: ενέργεια, υδρογονάνθρακες, καθορισμός θαλάσσιων ζωνών, έλεγχος και διαχείριση θαλάσσιων εμπορικών δρόμων και ασφάλεια.
Ο κ. Μούδουρος εξήγησε επίσης ότι επειδή ο κ. Ερχιουρμάν συνενώνει διαφορετικές ομάδες της τ/κ κοινότητας κι αντιπολίτευσης που είναι και εναντίον του Ερσίν Τατάρ και του ΚΕΕ, υπογραμμίζει παραπάνω την ορατότητα των συνιστωσών πολιτειών, χρησιμοποιεί την ορολογία του σχεδίου Ανάν, θέτει την πολιτική ισότητα ως κόκκινη γραμμή της τ/κ κοινότητας, μιλά για τα κοινοτικά δικαιώματα των Τ/κ, χωρίς να σημαίνει ότι παραβλέπει τα αντίστοιχα κοινοτικά δικαιώματα των Ε/κ, και τονίζει την ανάγκη διαπραγματεύσεων ακόμα και με την Τουρκία, η οποία διαφοροποιείται στις θέσεις της στο κυπριακό.
Για πρώτη φορά υποψήφιος του ΡΤΚ με τόσο έντονο τρόπο κάνει ειδική προσπάθεια προσέλκυσης ψήφων Τούρκων και Κούρδων εποίκων και μεταναστών, σημείωσε, μέσα από την θέση του για την πλήρη αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πχ των παιδιών μεικτών γάμων και το έντονο «μαρκάρισμα» συλλόγων κι ενώσεων εποίκων για να τον στηρίξουν. Σε ένα εκλογικό σώμα συντηρητικό πιά, σημείωσε ο κ. Μούδουρος, ο Τουφάν Ερχιουρμάν, από ένα σημείο και μετά, έδωσε ειδικό βάρος σε τέτοιους ψηφοφόρους λόγω της στρατηγικής τους σημασίας.
Ποιες περιοχές κρίνουν το αποτέλεσμα
Σημασία θα έχει να δούμε τα αποτελέσματα των περιοχών από την Αμμόχωστο, Τρίκωμο μέχρι το Ριζοκάρπασο, ανέφερε ο Επίκουρος Καθηγητής σε ερώτηση για το ποιες περιοχές θα κρίνουν το αποτέλεσμα. Διότι, εξήγησε, εκεί παρατηρείται πυκνότητα πληθυσμού εποίκων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πλέον οι έποικοι μένουν μόνο σ’ εκείνες τις περιοχές. Οι έποικοι εκείνης της περιοχής, πρόσθεσε, ίσως είναι και το επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας της Τουρκίας υπέρ του Τατάρ.
Παρέμβαση Τουρκίας
Ο Νίκος Μούδουρος τόνισε ότι δεν υπάρχει εκλογική διαδικασία που να μην υπάρχει παρέμβαση της Τουρκίας στα κατεχόμενα. Μετά την εισβολή, στα κατεχόμενα διαχρονικά υπάρχει το ενδιαφέρον της Τουρκίας για το ποια θα είναι η πολιτική ηγεσία και παρεμβαίνει για να επηρεάσει ποια θα είναι η ηγεσία του πολιτικού συστήματος που υπάρχει εκεί.
Η Τουρκία, εξήγησε, χρησιμοποιεί συγκεκριμένους τρόπους, μεθόδους, πρόσωπα, μηχανισμούς εάν καταλάβει ότι ο υποψήφιος ή η πολιτική θέση που δεν επιθυμεί να κερδίσει, είναι απειλητικοί προς τα συμφέροντά της ή όχι.
Το 2020, ανέφερε, ο Μουσταφά Ακιντζί αποτελούσε απειλή με την έννοια της έντονης διαφωνίας του τότε Τ/κ ηγέτη με την Τουρκία όχι μόνο στο κυπριακό, αλλά σε όλη την περιφερειακή εξωτερική πολιτική της Τουρκίας όπως πχ στη Συρία, σε σχέση με την αραβική άνοιξη κι αλλού. Αυτό, είπε, σήμερα δεν το έχει ο Τουφάν Ερχιουρμάν, δεν είναι απειλητικός. Αντίθετα, δεν αναφέρεται σε τέτοιου είδους θέματα ο κ. Ερχιουρμάν.
