Γ. Κουντούρης: Το κατεστημένο δεν μπορεί να διαχειριστεί τα προβλήματα της χώρας

Κύριε Κουντούρη (σ.σ υποψήφιος βουλευτής ΔΗΚΟ), αναφέρεστε συχνά στην ανάγκη αλλαγής του πολιτικού κατεστημένου. Θα θέλαμε να συνοψίσετε κάποιες από τις θέσεις σας προς αυτήν την κατεύθυνση;

Θεωρώ πως είναι μάταιο να γίνεται η οποιαδήποτε κριτική σε παγιωμένες πολιτικές χωρίς να παρατίθενται ταυτόχρονα προτάσεις για βελτίωση της εν λόγω κατάστασης. Έχω ήδη ανακοινώσει δώδεκα διασαφηνισμένες προτάσεις που στοχεύουν ακριβώς προς αυτήν την κατεύθυνση – δηλαδή, τα βήματα που πιστεύω πως πρέπει να ακολουθήσουμε για να οδηγήσουμε τη χώρα μας ξανά στην ελπίδα.

Αν έπρεπε να συνοψίσω κάποιες από τις προτάσεις μου, θα αναφερόμουν καταρχάς στην ανάγκη πάταξης του φαινομένου της ατιμωρησίας των κρατικών αξιωματούχων μέσω ενός σοβαρού και ουσιαστικού συστήματος αξιολόγησης, και την ταυτόχρονη εγκαθίδρυση μιας ανεξάρτητης αρχής κατά της διαφθοράς. Επείγει η δημιουργία πλαισίου ορθής διακυβέρνησης από όλους τους οργανισμούς, με πρόνοιες συχνής αντικατάστασης αξιωματούχων. Και ήρθε επιτέλους η στιγμή να καταργήσουμε όλους τους αναχρονιστικούς θεσμούς, όπως η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, και να τους αντικαταστήσουμε με πιο σύγχρονες και πιο αμερόληπτες πρακτικές διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού. Όλα αυτά, βέβαια, μπορούν να είναι αποτελεσματικά μόνο αν αναπτυχθούν κάτω από την ομπρέλα μιας στιβαρής και μακροπρόθεσμης πολιτιστικής και εκπαιδευτικής πολιτικής, η οποία θα εγκριθεί από τη Βουλή, και θα αποτυπώνεται στον κρατικό προϋπολογισμό. Μόνο έτσι, μόνο αν η κοινωνία και η πολιτεία γαλουχηθούν με αρχές και αξίες, θα κάνουμε το πρώτο μας βήμα προς ένα δίκαιο και παραγωγικό κράτος.

Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας – Γιατί κρίνετε τόσο επιτακτική την κατάργηση αυτών των θεσμών;

Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) αποτελεί την κορωνίδα ενός συστήματος που είναι πια αρτηριοσκληρωτικό και οπισθοδρομικό. Η συγκεκριμένη επιτροπή είχε πρωτοσυσταθεί  το 1965, και έκτοτε, το καθεστώς της παραμένει αναλλοίωτο! Διορίζεται για εξαετή θητεία από το Υπουργικό Συμβούλιο, δηλαδή από την εκάστοτε κυβέρνηση, και απαρτίζεται από τέσσερις ανθρώπους που μόνοι τους αποφασίζουν για τους διορισμούς, τις μονιμοποιήσεις, τις προαγωγές, την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου, την απόλυση και τις μεταθέσεις όλων, ανεξαιρέτως, των εκπαιδευτικών αυτής της χώρας. Αξίζει να αναφέρουμε, ενδεικτικά, το μέγεθος των μισθών που λαμβάνει αυτή η επιτροπή, που είναι δυσανάλογοι της κυπριακής πραγματικότητας: 98,000 Ευρώ για το κάθε μέλος, και 132,000 Ευρώ για τον Πρόεδρο, ετησίως. Αξίζει να σημειώσουμε επίσης πως ο νυν Πρόεδρος της ΕΕΥ είναι ο πρώην Διευθυντής του Δημοκρατικού Συναγερμού.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως πρόκειται για έναν θεσμό που αντιτίθεται στην έννοια των ίσων ευκαιριών και στο κοινωνικό κράτος δικαίου, και ο οποίος είναι συνεχώς επιρρεπής σε κομματικούς μηχανισμούς. Ας αναλογιστούμε μόνο πως η θητεία των μελών αυτής της επιτροπής υπερβαίνει τη θητεία όλων των δημοκρατικά εκλελεγμένων αξιωματούχων του κράτους! Πώς μπορεί, συνεπώς, μια τέτοια επιτροπή να καθορίζει, μέσω συνεντεύξεων που δεν διέπονται από διαφάνεια, το ύψος της βαθμολογίας των υποψηφίων, αλλοιώνοντας με αυτόν τον τρόπο τα μετρήσιμα αποτελέσματα των εξετάσεών τους; Ποια είναι τα κριτήρια και ποιος τα καθορίζει;

