powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

«Ο γιος της χτυπούσε τον τοίχο, ο άλλος δεν μιλούσε… Η μητέρα μας γονάτισε και μου είπε καλύτερα να γινόμουν για δεύτερη φορά πρόσφυγας»

«Πήγαμε σπίτι της αδελφής μου και δεν θα ξεχάσω τον μεγάλο γιο της που χτυπούσε τον τοίχο και νόμιζα ότι θα πέσει πάνω μου το σπίτι. Δεν μπορώ να το ξεχάσω αυτό. Ο άλλος γιος της αδελφής μου, καθόταν και δεν μιλούσε, δεν έλεγε τίποτα ήταν σκεφτικός πολύ. Ούτε εγώ ήξερα τι να κάνω, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήταν αλήθεια; Ήταν ψέματα; Δυστυχώς ήταν αλήθεια και τους είχαμε χάσει».

Αυτά είναι τα λόγια της κας. Άντρης Καπετάνιου, αδελφής της Φανής Κιτρομηλίδη, η οποία είναι ένα από τα 121 θύματα της Helios, που μπήκε στο αεροπλάνο εκείνο το πρωινό της 14ης Αυγούστου, είκοσι χρόνια πριν, που είχε μοναδικό προορισμό το θάνατο. Ένα αεροπλάνο που ποτέ δεν κατάφερε να φτάσει στο αεροδρόμιο της Αθήνας, για την ενδιάμεση στάση, με τελικό προορισμό την Πράγα.

Στις 9:07 το αεροπλάνο απογειώθηκε κανονικά από το αεροδρόμιο Λάρνακας. Λίγα λεπτά μετά, ο 59χρονος, Γερμανός Κυβερνήτης, Γιούργκεν Μέρτεν, που είχε για συγκυβερνήτη τον Χαράλαμπο Χαραλάμπους, 49 ετών, επικοινωνεί με την επιμελητεία πτήσεων της εταιρίας και αναφέρει πως, έχει ανάψει η προειδοποιητική ένδειξη διαμόρφωσης απογείωσης. Αναφέρει, επίσης, πως υπάρχει πρόβλημα με το σύστημα ψύξης συσκευών του μοιραίου αεροσκάφους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Όσο ο ήλιος θα ανατέλλει η κοινωνία θα θυμάται-Δεκαεννέα χρόνια από το ταξίδι χωρίς επιστροφή

Η επικοινωνία διαρκεί περίπου οκτώ λεπτά και στη συνέχεια διακόπτεται απότομα. Ήδη στο αεροσκάφος, που βρίσκεται σε ύψος 28.900 χιλιάδων ποδών, έχουν πέσει οι μάσκες οξυγόνου. Το οξυγόνο τόσο στην καμπίνα επιβατών όσο και στο πιλοτήριο μειώνεται δραματικά, με αποτέλεσμα τόσο οι επιβάτες όσο και το πλήρωμα να χάσουν τις αισθήσεις τους. Όλοι πλην ενός, του Ανδρέα Προδρόμου, ήταν λιπόθυμοι.

Το μοιραίο Boeing εισέρχεται στο FIR Αθηνών στις 10:37, έχει οριζοντιωθεί και κατευθύνεται προς το Ελευθέριος Βενιζέλος, καθώς η πλοήγηση του γίνεται μέσω του αυτόματου πιλότου. Στις 11:18 τα δυο μαχητικά προσεγγίζουν το αεροπλάνο. Πλησιάζοντας προς το πιλοτήριο διαπίστωσαν ότι ο συγκυβερνήτης του αεροσκάφους ήταν αναίσθητος, ο κυβερνήτης δεν ήταν στην θέση του και είχε ενεργοποιηθεί το σύστημα παροχής οξυγόνου με μάσκες. Το αεροπλάνο μέχρι εκείνη την στιγμή πετούσε με τον αυτόματο πιλότο.