Ο κ. Μούδουρος σημείωσε επίσης ότι το 2020 δεν υπήρξε μόνο η παρέμβαση υπέρ του Ερσίν Τατάρ, αλλά και η καθαρή δαιμονοποίηση μέχρι και απειλές ενάντια στη ζωή του Μουσταφά Ακιντζί και συνεργατών του.
Σήμερα, συνέχισε, ο Τατάρ ξεκάθαρα στηρίζεται πολιτικά από τις δηλώσεις πχ του Τούρκου Προέδρου για το Κυπριακό, την παρουσία του Τούρκου Αντιπροέδρου σε εγκαίνια έργων στα κατεχόμενα και πρακτικά μέσω εκλογικών επιτελείων που είναι συνδεδεμένα με το ΑΚΡ και βρίσκονται εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα στα κατεχόμενα.
«Χωρίς να αποκλείουμε ότι δεν θα ενταθεί το επόμενο διάστημα αυτή η κατάσταση, ο λόγος της πιο χαμηλής έντασης παρέμβασης της Τουρκίας αυτή τη φορά, είναι και η δυσκολία να πεισθεί το εκλογικό σώμα όπως το 2020 με όλους τους τρόπους που χρησιμοποιήθηκαν τότε».
Υπέδειξε δε ότι υπάρχει ένα ποσοστό αναποφάσιστων, αλλά όσοι έχουν αποφασίσει να ψηφίσουν στις επερχόμενες «προεδρικές» δεν το έκαναν με γνώμονα το κυπριακό. Η κρίση τους έχει σχέση με την οικονομία, το πώς άλλαξε από την πανδημία μέχρι σήμερα το κοινωνικο-οικονομικό τους πλαίσιο και οι σχέσεις με την Τουρκία, η διαφθορά, η διαπλοκή, τα σκάνδαλα.
Στην ερώτηση ποια πιστεύει ότι θα είναι η προτεραιότητα του ενός ή του άλλου μετά τις «προεδρικές εκλογές», ο Νίκος Μούδουρος είπε πως καταρχήν θα είναι πολύ διαφορετικές. Πιστεύει ότι αν εκλεγεί ο Τουφάν Ερχιουρμάν η προτεραιότητά του θα είναι πολύ πιο σύνθετη, θ’ αφορά το Κυπριακό και το πώς θα ομαλοποιήσει τις σχέσεις του με την Τουρκία, καθώς ο ίδιος λέει ότι για να ξεπεραστούν οι διαφωνίες που όντως υπάρχουν, πρέπει να υπάρχει και ενός είδους συνεννόηση με την Άγκυρα.
Θεωρεί επίσης ότι είτε εκλεγεί ο κ. Ερχιουρμάν είτε εκλεγεί ο κ. Τατάρ μετά τις «προεδρικές» σε σύντομο χρονικό διάστημα θα γίνουν «βουλευτικές εκλογές», κάτι που εκτός από αίτημα του ΡΤΚ είναι πλέον θέση και εντός της συνεργασίας των «συγκυβερνώντων» κομμάτων.
Σε περίπτωση επανεκλογής του Τατάρ, ο κ. Μούδουρος πιστεύει ότι εκείνο που θα τεθεί ως προτεραιότητά του δεν είναι το κυπριακό ή οι σχέσεις με την Τουρκία, αλλά το πώς θα ανανεώσουν την τριμερή «κυβέρνηση» αφού μέσα από την ύπαρξη αυτού του συνασπισμού δίνονται οι νέες «υπηκοότητες», προωθείται το ψήφισμα για λύση δύο κρατών στη «βουλή» και τυγχάνει χειρισμού το περιουσιακό.