Το σήριαλ συνεχίζεται... Δικαιώθηκε ο Μιχαηλίδης, εκτός Βουλής ο Παπαδόπουλος

Άκυρη για τρίτη φορά κρίθηκε από το Εκλογοδικείο η εκλογή και ανακήρυξη σε Βουλευτή του Γεώργιου Παπαδόπουλου.

Το Εκλογοδικείο με απόφαση πλειοψηφίας (10-1) την οποία ανέγνωσε ο Πρόεδρος του Στέλιος Ναθαναήλ σημειώνει ότι καθίσταται φανερό ότι με τις τροποποιήσεις αυτές, στην ουσία «η εκλογή του Γεώργιου Παπαδόπουλου έγινε στη βάση συγκεκριμένης νομοθεσίας και όχι δια ελεύθερης γενικής ή αναπληρωματικής εκλογής από το λαό που είναι η έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας που εμπίπτει μέσα σε εκείνα τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και τα οποία δεν θα μπορούσαν, θεωρούμενα ως καλυπτόμενα από τη θεμελιακή δομή του Συντάγματος, να αποστερηθούν με νομοθετικό τρόπο».

Είναι φανερό επίσης, προστίθεται, «ότι καταστρατηγείται η διάκριση των εξουσιών διότι για ακόμη μια φορά η Βουλή των Αντιπροσώπων επέλεξε ανεπίτρεπτα να επιλύσει το πρόβλημα με τον τρόπο αυτό παρά τις προς το αντίθετο τελεσίδικες κρίσεις του Ανωτάτου Δικαστικού Σώματος».

Στην απόφαση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι ως προς την ουσία, ένα από τα πρωταρχικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν είναι κατά πόσο με την τροποποίηση του Συντάγματος έχει δοθεί τέλος στη διαφορά που έχει προκύψει εάν ήθελε θεωρηθεί ότι το Σύνταγμα, ως υπέρτατος ημεδαπός νόμος, δεν θα μπορούσε να κριθεί ότι έχει δημιουργήσει είτε αναδρομικότητα, είτε ότι έχει καταστρατηγήσει το δεδικασμένο των προηγούμενων αποφάσεων του Εκλογοδικείου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναφορά αρ. 4/2018. 

«Η απλή απάντηση σ΄ αυτό είναι ότι για να μην δημιουργηθεί είτε αναδρομικότητα, είτε παραβίαση του δεδικασμένου, το πεδίο εφαρμογής της γενόμενης τροποποίησης πρέπει να είναι συμβατό με το ratio decidendi των προηγούμενων αποφάσεων», προστίθεται.

Αυτό, συμπληρώνεται, «διότι ουδείς των διαδίκων αμφισβητεί το τι λέχθηκε, με πολύ σαφή μάλιστα τρόπο, στις προηγηθείσες Εκλογικές Αιτήσεις ή στη Γνωμάτευση». 

Σύμφωνα με την κρίση του Εκλογοδικείου «η θέση του Γενικού Εισαγγελέα ότι η συνταγματική τροποποίηση και η θέσπιση του τροποποιητικού Νόμου έγιναν ακριβώς για να υπάρξει συμμόρφωση με τις αποφάσεις, μπορεί να γίνει δεκτή μόνο εάν και οι δύο τροποποιήσεις (συνταγματική και κανονική), εφαρμόζονται για το μέλλον». 

Αυτή, σημειώνεται, «θα ήταν και η ορθή αντιμετώπιση του θέματος θεωρώντας ότι η Βουλή, νομοθετώντας με καλή πίστη και στη βάση των αρχών της χρηστότητας, επέλυσε το διαπιστωθέν πρόβλημα ώστε μελλοντικά να μην παρουσιαστεί παρόμοια δυσλειτουργία».
 
Υπάρχουν στη βιβλιογραφία και άλλες  υποθέσεις όπου Συνταγματικά Δικαστήρια  υπέδειξαν ότι αν οποιοδήποτε πολιτικό όργανο ενδυόταν με κυρίαρχες εξουσίες («sovereign powers»), αυτό θα σήμαινε ότι ο λαός δεν είναι κυρίαρχος. Αυτό, αναφέρεται, «λόγω του φαινομένου που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες συνταγματικές τροποποιήσεις να χρησιμοποιούνται με τρόπους που αποτελούν απειλή για τη δημοκρατία υποσκάπτοντας εκ των έσω την ουσία της δημοκρατίας». 

Γι΄ αυτό, σημειώνεται, «τα Δικαστήρια επεμβαίνουν, όπου είναι αναγκαίο, όχι υπό μορφή έκφρασης «κράτους Δικαστών», αλλά ως προσπάθεια ελέγχου τέτοιων φαινομένων, δημιουργώντας τη θεωρία περί “unconstitutional constitutional amendments”».