Πρέπει όλοι να καταλάβουν επιτέλους πως ο κρατικός αξιωματούχος είναι υπηρέτης του πολίτη. Όχι το αντίθετο. Είναι εγκληματικό να αποδεχόμαστε τέτοιες πρακτικές, πολλώ μάλλον να τις ευνοούμε και να εξωθούμε τους νέους μας είτε στην ανεργία είτε στη μετανάστευση. Ως ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα, οφείλουμε να εκσυγχρονίσουμε άμεσα τις διαδικασίες για να υπάρξει επιτέλους δίκαιη πρόσληψη και αξιοκρατική αξιολόγηση των υπαλλήλων του δημοσίου. Αυτό απαιτεί ένα κράτος δικαίου και αυτό συνιστά η οποιαδήποτε δημοκρατία για να λειτουργήσει ομαλά.

Από ό,τι φαίνεται, το χάσμα μεταξύ πολιτικών και πολιτών στη χώρα μας διευρύνεται συνεχώς. Εσείς που αποδίδετε αυτό το πρόβλημα;

Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, είναι γεγονός πως οι πολιτικοί μάλλον δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν τα προβλήματα της χώρας, ούτε να αφουγκραστούν τον πολίτη και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Αποδίδω αυτό το χάσμα σε δύο λόγους κυρίως: Αφενός μεν, υπάρχει το απερχόμενο πολιτικό προσωπικό της χώρας, που στη μεγαλύτερή του πλειοψηφία αντιμετωπίζει τα όποια προβλήματα με τρόπο παρωχημένο, πρόχειρο και επιδερμικό. Κι αυτό την ίδια στιγμή που ο Κύπριος πολίτης βιώνει ένα από τα χειρότερα βιοτικά επίπεδα στην Ευρώπη και αναγκάζεται καθημερινά να συμβιβάζεται. Αφετέρου, οι κρατικοί αξιωματούχοι αντί να είναι υπηρέτες του πολίτη, συμπεριφέρονται ωσάν ο πολίτης υπάρχει για να τους υπηρετεί. Είναι κυρίως εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς που η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος, τους θεσμούς και τους πολιτικούς έχει κλονιστεί σε τέτοιο δραματικό βαθμό. Γι’ αυτό απαιτείται επειγόντως ριζική αλλαγή στον τρόπο διακυβέρνησης. Οι πολίτες δεν είναι αγέλες αμνών. Έχουν και την γνώση, και συνεχή πληροφόρηση, δεν φοβούνται να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, και απαιτούν ένα κράτος εκσυγχρονισμένο που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες τους και τα όνειρά τους. Αυτή τη διαδικασία, άλλωστε, καλείται να ρυθμίσει και η δημοκρατία. Δηλαδή, το πως οι κρατικοί αξιωματούχοι, ως υπηρέτες του πολίτη, θα τον εξυπηρετήσουν καλύτερα.

Αναφερθήκατε στην ανάγκη εγκαθίδρυσης μιας ανεξάρτητης αρχής κατά της διαφθοράς. Εξηγείστε μας το σκεπτικό σας.

H διαχρονική αποτυχία, από ιδρύσεως του κράτους το 1960 μέχρι σήμερα, στο να ιεραρχήσουμε ορθά τις προτεραιότητές μας και να οριοθετήσουμε τους πυλώνες πάνω στους οποίους οφείλει να στηρίζεται μια πολιτεία, μας οδήγησε σε μια νοσηρή κατάσταση και η διαφθορά δεν είναι παρά ένα από τα τραγικά συμπτώματα. Αυτήν την στιγμή, οι πολίτες έρχονται αντιμέτωποι με ένα κράτος στο οποίο τίποτα δεν λειτουργεί σωστά, βλέπουν τη χώρα τους να διασύρεται διεθνώς.  

