Μπορεί στο άκουσμα της είδησης για άφιξη εμπειρογνωμόνων από το εξωτερικό για διερεύνηση μιας υπόθεσης να κρίνεται ως μια εντυπωσιακή ενέργεια, λαμβάνοντας υπόψη πως οι ξένοι ενδέχεται να είναι πιο καταρτισμένοι από τους Κύπριους αλλά ταυτόχρονα και πιο αμερόληπτοι, χωρίς να μπαίνει στην εξίσωση η οποιαδήποτε κουμπαροκρατία που θα δημιουργήσει μαύρα σύννεφα πάνω από την έρευνα, εντούτοις, την ίδια ώρα, είναι κάτι άκρως προβληματικό. Και αυτό διότι, πρόκειται για έμμεση παραδοχή του κράτους, ότι αφενός δεν υπάρχουν ικανοί ειδικοί, της εμβέλειας του εξωτερικού, που να μπορούν να διεξάγουν μια έρευνα και αφετέρου, εξάγεται το συμπέρασμα ότι στην Κύπρο τα στελέχη που απαρτίζουν την κρατική μηχανή, ενδέχεται να επηρεαστούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και ως εκ τούτου η έρευνα τους να μην είναι αντικειμενική, γεγονός που θα δημιουργήσει σκιές γύρω από τα συμπεράσματα τους. Βέβαια, θα ήταν άδικο και ισοπεδωτικό να θεωρείται πως στην Κύπρο δεν υπάρχουν ικανοί, αμερόληπτοι και αδιάφθοροι εμπειρογνώμονος, ωστόσο στο κάδρο μπαίνει και ένα τρίτο σενάριο, ότι το κράτος και οι αρχές του, ενδέχεται να μην θέλουν να διερευνήσουν μια υπόθεση (σ.σ γενικά ομιλούντες) στο βαθμό που πρέπει, για οποιοδήποτε λόγο, κάτι που επίσης αποτελεί πρόβλημα.
Στην τελευταία περίπτωση, της φονικής πυρκαγιάς στην ορεινή Λεμεσό, η πολιτεία μέσω του Προέδρου, παραδέχθηκε πως δεν ανταποκρίθηκε ως έπρεπε, παρά το γεγονός ότι υπήρχε ο στόλος. Μια παραδοχή που αποτελούσε μονόδρομο, δεδομένου του απολογισμού, για τον οποίο ουδείς έπρεπε να είναι ικανοποιημένος, εξού και ο Νίκος Χριστοδουλίδης αναφέρθηκε σε κενά που χρήζουν βελτίωσης, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος. Ωστόσο, αρχικά, οι εμπλεκόμενοι κράτησαν θέση άμυνας, απορρίπτοντας τις επικρίσεις, ενώ έκριναν - εκ των προτέρων - πως οι χειρισμοί ήταν στα σωστά πλαίσια, αφού θα μπορούσε το αποτέλεσμα να ήταν πολύ χειρότερο. Κάτι που επιβεβαίωσαν και εκ των υστέρων, μέσω των εκθέσεων τους που ετοίμασαν οι ίδιοι.
Την επικοινωνιακή στρατηγική άλλαξε ο Νίκος Χριστοδουλίδης, ο οποίος από την μια παραδέχθηκε κενά και παραλήψεις, λέγοντας πως «εκ του αποτελέσματος δεν ανταποκριθήκαμε όπως έπρεπε», ενώ από την άλλη ανακοίνωσε την άφιξη δεκαμελούς ομάδας εμπειρογνωμόνων από τις ΗΠΑ, δίνοντας παράλληλα στην δημοσιότητα τις εκθέσεις των εμπλεκομένων υπηρεσιών, οι οποίες - όπως ήταν αναμενόμενο - δεν εντοπίζονταν λανθασμένοι χειρισμοί.
Το αν προκύπτουν ευθύνες ή όχι, τουλάχιστον σε επιχειρησιακό επίπεδο, είναι κάτι που θα διαφανεί στην πορεία μέσα από τις εξετάσεις, ενώ σε ό,τι αφορά τις πολιτικές ευθύνες, το κεφάλαιο έκλεισε και πλέον, όπως αναφέρουν πληροφορίες από το Προεδρικό, στο κάδρο βρίσκεται ο ανασχηματισμός, κατά τον οποίον ο Νίκος Χριστοδουλίδης ενδεχομένως να προβεί σε κινήσεις που θα σχετίζονται μεταξύ άλλων και με τα γεγονότα της 23ης Ιουλίου.
Το... ντεμπούτο με τους ξένους, έγινε στο ποδόσφαιρο τον Φεβρουάριο του 2020, όπου αποφασίστηκε όπως επιστρατεύονται ξένοι διαιτητές στους κρίσιμους αγώνες. Και αυτό διότι, πρόκειται για πρόσωπα, χωρίς χρωματισμούς και διασυνδέσεις στην Κύπρο, και ως εκ τούτου δεν θα δημιουργούνταν σκιές γύρω από αποφάσεις τους κατά τη διάρκεια μιας αναμέτρησης, ούτε θα μπορούσε κανείς να τους καταλογίσει αλλότρια κίνητρα και διαπλοκή.