«Δημιουργήθηκε επομένως δεδικασμένο επί του συγκεκριμένου θέματος από την άποψη της εκδηλωθείσας ήδη σαφούς ετυμηγορίας του Ανωτάτου Δικαστικού Σώματος και, ιδιαιτέρως τονίζεται αυτό, μεταξύ των συγκεκριμένων προσώπων, των αιτητών από τη μια και του Γεώργιου Παπαδόπουλου από την άλλη», συνεχίζει η απόφαση του Εκλογοδικείου. 
 
«Όπως αναλύθηκε προηγουμένως η πλήρωση κενωθείσας βουλευτικής έδρας έπρεπε να επισυμβεί κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου, σε τέτοια δε περίπτωση θα διενεργείτο αναπληρωματική εκλογή εάν άλλως ήταν αδύνατη η πλήρωση της κενωθείσας έδρας», αναφέρεται. 

Η μεταγενέστερη προσπάθεια της Βουλής των Αντιπροσώπων να καλύψει και μη καταληφθείσα έδρα  προσέκρουσε και πάλι, προστίθεται, «στο ότι δεν υπήρξε κένωση βουλευτικής έδρας, με την έννοια της μη καταληφθείσας έδρας να ήταν ξένη προς το Σύνταγμα». 
 
Σύμφωνα με το Εκλογοδικείο η επόμενη προσπάθεια της Βουλής να τροποποιήσει τον εκλογικό νόμο αντικαθιστώντας το ίδιο το άρθρο 35, κρίθηκε πως ήταν αντισυνταγματική παραβιάζοντας εκτός από διάφορα Άρθρα του Συντάγματος και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.  Η προσπάθεια της Βουλής επίσης κρίθηκε ότι παραβίαζε την αρχή της διάκρισης των εξουσιών με την οποία υπήρξε επέμβαση στην τελεσίδικη προηγούμενη κρίση της Δικαστικής Εξουσίας. 

«Σαφείς, επομένως, ήταν οι αποφάσεις του Εκλογοδικείου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας, εστιάζοντας στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας που είναι διάχυτη στο Σύνταγμα και ότι νόμιμες εκλογές είναι εκείνες που διενεργούνται με βάση την αρχή της  έκφρασης από το λαό της εκλογικής του επιθυμίας», σημειώνεται.  
 
Το όλο πρόβλημα, υπενθυμίζεται, «άρχισε με την επιστολή της Ελένης Θεοχάρους, ημερ. 27.5.2016, Προέδρου του Κινήματος Αλληλεγγύη προς τον  Έφορο Εκλογών ενημερώνοντας τον για την απόφαση της όπως παραμείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να μην αποδεχθεί τη θέση στη Βουλή των Αντιπροσώπων». 
 
«Επειδή αυτή η απόφαση της Δρος Θεοχάρους δεν λήφθηκε εντός της βουλευτικής περιόδου, οι προηγούμενες αποφάσεις του Εκλογοδικείου υπέδειξαν ότι στην πραγματικότητα η έδρα ουδέποτε περιήλθε νομίμως στο Κίνημα Αλληλεγγύη ούτως ώστε να γίνεται λόγος περί επιλαχόντος υποψηφίου», αναφέρεται.

Η τροποποίηση του Συντάγματος προσπάθησε «να δώσει λύση στο ζήτημα καλύπτοντας τις προηγούμενες αποφάσεις του Εκλογοδικείου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναφορά, τροποποιώντας κατ΄ ανάλογο τρόπο και το άρθρο 35 του Εκλογικού Νόμου». 

«Σε καμία όμως περίπτωση δεν θα μπορούσε να κριθεί ή να λογισθεί ότι οι τροποποιήσεις αυτές μπορούν να τύχουν εφαρμογής στην παραμένουσα κενή θέση λόγω της απόφασης της Ελένης Θεοχάρους να μην την αποδεχθεί», προστίθεται.

Οι λέξεις «….. κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Εκλογής Μελών της Βουλής  των  Αντιπροσώπων  (Τροποποιητικού) Νόμου  του 2019» στο εδάφιο (4) του νέου άρθρου 35, δεν μπορούν να συγκρούονται με το Άρθρο 145 του Συντάγματος, ούτε να έχουν αναδρομική ισχύ, έστω και αν στα τροποποιηθέντα Άρθρα 66 και 71 του Συντάγματος, γίνεται πλέον πρόνοια για αποποιηθείσα ή μη καταληφθείσα ή κενωθείσα βουλευτική έδρα που περιλαμβάνει και εκείνη για την οποία ο εκλεγείς  υποψήφιος πριν την ανακήρυξη του δεν έχει αποδεχθεί να ασκήσει το δικαίωμα ανακήρυξης ή δεν αποδέχεται να αναλάβει τα καθήκοντα του». 

«Αυτά σαφώς ισχύουν για το μέλλον», σημειώνεται.
 
