Ενώ με μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, υποστηρίζει τώρα ότι η Ουκρανία μπορεί να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη, ένα πρωτάκουστο προσχέδιο νόμου μαγειρεύεται στην Ουάσιγκτον: Εάν περάσει τότε σύμφωνα με ειδικούς, ο Τραμπ, που θα σταματούσε όλους τους πολέμους, θα έχει δυνατότητα να στείλει στρατό δίχως να ρωτήσει κανέναν σε πάνω από 60 χώρες.
Αρχικός σκοπός του Ντόναλντ Τραμπ είναι να καταπολεμήσει τα πανίσχυρα καρτέλ ναρκωτικών που έχουν σκοτώσει πάνω από 800.000 Αμερικανούς από το 1999. Θεωρεί λοιπόν πως με τον στρατό θα εξολοθρεύσει το κακό στη ρίζα του, τις χώρες δηλαδή που δρουν.
Μέχρι σήμερα, η Ακτοφυλακή των ΗΠΑ, με τη βοήθεια του Ναυτικού, αντιμετώπιζε τη διακίνηση ναρκωτικών ως ζήτημα επιβολής του νόμου, διακόπτοντας σκάφη και συλλαμβάνοντας τα πληρώματά τους αν μια έρευνα επιβεβαίωνε τις υποψίες για λαθρεμπόριο. Με άλλα λόγια η εγκληματικότητα δεν είναι αρμοδιότητα του αμερικανικού στρατόυ.
Το Κογκρέσο δεν έχει εξουσιοδοτήσει οποιαδήποτε ένοπλη σύγκρουση με καρτέλ ναρκωτικών.
Σύμφωνα όμως με αποκάλυψη των New York Times εντός της κυβέρνησης κυκλοφορεί για σχόλια ένα προσχέδιο νόμου από το Γραφείο Διαχείρισης και Προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου, που θα καλύπτει αυτή την ενδεχόμενη αδυναμία στην επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, τουλάχιστον ως προς το εσωτερικό δίκαιο.
Θα μπορεί να αλλάξει κυβερνήσεις κρατών
Είναι ένας νόμος “Authorization for Use of Military Force” (AUMF) με τον οποίο θα μπορεί ο πρόεδρος να διεξάγει πόλεμο εναντίον οποιασδήποτε χώρας που, κατά την κρίση του, έχει φιλοξενήσει ή έχει βοηθήσει καρτέλ ναρκωτικών.
Πίσω από την επεξεργασία του νομοσχεδίου βρίσκεται ο βουλευτής Κόρι Μιλς, Ρεπουμπλικανός της Φλόριντα και βετεράνος πολέμου, που μετέχει στην Επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων.
Οποιαδήποτε απόφαση να προωθηθεί το προσχέδιο προς το Κογκρέσο αναμένεται να πυροδοτήσει έντονη πολιτική μάχη για το πώς θα ζυγιστεί ένα σοβαρό πρόβλημα έναντι της κόπωσης της κοινής γνώμης από ανοιχτού τύπου «αιώνιους πολέμους», και για το εάν είναι σοφό να αποτελέσει αυτή μια τεράστια διεύρυνση της ικανότητας του Τραμπ να χρησιμοποιεί το στρατό κατά βούληση. Θα εγείρει επίσης το ερώτημα εάν το Κογκρέσο ουσιαστικά δίνει στον Τραμπ τη δυνατότητα να διεξαγάγει πόλεμο αλλαγής καθεστώτος στη Βενεζουέλα.
Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση Τραμπ έχει αυξήσει την πίεση στη Βενεζουέλα και τον πρόεδρό της, Νικολάς Μαδούρο, χαρακτηρίζοντάς τον παράνομο ηγέτη και κατηγορώντας τον ότι κατευθύνει τις ενέργειες εγκληματικών συμμοριών και καρτέλ ναρκωτικών.
Θα κηρύττει πόλεμο όπου θέλει
Το προσχέδιο, όπως περιγράφηκε στην εφημερίδα The New York Times, θα κάλυπτε ομάδες που η εκτελεστική εξουσία χαρακτηρίζει τρομοκρατικές και που ο Τραμπ καθορίζει, σε συνεννόηση με το Κογκρέσο, ότι είτε χρηματοδοτούνται από τη διακίνηση ναρκωτικών για τρομοκρατικές ενέργειες είτε χρησιμοποιούν τρομοκρατικές τακτικές για να προωθήσουν εγκληματικές δραστηριότητες σχετιζόμενες με τα ναρκωτικά. Επίσης θα καλύπτει χώρες που φιλοξενούν τέτοιες ομάδες.