Με το πέρασμα του χρόνου, η επιλογή των ξένων, θεωρείται η επικρατέστερη, ειδικότερα εάν πρόκειται για πολύκροτες υποθέσεις. Επί Κυβέρνησης Χριστοδουλίδη, η επιστράτευση εμπειρογνωμόνων από τις ΗΠΑ, έγινε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2023, οπότε ο Πρόεδρος ζήτησε την συνδρομή τους, ώστε να ενισχύσουν τις Κυπριακές Αρχές, στις έρευνες για τα «Cyprus Confidentials», που αφορούσε την εμπλοκή της Κύπρου με παραβίαση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. «Ομάδα έρχεται στην Κύπρο, ακριβώς για να ενισχύσει τις κυπριακές Αρχές, όλους αυτούς που ξεκίνησαν ήδη τις έρευνες, στο πλαίσιο της μηδενικής ανοχής σε τέτοιου είδους φαινόμενα», είχε αναφέρει κατά τον ουσιώδη χρόνο ο Νίκος Χριστοδουλίδης, σημειώνοντας ότι θα διερευνηθούν όλα όσα είχαν δει το φως της δημοσιότητας.
Από εκεί και πέραν, ξένοι ερευνητές έχουν επιλεχθεί και από την Αρχή κατά της Διαφθοράς, για δύο πολύκροτες υποθέσεις. Η πρώτη, το 2023, αφορούσε τις καταγγελίες για αναστολή ποινικών διώξεων προσώπων από τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, τα οποία στο παρελθόν εκπροσωπούνταν από τον ίδιο, όπου για την συγκεκριμένη έρευνα επιστρατεύτηκαν Βρετανοί εμπειρογνώμονες. Και ο λόγος, όπως είχε ανακοινωθεί τότε από την Αρχή, «σε περιπτώσεις όπου οι καταγγελίες στρέφονται εναντίον κάποιων αξιωματούχων, υπήρχε απροθυμία διερεύνησής τους από Κυπρίους. Είναι για τον λόγο αυτόν που η Αρχή αποτάθηκε σε οργανισμούς και φορείς στο εξωτερικό, δημόσιους και μη, προς εξεύρεση των κατάλληλων προσώπων με εξειδίκευση σε θέματα διαφθοράς, με σκοπό τη διερεύνηση κάποιων υποθέσεων».
Η δεύτερη περίπτωση, αφορά την μεγάλη έρευνα, που ξεκίνησε το 2024 και βρίσκεται στο στάδιο της συγγραφής του πορίσματος, το βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη, Κράτος Μαφία. Της συγκεκριμένης έρευνας, όπου στο επίκεντρο βρέθηκε κατά κύριο λόγο ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, ηγείτο η Gabrielle Mclntyre από την Αυστραλία, η οποία είναι εμπειρογνώμονας στο διεθνές ποινικό δίκαιο και δικονομία, στο διεθνές δίκαιο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και στο διοικητικό δίκαιο, ενώ πριν επιλεχθεί, διαπιστώθηκε πως δεν έχει οποιουσδήποτε δεσμούς με την Κύπρο.
Γυρίζοντας τον χρόνο και σε άλλες περιπτώσεις, εντελώς διαφορετικές με τις πιο πάνω, η Κύπρος αποτάθηκε σε ξένους εμπειρογνώμονες ώστε να συνδράμουν με τις κυπριακές Αρχές. Για παράδειγμα, είχαν κληθεί Βρετανοί εμπειρογνώμονες στην πολύκροτη υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου ή για την μεταρρύθμιση Δικαστηρίων. Ωστόσο αυτές οι περιπτώσεις αφορούσαν συνδρομή και δεν είχαν να κάνουν με την διερεύνηση των υποθέσεων, όπως οι πιο πάνω, που στην ουσία το βάρος όλης της διερεύνησης έπεσε σε ξένους εμπειρογνώμονες.
Πέραν όμως των πιο πάνω που αφορούν εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό, στην εξίσωση τα τελευταία χρόνια, έχουν προστεθεί και αρκετοί ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές, κυρίως δικηγόροι ή πρώην δικαστές. Όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των ΤΑΚΑΤΑ, στην πολύκροτη υπόθεση του Θανάση Νικολάου, του πρώην διοικητή της ΥΚΑΝ Μιχάλη Κατσουνωτού, ενώ γυρίζοντας τον χρόνο πίσω, ήταν η περίπτωση των πολιτογραφήσεων, της οικονομίας, κατασκοπευτικό βαν κτλ.
Βλέποντας την μεγάλη εικόνα, θα μπορούσε να πει κάποιος πως εξυπηρετείται η ανεξαρτησία και η διαφάνεια όταν το κράτος ζητά από τους μη εμπλεκόμενους ή ακόμα και από μη Κύπριους να συμβάλλουν σε σοβαρές περιπτώσεις. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, φέρνει στην επιφάνεια και την αδυναμία για αυτοκριτική, καθώς και την έλλειψη εμπιστοσύνης στα ίδια τα πρόσωπα που αποτελούν τον κρατικό μηχανισμό, δημιουργώντας πολλά ερωτήματα.
Βέβαια, δεν θα άφηνε αρνητική γεύση σε κανένα η επίκληση ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών ή ξένων εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι κοστίζουν σημαντικά ποσά, εάν τα ευρήματα τους αξιοποιούνταν στον μέγιστο βαθμό. Εξάλλου, αυτό είναι και το μεγάλο ζητούμενο, ωστόσο - δυστυχώς - η ιστορία έχει αποδείξει πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.