«Καθίσταται φανερό ότι με τις τροποποιήσεις αυτές, στην ουσία η εκλογή του Γεώργιου Παπαδόπουλου έγινε στη βάση συγκεκριμένης νομοθεσίας και όχι διά ελεύθερης γενικής ή αναπληρωματικής εκλογής από το λαό που είναι η έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας που εμπίπτει μέσα σε εκείνα τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και τα οποία δεν θα μπορούσαν, θεωρούμενα ως καλυπτόμενα από τη θεμελιακή δομή του Συντάγματος, να αποστερηθούν με νομοθετικό τρόπο», αναφέρεται. 

Είναι φανερό επίσης, προστίθεται, «ότι καταστρατηγείται η διάκριση των εξουσιών διότι για ακόμη μια φορά η Βουλή των Αντιπροσώπων επέλεξε ανεπίτρεπτα να επιλύσει το πρόβλημα με τον τρόπο αυτό παρά τις προς το αντίθετο τελεσίδικες κρίσεις του Ανωτάτου Δικαστικού Σώματος». 

Σύμφωνα με την απόφαση του Εκλογοδικείου, «το δεδικασμένο που έχει δημιουργηθεί δεν έχει διαφοροποιηθεί με οποιονδήποτε τρόπο γι΄ αυτό και το Ανώτατο Δικαστήριο στην Αναφορά αρ. 4/2019 έκρινε ότι δεν μπορούσε να αποστεί από τις προηγούμενες αποφάσεις του Εκλογοδικείου, οι οποίες και πρόσφατες ήταν και διότι δεν είχε υποδειχθεί ότι αποφασίστηκαν στη βάση λανθασμένης αρχής δικαίου ή άλλως πως».  
 
«Εάν το εδάφιο (4) του άρθρου 35 τύχει εφαρμογής κατά τρόπο που καλύπτει και την παρούσα περίπτωση αυτό σαφώς παραβιάζει και την αρχή της ισότητας κατά το Άρθρο 28 του Συντάγματος εφόσον διά νομοθεσίας, στοχευμένης μάλιστα, εκλέγεται συγκεκριμένο άτομο ως Βουλευτής, αποστερώντας έτσι σε άλλους υποψήφιους, όπως από τον αιτητή 1, το δικαίωμα ελεύθερων αναπληρωματικών εκλογών, και από τον αιτητή 2, το δικαίωμα να συνυπολογιστεί η ψήφος του κατά τον τρόπο που αυτός επέλεξε να ψηφίσει», συνεχίζει. 

Πρόσθετα, σημειώνεται, «θα προσέδιδε καθαρή αναδρομικότητα στο Νόμο αρ. 131(Ι)/2019, η ισχύς του οποίου θεωρείται βεβαίως ότι αρχίζει από την ημέρα της δημοσίευσης του, δηλαδή, από τις 15.10.2019». 
 
«Καταλήγοντας, η εκλογή του Γεώργιου Παπαδόπουλου, καθ΄ ου  η  αίτηση 3, ως Βουλευτή και η ανακήρυξη του ως τέτοιου από τον Έφορο Εκλογής διά της πράξεως δημοσιευθείσας στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 591, ημερ. 29.10.2019, είναι άκυρη ως προϊόν, κατά τα ανωτέρω, αντισυνταγματικής και παρανόμου ρύθμισης γενομένης υπό τις πρόνοιες της Δωδέκατης Τροποποίησης του  Συντάγματος Νόμου του 2019 και του περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικού) Νόμου αρ. 131(Ι)/2019», αναφέρεται.
 
Ο Δικαστής Λ. Παρπαρίνος δεν συμφώνησε με την απόφαση των υπόλοιπων δέκα δικαστών και έδωσε διϊστάμενη απόφαση.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Δειτε Επισης

ΠτΒ: Στην Κύπρο εργαζόμαστε για την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών
Πολλές αναφορές για κυβερνητική διαφθορά στην Κύπρο καταγράφηκαν σε έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ
Συγκάλεσε Εθνικό Συμβούλιο ο Πρόεδρος-Ενημερώνει αρχηγούς κομμάτων για τις εξελίξεις στο Κυπριακό
ΠΙΝΑΚΕΣ: Η ανάλυση των εκλογέων ανά επαρχία
Παγιδευμένος στη διογκούμενη θεσμική κρίση ο Πρόεδρος-O αντίκτυπος και το ντόμινο από τη πιθανή προσφυγή
«Υλοποιήθηκαν πρωτοποριακά έργα»-Έκανε τον απολογισμό της επταετίας ο Κωνσταντίνος Γιωρκάτζης
Κ. Κόμπος: Εξαιρετικά ανήσυχη για κατάσταση στη Γάζα η Κύπρος
«Στο δρόμο προς την Ευρώπη, η Τουρκία έχει και πάλι μπροστά της την Κύπρο»
Έδωσαν τα χέρια Κυβέρνηση και κοινωνικοί εταίροι για την απασχόληση αλλοδαπών
Υπ. Ενέργειας: Μετά τη λειτουργία του Great Sea Interconnector η όποια επιβάρυνση