Η απουσία πολιτικής συζήτησης, οι «εχθροί» των τριών και η βούληση για ουσία

Στις πολλές ιδιομορφίες των επικείμενων Προεδρικών Εκλογών έχει προστεθεί η απουσία πολιτικής συζήτησης. Αυτό είναι κάτι που διαφάνηκε και στα προηγούμενα στάδια του προεκλογικού. Όσο πλησιάζουμε στην τελική ευθεία, όμως, καθίσταται ακόμη πιο έκδηλο πως πορευόμαστε προς την κάλπη μέσα από επαναλήψεις τετριμμένων και μονολόγους, παρά μέσα από πραγματική συζήτηση.

Αποφασίζοντας να χαράξουμε δική μας πορεία, διαφορετική από αυτήν που συνηθίζεται παγκοσμίως, υιοθετήθηκε μία πολιτική παραδοξότητα, αυτή της πραγματοποίησης πολλαπλών debates από τον Σεπτέμβριο, πάρα πολλούς μήνες πριν από τις εκλογές και πριν ακόμα μπούμε σε αυτό που θεωρείται προτελευταίο στάδιο του προεκλογικού. Η λογική ήταν ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα γινόταν πολύ περισσότερη πολιτική συζήτηση, θα είχαν την ευκαιρία οι υποψήφιοι να αναπτύξουν ενώπιον των πολιτών τις θέσεις και τα προγράμματά τους και, μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι πολίτες θα γίνονταν σοφότεροι.

Είναι ξεκάθαρο πως κάτι πήγε λάθος. Σε αυτά τα debates, στα πλείστα εκ των οποίων δεν υπήρχε συγκεκριμένη δομή, σμίξαμε υποψήφιους που, βάσει δημοσκοπήσεων, τρέχουν στην κορυφή της κούρσας μαζί με υποψήφιους οι οποίοι βρίσκονται στον πυθμένα, έχοντας προφανώς πολύ διαφορετικά στοιχήματα και ατζέντες, με αποτέλεσμα ο καθένας να εκπέμπει στο δικό του μήκος κύματος, να μιλούν μέσω κάμερας σε μη παρόντες αντιπάλους τους και γενικά να κουράζουν τον κόσμο.

Τελικά τα debates όχι απλώς δεν βοήθησαν στην ανάπτυξη της πολιτικής συζήτησης αλλά φαίνεται πως επαναβεβαίωσαν πως αυτός ο προεκλογικός είναι παγιδευμένος σε ένα κύκλο επαναλήψεων. Ακούγονταν τα ίδια και τα ίδια, ενώ πολλές φορές το ενδιαφέρον κέντριζαν ζητήματα που, στην πραγματικότητα, κάθε άλλο παρά παραγωγικό διάλογο για το μέλλον του τόπου αποτελούσαν (όπως το τι είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε μυστικές συναντήσεις) και γενικά δεν φαίνεται να συνέβαλαν ιδιαίτερα στην ύπαρξη μιας πιο ζωντανής πολιτικής συζήτησης.

Η αιτία για την απουσία αυτού του διαλόγου δεν εντοπίζεται, όμως, στα debates, που μάλλον υπογράμμισαν αυτό το γεγονός, και σίγουρα δεν περιορίζεται μόνο σε αυτά. Είναι γενική και φανερή στην ειδησεογραφία. Οι υποψήφιοι για την Προεδρία δεν θεωρούν πάντοτε απαραίτητο να επεμβαίνουν για θέματα επικαιρότητας. Δεν σχολιάζουν ιδιαίτερα τις θέσεις ο ένας του άλλου και ορισμένες φορές συμπεριφέρονται λες και δεν υπάρχουν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι. Δεν συζητούν. Εκδίδουν ανακοινώσεις που μένουν αναπάντητες, ενώ, σε ορισμένες περιπτώσεις, τσακώνονται μεταξύ τους τα κόμματα χωρίς την εμπλοκή του υποψηφίου, κι ας βρισκόμαστε πλέον στα μέσα Νοεμβρίου και οι εκλογές απέχουν μερικές δεκάδες μέρες.