Στις 11:41 οι πιλότοι των μαχητικών είδαν ένα πρόσωπο να μπαίνει στο πιλοτήριο και να προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο του αεροπλάνου. Ήταν ο αεροσυνοδός με πτυχίο πιλότου Ανδρέας Προδρόμου. Το αεροσκάφος συνεχίζει την πορεία του, όμως τα καύσιμα τελειώνουν. Στις 11:50, σταματά ο αριστερός κινητήρας. Δέκα λεπτά μετά σταματά και ο δεξιός κινητήρας. Ο χρόνος σταματά. Το ρολόι παγώνει στις 12:05, το αεροπλάνο συντρίβεται σε βουνοκορφή στο Γραμματικό.

Η μοιραία αυτή πτήση παρέσυρε στο θάνατο 121 ψυχές, βύθισε οικογένειες στο πένθος, άφησε πίσω παιδιά ορφανά και σκέπασε την Κύπρο και την Ελλάδα με ένα μαύρο πέπλο. Μία πληγή που κάθε 14 Αυγούστου αιμορραγεί, αφού ποτέ δεν έχει επουλωθεί. Έχουν περάσει είκοσι χρόνια από την ημέρα που ο ήλιος έσβησε. Έχουν περάσει είκοσι χρόνια και ακόμη δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη.

Η κα. Καπετάνιου, η οποία έχασε εκείνο το μοιραίο πρωινό την αδελφή της, τον γαμπρό της, τους κουμπάρους τους (σ.σ. νονοί του δεύτερου γιου της αδελφής της), τον καλαδελφό και καλαδελφή της, μιλά στον REPORTER για εκείνη τη μοιραία ημέρα. Θυμάται πώς αντέδρασαν τα παιδιά της αδελφής της, όταν έμαθαν το χαμό των γονιών τους, τα λόγια της μητέρας της που έκρυβαν όλο τον πόνο της μάνας που χάνει το παιδί της.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: «Είπα αποκλείεται, δεν είναι ο Κυριάκος μου μέσα... Ο Θεός δεν άφησε να γίνει τέτοιο κακό»

5243084800220639 530217175 4081797618802848 6146837078300602300 n
Ο Πανίκος και η Φανή Κιτρομηλίδου

Το μοιραίο ταξίδι

«Στο αεροπλάνο ήταν η αδελφή μου και ο γαμπρός μου, πήγαιναν διακοπές στο Πόρτο Χέλι και είχαν αφήσει τα παιδιά σπίτι τους, επειδή ήταν σε ηλικία που μπορούσαν να μείνουν μόνοι και θα πήγαιναν οι γονείς μου από το Παραλίμνι στη Λεμεσό να τους προσέχουν. Είχαν κλείσει να πάνε ταξίδι με τους κουμπάρους τους, που βάφτισαν τον μικρό τους γιο.

Η κόρη μου είχε επιληψία και τις προηγούμενες εβδομάδες από το ταξίδι, πήγαινα σε ένα γιατρό στη Λεμεσό και μετά που φεύγαμε πηγαίναμε στην αδελφή μου. Σε μία επίσκεψη μου είπε ότι είχαν κόψει εισιτήρια για την Ελλάδα με την Helios, ήξερα την πτήση και την ώρα και όλες τις λεπτομέρειες. Για να είμαι ειλικρινής ήθελα να πάω κι εγώ μαζί τους, επειδή ήθελα να πάω στην Παναγία της Τήνου, είχα κάνει τάμα να πάρω μία λαμπάδα για την κόρη μου. Ο άνδρας μου, μου έλεγε ‘όχι Άντρη, δεν θέλω να πάμε φέτος, να πάμε άλλη χρονιά’ και σχεδόν τσακωθήκαμε, επειδή την Πέμπτη πριν το μοιραίο υπήρχαν θέσεις στο αεροπλάνο, όμως δεν κλείσαμε τελικά θέσεις. Το προηγούμενο καλοκαίρι είχαμε πάει όλοι μαζί, με την αδελφή μου και τον γαμπρό μου και τους κουμπάρους τους, στο Πεδουλά, σε ξενοδοχείο, για λίγες μέρες και αυτός ήταν και ο λόγος που ήθελα να πάω μαζί τους.