Δεν ορίζει τι συνιστά ικανοποιητική «διαβούλευση» με το Κογκρέσο ή τι ακριβώς θεωρείται «τρομοκρατική τακτική».
Μια τέτοια εξουσιοδότηση θα ισοδυναμούσε με την παροχή στον Τραμπ «λευκής επιταγής», είπε ο Τζακ Γκόλντσμιθ, καθηγητής Νομικής στο Χάρβαρντ και πρώην υψηλόβαθμος αξιωματούχος στο Υπουργείο Δικαιοσύνης επί Μπους.
«Είναι απίστευτα ευρύ», είπε ο καθηγητής Γκόλντσμιθ. «Είναι μια ανοιχτού τύπου εξουσιοδότηση πολέμου ενάντια σε απροσδιόριστο αριθμό χωρών, οργανώσεων και προσώπων που ο πρόεδρος θα μπορούσε να θεωρήσει ότι εμπίπτουν σε αυτήν την εμβέλεια».
Σύμφωνα με ανάλυση του Responsible Statecraft, αν αθροιστούν όλες οι πιθανές εφαρμογές του προτεινόμενου AUMF, το νομοσχέδιο θα παρείχε στον Λευκό Οίκο δικαιολογητική βάση για να προχωρήσει σε επιθετικές στρατιωτικές επιχειρήσεις σε περισσότερες από 60 χώρες.
Ο Γκόλντσμιθ είπε ότι το Κογκρέσο έχει την εξουσία, ως ζήτημα εσωτερικού δικαίου, να εξουσιοδοτήσει τη χρήση στρατιωτικής δύναμης εναντίον μη κρατικών ομάδων. Όμως η σκόπιμη δολοφονία αμάχων που δεν συμμετέχουν άμεσα στις εχθροπραξίες -ακόμη και αν υποπτεύονται εγκλήματα- θα παραβίαζε το διεθνές δίκαιο, πρόσθεσε.
Ποια η διαφορά με τον νόμο του Μπους
Το προσχέδιο φαίνεται να έχει ως υπόδειγμα την ευρεία εξουσιοδότηση που το Κογκρέσο έδωσε στον πρόεδρο Τζορτζ Ο. Μπους μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Όπως και εκείνη, δεν κατονομάζει συγκεκριμένο εχθρό -εξουσιοδοτώντας τον πρόεδρο να αποφασίζει ποιοι θα στοχοποιηθούν- και δεν περιορίζεται γεωγραφικά.
Εκείνη η διάταξη όμως ερμηνεύτηκε με τέτοιο τρόπο από διαδοχικές κυβερνήσεις ώστε να νομιμοποιούνται πλήγματα σε χώρες, όπως το Ισλαμικό Κράτος και η Αλ Σαμπάμπ, σε χώρες όπως το Ιράκ, η Λιβύη, η Σομαλία, η Συρία και η Υεμένη.
Ακόμα κι αν μια κυβέρνηση σήμερα επιχειρούσε να «τεντώσει» τον νόμο του 2001 ώστε να καλύπτει καρτέλ, θα αντιμετώπιζε σφοδρές αντιδράσεις στο Κογκρέσο, σε δικαστήρια και στη διεθνή κοινότητα. Άρα, η χρήση του 2001 για χτυπήματα σε καρτέλ θεωρείται νομικά αδύναμη και πιθανόν καταχρηστική. Με ένα νέο AUMF ειδικά για τα καρτέλ θα έδινε πιο ξεκάθαρη νομιμοποίηση.
Επίσης, το προσχέδιο έχει μια βασική διαφορά: θα λήγει σε πέντε χρόνια αν το Κογκρέσο δεν το ανανεώσει. Ο νόμος του 2001 παραμένει σε ισχύ μέχρι να τον καταργήσει το Κογκρέσο.
CSIS: Τα όρια του στρατού και οι κίνδυνοι
Σύμφωνα με το αμερικανικό Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (CSIS), οι ΗΠΑ διαθέτουν σίγουρα τις αναγκαίες πληροφορίες για να διεξάγουν πλήγματα εναντίον βάσεων και επιχειρήσεων των καρτέλ.