Ενδεχομένως η εξήγηση αυτού του φαινομένου να εντοπίζεται στις ίδιες τις ιδιομορφίες των εκλογών. Στο γεγονός, δηλαδή, πως και οι τρεις βασικοί υποψήφιοι υπηρέτησαν με κάποιο τρόπο την προηγούμενη Κυβέρνηση και υπήρξαν και οι τρεις στενοί συνεργάτες του Νίκου Αναστασιάδη, ενώ ταυτόχρονα δύο εξ’ αυτών κατέρχονται σε συνεργασία με κόμματα της αντιπολίτευσης και η αντιπαράθεση αναπτύσσεται πάνω σε αυτές τις παραμέτρους. Όπως επίσης και το γεγονός πως έχουν «αγαπημένους εχθρούς». Γι’ αυτό και η εικόνα έχει διαμορφωθεί ως εξής:

Ο Νίκος Χριστοδουλίδης αποφεύγει σε γενικές γραμμές να σχολιάσει την επικαιρότητα. Δεν εκδίδει συχνά ανακοινώσεις για ζητήματα που αφορούν την ειδησεογραφία της ημέρας και επιλέγει πότε να το κάνει. Αυτή ήταν μια τακτική που ακολουθούσε από την αρχή και, δεδομένου ότι προπορεύεται με απόσταση σε όλες τις δημοσκοπήσεις, μάλλον θεωρεί ότι δεν έχει λόγους να την αλλάξει. Την ίδια στιγμή, δεδομένου ότι ο ίδιος έχει περιορισμένες διαφωνίες με τη διακυβέρνηση Αναστασιάδη, την οποία μέχρι πρότινος υπηρετούσε, ενώ τα κόμματα που τον υποστηρίζουν έχουν πάρα πολλές, ενδεχομένως να αποφεύγει να τοποθετηθεί για να προστατευτεί από την επισήμανση αυτών των διαφορετικών αναγνώσεων. Την ίδια στιγμή, ξεκάθαρα δεν μπορεί να ανεβάσει υψηλούς αντιπολιτευτικούς τόνους, ενόσω χαίρει της υποστήριξης μεγάλου μέρους της Συναγερμικής βάσης, αφού δεν θέλει να τους ενεργοποιήσει αμυντικά αντανακλαστικά. Ταυτόχρονα αποφεύγει να απαντά στις επιθέσεις που δέχεται, κυρίως από την κατεύθυνση του ΔΗΣΥ, θεωρώντας, ενδεχομένως, πως εκτίθενται όσο μιλούν μόνοι τους.

Ο Αβέρωφ Νεοφύτου είτε σε επίπεδο επιτελείου, είτε σε επίπεδο ΔΗΣΥ, έχει περισσότερες δημόσιες παρεμβάσεις. Μεγάλο μέρος από αυτές αφορούν επιθέσεις προς την υποψηφιότητα Νίκου Χριστοδουλίδη, σε μία προσπάθεια να διαβρωθεί η εικόνα του στα μάτια των Συναγερμικών ψηφοφόρων, που συνεχίζουν να τον επιλέγουν σε μεγάλο ποσοστό. Οι περισσότερες παραμένουν αναπάντητες και, ως εκ τούτου, δεν αναπτύσσεται διάλογος. Σε κάποιες περιπτώσεις η προσπάθεια αντιπαράθεσης επεκτείνεται και στα κόμματα που υποστηρίζουν τον κ. Χριστοδουλίδη αλλά και πάλι δεν οδηγούν απαραίτητα σε διάλογο. Συζήτηση γίνεται με ο ΑΚΕΛ, αλλά πολύ συχνά αφορά άμυνα από πλευράς είτε του ΔΗΣΥ είτε της Κυβέρνησης στις επιθέσεις του κόμματος της Αριστεράς και του υποψηφίου που υποστηρίζει. Ο ΔΗΣΥ έχει καθορισμένο πλαίσιο σχολιασμού της επικαιρότητας, υπό την έννοια ότι οφείλει να υπεραμύνεται των κυβερνητικών ενεργειών, των οποίων ο κ. Νεοφύτου παρουσιάζεται ως συνεχιστής.