Την Κυριακή, 14 Αυγούστου, είχαμε το μνημόσυνο του αδελφού του άνδρα μου, που είχε πεθάνει από καρκίνο. Πήγαμε στη Σωτήρα, που ήταν το σπίτι της πεθεράς μου, ήρθε και η μητέρα μου με τον πατέρα μου και όταν ήπιαμε και τον καφέ, μου είπε η μητέρα μου ‘θα πάμε σπίτι, να κάνουμε μπάνιο με τον παπά σου και να έρθουμε να φάμε’. Της είπα ‘εντάξει, να κάνουμε και εμείς το ψάρι μας και να έρθετε να φάμε’. Ήταν δίπλα-δίπλα τα σπίτια μας και εκείνη είχε ήδη κάνει το φαγητό της.

Όταν πήγαμε σπίτι, ο άνδρας μου είχε αρχίσει προετοιμασία για να ανάψει τα κάρβουνα, εγώ έκανα ετοιμασία για άλλα φαγητά και τότε ήρθε η κόρη μου η μικρή και μου είπε ‘μάμα άκουσες;’. Εγώ ήμουν προσηλωμένη στην ετοιμασία του φαγητού και δεν είχα ακούσει τίποτα. Μετά, όταν άκουσα τις ειδήσεις, πήγα έξω στον άνδρα μου και του είπα ‘Γιώργο, θυμάσαι που μας είπε η κουνιάδα σου ότι θα έφευγε με την Helios και πετούσε η ώρα 9:00;’ και μου απάντησε ‘ναι’. Του είπα ‘πιθανό να είναι αυτό το αεροπλάνο’ και μου λέει ΄σοβαρομιλάς;’.

Εκείνη την ώρα ήρθε η μητέρα μου και κλαίγοντας μας είπε ότι έπεσε ένα αεροπλάνο και έπαιρναν τηλέφωνα και κανένας δεν απαντούσε. Εγώ ήμουν υποψιασμένη ότι είναι το αεροπλάνο που ήταν μέσα η αδελφή μου και όταν είπαν και την εταιρεία οι υποψίες μου άρχισαν να επιβεβαιώνονται. Αλλά δεν είπα τίποτα στους γονείς μου, που έπαιρναν τηλέφωνα και κανένας δεν απαντούσε. Για να σιγουρευτώ, έπιασα τον μεγάλο γιο της αδελφής μου, τον Γιάννη, που το Σεπτέμβριο θα ήταν τελειόφοιτος Λυκείου, του έπαιξα θέατρο και μου λέει ότι έβλεπαν ειδήσεις και δεν ήξεραν τι γίνεται. Δεν μου είπε ότι τους έπαιρναν και δεν απαντούσε κανένας. Με τρόπο ζήτησα το τηλέφωνο του αδελφού του γαμπρού μου που ήταν αστυνομικός, για να πάρει εκείνος στο αεροδρόμιο τηλέφωνο και να μάθει.

Τελικά, όταν με έπιασε πίσω μου είπε ότι μάλλον είναι αυτό το αεροπλάνο που έπεσε. Του είπα ότι ήταν στο αεροπλάνο της Helios οι δικοί μας και με ρώτησε αν ήμουν σίγουρη και του είπα ναι, ότι πετούσε στις 9:00. Στο αεροπλάνο είχαμε ακόμη ένα συγγενή, που ήταν ο Ιωάννης Παπαχριστοδούλου. Ήταν καλαδελφός μου και πήγε ο θείος του στο αεροδρόμιο και μας ενημέρωνε. Στις 5:00 το απόγευμα, μας ενημέρωσαν ότι ήταν αυτό το αεροπλάνο».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: 14 Αυγούστου, 12.03: Όταν έσβησε ο Ήλιος... «Mayday, mayday, το πολιτικό αεροσκάφος έχει προσ... προσ... προσκρούσει»