Πεζοναύτες ή δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων θα μπορούσαν να μεταφερθούν με ελικόπτερα στην ακτή και να πλήξουν βάσεις των καρτέλ. Ωστόσο, τέτοιες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρά διπλωματικά και πολιτικά εμπόδια. Πρώτον, η Βενεζουέλα, όπως και όλες οι χώρες με προβλήματα καρτέλ, είναι κυρίαρχα κράτη. Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ενεργήσουν στο έδαφος άλλης χώρας χωρίς την άδεια της κυβέρνησής της — τουλάχιστον θεωρητικά. Κάτι τέτοιο θα συνιστούσε πράξη πολέμου κατά κυρίαρχου κράτους.
Στην πράξη τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Οι ΗΠΑ σκότωσαν τον Οσάμα μπιν Λάντεν εντός του Πακιστάν χωρίς την άδεια της κυβέρνησης. Έχουν επανειλημμένα πλήξει στόχους στη Σομαλία και την Υεμένη χωρίς την εξουσιοδότηση των τοπικών κυβερνήσεων.
Δεύτερο πρόβλημα είναι ο κίνδυνος απωλειών, συνεχίζει η ανάλυση του CSIS. Κάθε επιδρομή θα συναντούσε την αδύναμη αλλά υπαρκτή αεράμυνα και τα παράκτια πυροβόλα της Βενεζουέλας.
Όπως φάνηκε στον Πόλεμο του Κόλπου, στο Κόσοβο και στην εισβολή στο Ιράκ, η πλήρης καταστολή της εχθρικής αεράμυνας είναι δύσκολη, ακόμη και με κυριαρχία στον αέρα.
Οι απώλειες θα ήταν πολιτικά δυσβάστακτες. Για παράδειγμα, η αιχμαλωσία ενός Αμερικανού —όπως θα μπορούσε να συμβεί σε μια πτώση αεροσκάφους— θα ήταν καταστροφική. Η πολιτική ανάγκη να επιστραφεί ο αιχμάλωτος δίνει τεράστιο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στον αντίπαλο, όπως συνέβη στον Λίβανο το 1983 και στη Σομαλία το 1993.
Οι κίνδυνοι επιθέσεων από αέρα και θάλασσα
Από αέρος, οι ΗΠΑ έχουν χρησιμοποιήσει εκτενώς αεροπορικά πλήγματα σε παρόμοιες καταστάσεις λόγω της ακρίβειάς τους και του πολύ μικρότερου κινδύνου αμερικανικών απωλειών. Πύραυλοι Tomahawk εκτοξευόμενοι από πλοία, για παράδειγμα, έχουν εμβέλεια 1.000 μιλίων, αρκετή για να πλήξουν στόχους οπουδήποτε στη Βενεζουέλα, διατηρώντας παράλληλα απόσταση ασφαλείας για το πλοίο.
Η χρήση αεροσκαφών για υπέρπτηση της Βενεζουέλας και ρίψη πυρομαχικών προσθέτει ρίσκο, συνεχίζει η ανάλυση.
Στη θάλασσα. Η επίθεση σε περιουσιακά στοιχεία των καρτέλ στη θάλασσα αποφεύγει τα ζητήματα κυριαρχίας που προκύπτουν με τις επιθέσεις στην ξηρά. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα διεθνή ύδατα είναι ζώνη ελευθέρων πυρών. Τα πλοία και τα άτομα εξακολουθούν να έχουν δικαιώματα, αν και η κυβέρνηση μπορεί να επιλέξει να τα αγνοήσει, όπως έκανε στο πιο πρόσφατο πλήγμα.
Ο εντοπισμός των λίγων κακόβουλων δραστών απαιτεί πολλή προσπάθεια, με την Ακτοφυλακή να σταματάει μεν ύποποντα σκάφη, αλλά όσα μεταφέρουν παράνομες ουσίες μπορούν να κρατηθούν, ενώ τα νόμιμα συνεχίζουν το ταξίδι τους.
Ο κίνδυνος με το «πρώτα πυροβολώ και μετά ρωτώ» είναι ότι, αργά ή γρήγορα, οι δυνάμεις θα κάνουν λάθος. Τα πληροφοριακά και τα συστήματα πλήγματος αποτελούνται από ανθρώπους, και οι άνθρωποι είναι εγγενώς επιρρεπείς σε σφάλματα, λένε οι ειδικοί του CSIS.
Πηγή: in.gr