Χάνονται στη «μετάφραση» τοπικές αρχές, αρμόδιες υπηρεσίες και Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, σε ό,τι αφορά τη δημιουργία νέων δομών παιδικής και εφηβικής προστασίας, με αποτέλεσμα ένα από τα πιο κρίσιμα κοινωνικά ζητήματα να σκοντάφτει σε προσκόμματα και παρεξηγήσεις.
Η ανάγκη για τέτοιες δομές έχει αναγνωριστεί από τους αρμόδιους φορείς ως άμεση και επιτακτική, αφού αφορά παιδιά και εφήβους που για διάφορους λόγους όπως κακοποίηση, βία ή σοβαρές οικογενειακές δυσκολίες, βρίσκονται υπό τη νομική φροντίδα του κράτους. Ωστόσο, ενώ στα χαρτιά υπάρχει σαφές πλάνο για τη δημιουργία σπιτιών που θα καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες αυτών των παιδιών, στην πράξη η εξεύρεση χώρων και η αποδοχή από τις τοπικές κοινωνίες αποδεικνύονται εξαιρετικά δύσκολες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη υπόθεση στην κοινότητα Μονής, όπου εκδηλώθηκαν έντονες αντιδράσεις για το ενδεχόμενο παραχώρησης κρατικής γης με σκοπό τη δημιουργία μίας τέτοιας δομής. Οι αντιδράσεις βασίστηκαν στην ανησυχία ότι μια τέτοια εγκατάσταση θα δημιουργούσε οχληρία και θα οδηγούσε σε αύξηση παραβατικών συμπεριφορών στην περιοχή.
Το περιστατικό αυτό ανέδειξε για ακόμη μία φορά τις δυσκολίες που προκύπτουν όταν το κράτος προσπαθεί να προχωρήσει σε παρεμβάσεις κοινωνικής προστασίας, αλλά συναντά αντιστάσεις σε τοπικό επίπεδο. Η θέση του Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας υπήρξε ξεκάθαρη, καθώς διευκρινίστηκε ότι δεν τίθεται ζήτημα δημιουργίας δομής για ασυνόδευτους ανήλικους, αλλά πρόκειται για σπίτι παιδικής και εφηβικής προστασίας, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδιασμού που έχει ήδη δρομολογηθεί και περιλαμβάνει συγκεκριμένο αριθμό νέων έργων. Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις, το περιστατικό στη Μονή φανερώνει το χάσμα που εξακολουθεί να υπάρχει ανάμεσα στην ανάγκη υλοποίησης κοινωνικών έργων και στην αποδοχή τους από τις ίδιες τις κοινότητες, στις οποίες καλούνται να ενταχθούν.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του REPORTER, το τελευταίο χρονικό διάστημα πραγματοποιήθηκαν αρκετές συναντήσεις με τοπικές αρχές προκειμένου να εξευρεθούν οι κατάλληλοι χώροι για τη δημιουργία ή και την ανέγερση νέων δομών παιδικής και εφηβικής προστασίας. Ωστόσο, συνεχώς προβάλλονται εμπόδια και ενστάσεις με αποτέλεσμα, ενώ στα σχέδια του Υφυπουργείου περιλαμβάνεται η ανέγερση συγκεκριμένου αριθμού σπιτιών, εντούτοις υπάρχουν σοβαροί περιορισμοί αναφορικά με τον τρόπο που πρέπει να ανεγερθούν, με βάση τις αυστηρές προδιαγραφές που τίθενται.
Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι δεν έχει ξεκαθαριστεί επαρκώς σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες το ακριβές είδος της κάθε δομής και το πρόγραμμα που θα εφαρμόζεται σε αυτές, έχει δημιουργήσει ανασφάλεια και επιφυλακτικότητα από την πλευρά των τοπικών αρχών. Ως αποτέλεσμα, δεν μπορούν να εξευρεθούν εύκολα τεμάχια κρατικής γης τα οποία θα αξιοποιηθούν για τη δημιουργία τους. Παράλληλα σημειώθηκε πως σε αυτές τις δομές δεν συγκαταλέγονται οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, αφού συγκαταλέγονται σε άλλα προγράμματα.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, στο πλαίσιο της Επένδυσης 3, προωθείται η δημιουργία δεκαπέντε νέων έργων παιδικής και εφηβικής προστασίας μέσα από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Πιο συγκεκριμένα, στον σχεδιασμό περιλαμβάνεται η δημιουργία ή η ανέγερση:
- Παιδικής Στέγης (για παιδιά υπό τη νομική φροντίδα του κράτους, ηλικίας 5–13 ετών, αγόρια και κορίτσια).