Η πρώτη συνάντηση με τα παιδιά της αδελφής της

«Μόλις επιβεβαιωθήκαμε τρέξαμε να πάμε στη Λεμεσό στα παιδιά. Πήγαμε με τον πατέρα μου και τον άνδρα μου και πήρα μία ξάδελφή μου να έρθει στο σπίτι μου εδώ στο Παραλίμνι για να είναι με τα μωρά μου και τη μάμα μου. Ο άνδρας μου, αυτό που μου είπε είναι πως ‘αν δεν μπορούν οι γονείς σου να αναλάβουν τα μωρά, θα τα αναλάβουμε εμείς’. Σίγουρα θα το έκανα αν έπρεπε. Τα παιδιά είχαν το θάρρος μαζί μου, επειδή κάθε διακοπές τις περνούσαμε μαζί.

Πήγαμε εκεί και δεν θα ξεχάσω τον μεγάλο γιο της αδελφής μου που χτυπούσε τον τοίχο και νόμιζα ότι θα πέσει πάνω μου το σπίτι. Δεν μπορώ να το ξεχάσω αυτό. Ο άλλος γιος της αδελφής μου, ο Μάρκος, που το Σεπτέμβριο τότε θα πήγαινε Α’ τάξη Λυκείου, καθόταν και δεν μιλούσε, δεν έλεγε τίποτα ήταν σκεφτικός πολύ. Ούτε εγώ ήξερα τι να κάνω, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήταν αλήθεια; Ήταν ψέματα; Δυστυχώς ήταν αλήθεια και τους είχαμε χάσει.

Το βράδυ ήρθε και η μητέρα μου στη Λεμεσό, την έφερε ένας ξάδελφός μου. Δεν θα ξεχάσω που γονάτισε στην είσοδο του σπιτιού και μου είπε ‘Άντρη μου καλύτερα να γινόμουν για δεύτερη φορά πρόσφυγας’. Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ και είναι εν ζωή η μητέρα μου. Είναι μνήμες που δεν ξεχνιούνται εύκολα.

Τα παιδιά είχαν αντίληψη της κατάστασης, σε τέτοιο επίπεδο που σκέφτονταν ότι μπορεί να χάσουν το σπίτι που έμεναν, επειδή είχαν δάνεια. Τα σκέφτονταν όλα. Ζήτησαν οι δύο τους να μείνουν μαζί τους οι γονείς μου, στη Λεμεσό, επειδή η ζωή τους θα άλλαζε ριζικά και δεν ήθελαν να φύγουν από τη Λεμεσό, να μην χάσουν τους φίλους τους, το σχολικό τους περιβάλλον, τις συνήθειές τους κλπ. Έμειναν για οκτώ χρόνια στη Λεμεσό οι γονείς μου, στο σπίτι της κόρης τους και όταν τα παιδιά αποφάσισαν να αρραβωνιαστούν, επέστρεψαν στο σπίτι τους στο Παραλίμνι. Αυτό ήταν το 2012 και μετά από δύο χρόνια, ο πατέρας μου πέθανε.

Στις 6 Αυγούστου ήταν τα γενέθλια του μεγάλου γιου της αδελφής μου και ο πατέρας του, του αγόρασε μία μικρή μοτορούα. Όταν αποφασίστηκαν να μείνουν οι γονείς μας εκεί στη Λεμεσό, τον παρακάλεσαν να μην την πιάσει, επειδή είχαν έγνοια και του υποσχέθηκαν όταν γίνει 18 να του αγοράσουν αυτοκίνητο. Εκείνος συμφώνησε και την πούλησαν για να μην έχουν έγνοια οι παππούδες του. Τόσο ώριμοι ήταν.

Ένα μεγάλο στήριγμα για τους γονείς μου ήταν η ξαδέλφη μου, η Μαργαρίτα, που ήξερε το πρόγραμμα των παιδιών, τους γιατρούς τους κλπ και βοήθησε πολύ στην ανατροφή των παιδιών. Ήταν η τρίτη μου αδελφή η Μαργαρίτα, που ήταν δίπλα μου στα δύσκολα».

Η επίσκεψη στην Ελλάδα

 «Ο πατέρας μου και ο αδελφός του γαμπρού μου πήγαν στην Ελλάδα, στο Γουδί για την αναγνώριση των πτωμάτων. Ήταν την ίδια ημέρα του αεροπορικού. Εμείς μείναμε Λεμεσό μαζί με τη μητέρα μου, για να είμαστε με τα παιδιά. Εγώ ήθελα να πάω με τον πατέρα μου, όμως ο άνδρας μου δεν με άφηνε και μου είπε ‘όχι Άντρη δεν θα πας εσύ, καλύτερα να πάει κάποιος άλλος από την άλλη οικογένεια’.

Όταν επέστρεψαν, ο πατέρας μου, μου είπε ‘να μην με ξαναρωτήσεις Άντρη τι είδα’ και δεν τον ξαναρώτησα ποτέ. Δεν ήθελε να θυμάται, απλά μου είπε ότι όλοι ήταν το ίδιο. Πέρσι, στο μνημόσυνο, ο αδελφός του γαμπρού μου, μου είπε ‘καλύτερα που δεν πήγες Άντρη, επειδή ήταν μία τραγική εικόνα’.  

Όταν ήταν εκεί, πήραν προσωπικά αντικείμενα του γαμπρού μου και της αδελφής μου. Ήταν οι αρραβώνες τους, η καδένα του γαμπρού μου, ο σταυρός του. Δεν θυμάμαι να είχαν φέρει κάτι άλλο. Τα έχουν τα παιδιά τους».  

Η ανακοίνωση στα παιδιά της

«Όταν το ανακοινώσαμε στις δικές μου κόρες, ήταν αρκετά δύσκολο. Η μικρή κόρη μου δεν αντιλαμβανόταν την κρισιμότητα της κατάστασης. Η δεύτερη μου κόρη πετούσε πράγματα, χτυπούσε στο τραπέζι και έκλαιγε και έλεγε γιατί να γίνει αυτό. Είχαν στενή σχέση με τη θεία και το θείο, επειδή πήγαιναν και Λεμεσό και έμεναν εκεί, έρχονταν συχνά η αδελφή μου με το γαμπρό μου και τα παιδιά τους και έπαιζαν εδώ όλοι μαζί. Ήταν δύσκολη η κατάσταση.

Δεν τους ξεχνούν ποτέ. Η δεύτερη μου κόρη θα πήγαινε Β’ τάξη Λυκείου και είχε επιλέξει τον κλάδο της Λογιστικής και μετά αποφάσισε να γίνει Μαθηματικός, όπως η θεία της και σπούδασε αυτό στην Αγγλία. Το ίδιο έκανε και η τρίτη μου κόρη. Ήθελαν να σπουδάσουν όπως η θεία τους. Το ίδιο έκανε και ο δεύτερος γιος της αδελφής μου».

Η επιστροφή των σορών στην Κύπρο και οι έξι κηδείες

«Εγώ δεν είχα πάει στο αεροδρόμιο όταν επέστρεψαν τα κασόνια. Δεν ξέρω αν πήγε ο πατέρας μου, που ήταν στη Λεμεσό, δεν μου είπαν. Αυτό που ξέρω ήταν ότι ήρθε η ξάδελφή μου η Μαργαρίτα και ζήτησε ρούχα της Φανής και του Πανίκου για να τους τα βάλουν. Το είχε ζητήσει το γραφείο κηδειών. Εγώ ήμουν Παραλίμνι εκείνες τις ημέρες.

Το δύσκολο μέρος ήταν οι κηδείες. Η αδελφή μου και ο γαμπρός μου κηδεύτηκαν Σάββατο. Την Τετάρτη κηδεύτηκαν ο καλαδελφός και καλαδελφή μου και ήμουν όπως το ρομπότ. Εκείνη την ώρα δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω τι γινόταν. Την Παρασκευή κηδεύτηκαν οι κουμπάροι της αδελφής μου και το Σάββατο η αδελφή και ο γαμπρός μου.