Από ό,τι διαφαίνεται, και από τη διερεύνηση της επιτροπής του  σκανδάλου των χρυσών διαβατηρίων, οι διαστάσεις του προβλήματος είναι τεράστιες, και οι επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία και κοινωνία πολύ πιο επικίνδυνες και επιζήμιες από όσο φανταζόταν λίγους μήνες πριν ο μέσος πολίτης. Το πρόγραμμα των πολιτογραφήσεων μάλλον δεν είχε ως μέλημά του την στήριξη της οικονομίας, όπως ισχυρίζονται οι κυβερνώντες, αλλά διεκπεραιώνετο καθαρά για λόγους προσωπικού πλουτισμού των ιδίων.

Πρέπει να θεσπιστεί ένα νέο και αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης και λογοδοσίας, μέσα από το οποίο όλοι θα είναι υπεύθυνοι για τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους, και είναι γι’ αυτόν τον λόγο που εισηγούμαι την κατάθεση νομοσχεδίου για την εγκαθίδρυση μιας Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς. Εξαιρετικά σημαντική είναι και η οικονομική αυτοτέλεια αυτής της Αρχής, έτσι ώστε να μην εξαρτάται ποτέ από εκείνους που θα ελέγχει, και δεν πρέπει σε καμία των περιπτώσεων να αποτελείται από «συνήθεις ύποπτους» που επιλέγονται στοχευμένα από το πολιτικό κατεστημένο για να ελέγχουν τις δήθεν ανεξάρτητες αρχές. Υπό αυτό το πρίσμα, οφείλουμε να διασαφηνίσουμε τον «Κώδικα Δεοντολογίας,» του οποίου το περιεχόμενο δεν πρέπει να αφήνει κανένα περιθώριο στα πολιτικά πρόσωπα και τους συνεργάτες τους να λειτουργούν αυθαίρετα και ανεξέλεγκτα, ή να υποκρίνονται πως δεν αντιλαμβάνονται τον όρο «ασυμβίβαστο».

Καθώς οδεύουμε προς την κρίσιμη Κυριακή των εκλογών, θα θέλαμε να μας συνοψίσετε την ιδέα πίσω από το μότο της εκστρατείας σας ‘Πολιτικός Πολιτισμός’.

Είναι βαθιά πεποίθησή μου πως τα περισσότερα προβλήματά μας, ως κοινωνία και ως κράτος, απορρέουν από την έλλειψη Παιδείας και Πολιτισμού. Συντηρούμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα από το οποίο απουσιάζουν ουσιαστικά αυτοί οι δύο πυλώνες. Η προσέγγισή μας απέναντι στην εκπαίδευση έχει καταντήσει να είναι χρησιμοθηρική, η παραπαιδεία υποσκέλισε τον σημαντικό ρόλο του σχολείου, οι τέχνες και ο αθλητισμός παραγκωνίστηκαν, και δεν επενδύουμε αρκετά στην έρευνα και την καινοτομία. Αυτές οι παθογένειες στον τομέα της εκπαίδευσης σχετίζονται άμεσα με την κρίση αξιών, την πτώση ηθών, τη διαφθορά, και την έλλειψη οράματος που σήμερα στερούν από τα παιδιά μας την ελπίδα. Είμαστε ένας λαός με ιστορία χιλιάδων χρόνων και οφείλουμε να την τιμήσουμε. Είμαστε ένας λαός τίμιος και εργατικός, ο οποίος οδηγήθηκε από το πολιτικό κατεστημένο δεκαετιών σε παρακμή και απουσία οράματος. Πρέπει πάντα να έχουμε κατά νου πως όσες θυσίες κι αν κάνουμε, σε όσες ενέργειες και αν προχωρήσουμε, οι αλλαγές αυτές θα λειτουργούν μόνο εν είδει παυσίπονου αν συνεχίσουμε να παρακάμπτουμε την Παιδεία και τον Πολιτισμό, και πάντα θα καταλήγουμε στο ίδιο σημείο: την υπανάπτυξη.