Ο Ανδρέας Μαυρογιάννης, σε συνδυασμό με το ΑΚΕΛ που τον υποστηρίζει, κάνουν σίγουρα τις περισσότερες καθημερινές παρεμβάσεις και δη για θέματα επικαιρότητας. Πολλές φορές, βέβαια, επαναλαμβάνουν τα ίδια πράγματα με διαφορετικές λέξεις. Επιλέγουν, ουσιαστικά, να επιτίθενται στον ΔΗΣΥ και τον Αβέρωφ Νεοφύτου, θεωρώντας ότι η μπάλα παίρνει και τον Νίκο Χριστοδουλίδη, επειδή με κάποιο τρόπο φροντίζουν να διατυπώσουν τη διασύνδεσή του με το κυβερνών κόμμα, αλλά ο βασικός τους στόχος είναι ο Αβέρωφ Νεοφύτου, σε αντίθεση με τον κ. Νεοφύτου που έχει ως βασικό στόχο τον κ. Χριστοδουλίδη. Ο κ. Μαυρογιάννης ακολουθεί συχνά το αντιπολιτευτικό τέμπο του ΑΚΕΛ, επί μίας ευρείας γκάμας θεμάτων, αλλά είναι σχεδόν πάντοτε διανθισμένος με συνθηματολογία. Λόγω της μεγάλης αντιπαράθεσης Νεοφύτου-Χριστοδουλίδη πολλές φορές τον αφήνουν εκτός συζητήσεων, καθώς τσακώνονται σε προσωπικό επίπεδο και μη πολιτικό πλαίσιο.  

Σε αυτή την παράξενη συγκυρία, που ο καθένας φαίνεται να έχει βρει την στρατηγική που τον εξυπηρετεί σχεδόν ανεξάρτητα από την ύπαρξη ανθυποψηφίων, οι πολίτες βλέπουν την πολιτική συζήτηση να μην παίρνει μπρος. Κι όταν αυτή γίνεται, πολλές φορές κινείται σε ακριβώς το ίδιο πλαίσιο, περιορίζεται στην ίδια θεματολογία και είναι έρμαιο της πλήξης που προκαλεί η επανάληψη ή της ενόχλησης που προκαλούν οι επιθέσεις επί του προσωπικού. Υπάρχει ακόμη περιθώριο να γίνει πιο ουσιαστική η προεκλογική συζήτηση. Το ερώτημα είναι εάν υπάρχει βούληση.  

 ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Το προεκλογικό προφίλ του ΔΗΣΥ-Η μεσαία τάξη, η ευρωπαϊκή ταυτότητα και η «υπεύθυνη αντιπολίτευση»
Όταν οι φιλίες και οι συγγένειες συναντούν τα high politics
Σημαντικά επιτεύγματα στην Σύνοδο Κοινοπολιτείας για Ωκεανούς
ΓΓ της Κοινοπολιτείας: Η Κύπρος πρώτη στη βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια
Στεφάνου: Έχουμε τα εχέγγυα να κερδίσουμε το στοίχημα των εκλογών
Πολιτική αντιπαράθεση στα κατεχόμενα για Συμπεράσματα Ευρωπαϊκού Συμβουλίου
Δημιουργείται λόμπι πίεσης για αποχαρακτηρισμό στη Συρία-Εξασφαλίστηκε υποστήριξη από δέκα κράτη
Επικρίνει την Κυβέρνηση το ΑΚΕΛ-«Ξέφραγο αμπέλι για τους σφαγείς των λαών»
Oι τρεις προτάσεις νόμου του ΔΗΣΥ για τα πρόστιμα από τις κάμερες-«Η Κυβέρνηση οφείλει να βελτιώσει την κατάσταση»
Για μεταναστευτικό θα ενημερώσει η ΠτΒ τη Διάσκεψη Προέδρων Κοινοβουλίων ΕΕ