Αυτό που θυμάμαι είναι πως τη στιγμή που πήγα να κάνω τυπικά κατάθεση στεφάνου, λύγισαν τα γόνατά μου, είχα τάση λιποθυμίας, αλλά δεν θυμάμαι κάτι άλλο. Επίσης, το άλλο που θυμάμαι είναι πως οι τάφοι που τους βάλαμε ήταν αρκετά βαθιοί και μου είχε κάνει εντύπωση, γιατί τόσο βάθος και φώναζα ‘γιατί τόσο βαθιά;’. Αυτό θυμάμαι».

Η δικαστική μάχη

«Εγώ προσωπικά μόνο μία φορά πήγα στο Δικαστήριο, που θα μας έδιναν τα λεφτά της ασφάλειας. Δεν ξαναπήγα σε Δικαστήριο εγώ. Ο πατέρας μου δεν ήθελε να με ανακατέψει πολύ στο θέμα. Κάποτε που άκουγα τον πατέρα μου να μιλά για το θέμα ήταν θυμωμένος. Ήταν μία ανοιχτή πληγή που δεν έκλεινε και δεν αποδόθηκε ποτέ δικαιοσύνη. Θα γίνει ποτέ αυτό; Μέχρι σήμερα, δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη για τις 121 ψυχές που έφυγαν».

Οι φόβοι για ταξίδι με αεροπλάνο

«Η τραγωδία μας προκάλεσε φόβο για να ταξιδέψω. Ήμουν συνοδός για παιδιά με αναπηρία και το 2007 κάναμε πτήση από Λάρνακα προς Πάφο με ένα μικρό αεροπλανάκι από τη Λάρνακα στην Πάφο, ήταν μία πτήση αγάπης και χαράς. Ήταν ένα αεροπλάνο με μικρά παιδιά και μεγαλύτερα και ήθελα να δοκιμάσω να πετάξω, επειδή το Σεπτέμβριο εκείνου του χρόνου θα έπρεπε να πάρω την κόρη μου Αγγλία για σπουδές. Ήταν ξεκάθαρο ότι θα πάει Αγγλία. Στην αρχή φοβήθηκα, όμως μετά συνήθισα και πήγα και Αγγλία.

Ο πατέρας μου πήγαινε 3 Αυγούστου και 14 πήγαινε στο Γραμματικό κάθε χρόνο, μέχρι το 2011, που δεν μπορούσε να ταξιδέψει, ούτε το 2012. Ήθελα και εγώ να πάω από τον πρώτο χρόνο, όμως ο άνδρας μου δεν μου το επέτρεψε, επειδή μου είπε ότι δεν ήμουν έτοιμη. Πράγματι, δεν ήμουν. Τελικά πήγα το 2008. Τότε ήμουν έτοιμη, το είχα καταλάβει με τον εαυτό μου ότι ήμουν έτοιμη».

Η ζωή αν δεν ήταν αυτή η μοιραία πτήση…

«Αν δεν ήταν αυτή η μοιραία πτήση, η ζωή θα ήταν πολύ διαφορετική. Δεν είναι ωραίο να παντρεύεις τον αδελφότεκνό σου και να λείπει η μάμα και ο παπάς και είχε φύγει και ο παππούς. Είχαμε πάει εμείς στη Λεμεσό και είχα πει την προηγούμενη στη μητέρα μου ‘κλάψε σήμερα πριν να μας δει και αύριο πρέπει να γελούμε’. Έτσι έπρεπε και έτσι κάναμε. Ο νονός του όμως δεν άντεξε.

Κάθε πρωί που ξυπνώ, όταν είναι εθνική γιορτή ή χειμώνας και τα σχολεία κάνουν γιορτές, σκέφτομαι ‘δεν θα ήταν ωραίο να είναι εδώ και η αδελφή μου;’, ειδικά τώρα που έχει εγγόνια από τα παιδιά της. Καθημερινά είναι στις σκέψεις μας, κάθε ώρα, κάθε λεπτό. Δεν τους ξεχνούμε και δεν θα τους ξεχάσουμε ποτέ, επειδή έφυγαν άδικα».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: «Τα μωρά την προηγούμενη ήταν τόσο χαρούμενα… Και τελικά επιστρέφουν σε κασόνια»

;