- Σπιτιού για Κορίτσια (Ξενώνας Νεανίδων – έφηβες/κορίτσια υπό τη νομική φροντίδα του κράτους, ηλικίας 13–18 ετών).
- Σπιτιού για Αγόρια (Εφηβικός Ξενώνας – έφηβοι/αγόρια υπό τη νομική φροντίδα του κράτους, ηλικίας 13–18 ετών).
- Σπιτιών Φιλοξενίας (δομές για παιδιά ηλικίας 13–18 ετών που τελούν υπό τη νομική φροντίδα του κράτους).
- Εξειδικευμένου Σπιτιού για ανήλικες έγκυες και νεαρές μητέρες με τα βρέφη τους, οι οποίες βρίσκονται υπό τη νομική φροντίδα του κράτους.
- Κέντρων Ημέρας Εφήβων (παιδιά ηλικίας 13–18 ετών).
- Εξειδικευμένων Σπιτιών Εφήβων (Ξενώνες για παιδιά ηλικίας 13–18 ετών).
- Διεπιστημονικού Κέντρου για Παιδιά Θύματα Βίας (το λεγόμενο «Β’ Σπίτι του Παιδιού»).
Σε σχέση με την εν λόγω επένδυση, οι χρονικοί και ποσοτικοί στόχοι, όπως έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο της νέας Εκτελεστικής Απόφασης του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2024 (Q3/2024) να έπρεπε να έχουν υπογραφεί όλες οι σχετικές συμφωνίες και συμβόλαια και μέχρι το τέλος Ιουνίου 2026 (Q2/2026) να έχει ολοκληρωθεί το σύνολο των κατασκευαστικών έργων.
Σε δηλώσεις της στον REPORTER η διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, Μαρία Κυρατζή, υπογράμμισε ότι «τα παιδιά τα οποία δεν βρίσκονται κοντά στην οικογένειά τους για οποιονδήποτε λόγο, είτε λόγω κακοποίησης είτε λόγω βίας και είναι υπό την ευθύνη των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, αντιλαμβάνεστε ότι πρέπει όλες οι υπηρεσίες να μεριμνούν διότι το ίδιο το κράτος τα αναλαμβάνει».
Η κ. Κυρατζή ανέφερε επίσης ότι «η Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού αναφέρει πως θα πρέπει να τοποθετούνται σε ένα χώρο όπου θα μπορούν να απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους στην υγεία, στη φροντίδα, στη φύλαξη, στην εκπαίδευση, να έχουν φίλους και να ενισχύεται η ενσωμάτωση στη κοινωνία. Εδώ μιλάμε για όλα τα παιδιά που έχουν ανάγκη. Ως εκ τούτου, τα συγκεκριμένα σπίτια θα πρέπει να γίνονται σε κοινότητες».
Παράλληλα, σημείωσε ότι «εμείς για τα συγκεκριμένα τα σπίτια είχαμε πει ότι ξεκινούμε να καλύψουμε τις ανάγκες αυτές των παιδιών και ότι ελλείμματα υπήρξαν, όπως η μετακίνηση παιδιών από μία επαρχία στην άλλη και ειδικά όταν απομακρύνεται από την οικογένειά του για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, δεν ενδείκνυται αν υπάρχει ένα σπίτι στη Λευκωσία, να μετακινηθεί. Κανονικά πρέπει να έχουν μία θέση, ένα χώρο, ένα σπίτι και θα δοθεί η ευκαιρία σε αυτά τα παιδιά να μείνει στην περιοχή του».
Το εγχείρημα, πρόσθεσε, ήταν να δημιουργηθούν τέτοια σπίτια σε όλες τις επαρχίες για διαφορετικές ηλικίες, διότι ήδη υπάρχουν σπίτια που λειτουργούν για παιδιά μικρότερης ηλικίας αλλά και σπίτια που φιλοξενούν εφήβους. Τα παιδιά αυτά προέρχονται από τις ίδιες τις κοινότητες, άρα στόχος είναι να παραμείνουν εντός της. Οι ενέργειες που είχαν ξεκινήσει για τους ασυνόδευτους ανήλικους, κατέληξε, αφορούν άλλο πρόγραμμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: