Ο εξευτελισμός 13 λεπτών, οι διάλογοι της ντροπής και το χαστούκι στις αδελφές

Ανατροπή σημειώθηκε στην υπόθεση του ρατσιστικού επεισοδίου, που σημειώθηκε τον Οκτώβριο του 2019, στη Λάρνακα, όταν δύο Ε/κ αδελφές, επιτέθηκαν λεκτικά σε γυναίκα από τη Ρωσία, βρίζοντάς την με ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς. Επεισόδιο, το οποίο βιντεογραφήθηκε και δημοσιεύτηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει θύελλα αντιδράσεων και η Αστυνομία να επέμβει για διερεύνηση του περιστατικού.  

Παρότι το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στις δύο αδελφές χρηματικό πρόστιμο ύψους 750, η Νομική Υπηρεσία άσκησε έφεση, αφού ήταν η θέση της πως οι επιβληθείσες ποινές ήταν εκδήλως ανεπαρκείς, ενώ υποστήριξε πως παραγνωρίστηκε το γεγονός ότι παρούσα ήταν και η μητέρα των δύο κατηγορουμένων και άρα κακώς το Δικαστήριο έκρινε ότι αυτές δεν υποκίνησαν οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο σε πράξεις βίας με συνέπεια να θεωρήσει πως το αδίκημα «ενέπιπτε οριακά στο βεληνεκές του νόμου».

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως αυτά καταγράφονται στην απόφαση, στις 5 Νοεμβρίου 2019, ενώ η παραπονούμενη Ρωσίδα διέσχιζε πεζή ένα χώρο στάθμευσης στο κέντρο της Λάρνακας, αντιλήφθηκε ότι το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν οι δύο αδελφές (σ.σ κατηγορούμενες), χτύπησε πάνω σε άλλο, σταθμευμένο, όχημα. Αυτές όμως συνέχισαν την πορεία τους με πρόθεση να εγκαταλείψουν την σκηνή.

Η 41χρονη παραπονούμενη τους φώναξε να σταματήσουν και πλησίασε το αυτοκίνητο τους. Τότε, αυτές σταμάτησαν, εξήλθαν του αυτοκινήτου τους και άρχισαν να την βρίζουν με χυδαίο τρόπο, με αναφορά στην φυλετική της καταγωγή, όπως την είχαν αντιληφθεί, και της επιτέθηκαν.

Ακολούθως, η πρώτη κατηγορούμενη απείλησε την παραπονούμενη λέγοντας της: «ρα φύε  εννά σε πατσαρκάσω α…σκατένη». Στο σημείο αυτό, μάλιστα, διέπραξε και επίθεση εφόσον πλησίασε την παραπονούμενη επιθετικά και την έσπρωξε με το χέρι στον ώμο.

Επίσης την απείλησε περαιτέρω λέγοντας: «ρε μα… εννά την πατσαρκάσω α…αν δεν φύει που δαμαί εννά τη δέρω, αν δεν φύει σε ένα λεπτό εννά της δώκω μια πατσαρκά…εν έσσιει κάμερες δαμαί έννε… εννά της δώσω μια πατσαρκά να δεις ήντα που να της κάμω».

Επίσης την εξύβρισε λέγοντας της: «ρα π….ρουμάνα, πάεννε στην χώρα σου. Βουλγάρα…στην χώρα σου έπιανες το cow βυζί έπινες γάλα», «ας……f… you», «σκα…», «σκατένη, κωλορουμάνα…», «ρα ασ… πήαινε να φάεις ….» και «κ…ρουμάνα, κατσέλλα, μαννή».

Η δεύτερη κατηγορούμενη εξύβρισε την παραπονούμενη λέγοντας της, «β…. τσουνη» και προτάσσοντας το μεσαίο της δάκτυλο κινήθηκε προς το μέρος της και της έφτυσε. Επίσης σε άλλο σημείο του επεισοδίου πλησίασε την παραπονούμενη απειλητικά και την έσπρωξε με το σώμα της από το πλάι δυνατά σε βαθμό που να την μετακινήσει.

Η παραπονούμενη βιντεογράφησε το όλο συμβάν με την χρήση του κινητού της τηλεφώνου και ανήρτησε το βίντεο στο διαδίκτυο. Την επόμενη ημέρα λήφθηκε πληροφορία στο ΤΑΕ για το βίντεο αυτό στο διαδίκτυο με αποτέλεσμα να διερευνηθεί η υπόθεση και να καταλήξει σε καταχώριση κατηγορητηρίου εναντίον των δύο αδελφών.

Οι κατηγορούμενες αντιμετώπισαν σωρεία αδικημάτων που αφορούσαν υποκίνηση βίας ή μίσους, επίθεσης και πρόκλησης ανησυχίας κτλ, ενώ το επεισόδιο εκτυλίχθηκε μπροστά στα μάτια του παιδιού της μιας κατηγορούμενης, εξού και αντιμετώπισε και την κατηγορία της συμπεριφοράς με την οποία προκαλείται ψυχική βλάβη σε μέλος της οικογένειας κατά παράβαση του περί Βίας στην Οικογένεια.

Ο εξευτελισμός και ο μιμητισμός από το παιδί

Όπως αναφέρει στην απόφαση του το Ανωτάτο Δικαστήριο, η παραπονούμενη με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης επεδίωξε να σταματήσει την παρανομία που διέπραξαν οι κατηγορούμενες και να διασφαλίσει μαρτυρία, υποδεικνύοντας πως αυτός ήταν ο σκοπός που άρχισε να τις βιντεογραφεί.

«Μόλις αυτές κατάλαβαν την ξενική της καταγωγή, αντιλαμβανόμενες ότι καταγόταν από χώρα της ανατολικής Ευρώπης, άρχισαν στην παρουσία του παιδιού της πρώτης εφεσίβλητης και ενός άλλου συγγενικού τους παιδιού, να την βρίζουν, να την απειλούν και να της επιτίθενται, έχοντας ευθέως στόχο την καταγωγή της και την διαστρεβλωμένη τους αντίληψη ότι λόγω της καταγωγής της ήταν φτωχή, που, κατά την πρώτη εφεσίβλητη, στην χώρα της «έπινε γάλα από το βυζί της κατσέλλας» και «έτρωε σκατά», ότι είναι «στερημένη και έφυε που την χώρα της» και στην Κύπρο ήρθε είτε για τα καπαρέ, είτε για να την πάρει σπίτι της να καθαρίσει τα παράθυρα και τα πατώματα της «επειδή είναι από τη Ρουμανία», ή ότι, κατά τη δεύτερη εφεσίβλητη «βρωμεί σκατά», ενώ η πρώτη εφεσίβλητη κατά τη διάρκεια του επεισοδίου δήλωνε «κρατούμε αυτοκίνητο 30 σιλιάες…αγόρασα το εχτές…τούτη 30 σιλιάες εν εκράεν», «σε μια βδομάδα βκάλω 30 σιλιάες. Αυτά δεν αποτέλεσαν μέρος των λεπτομερειών του κατηγορητηρίου, όμως λαμβάνονται υπόψιν ως προσδιοριστικά του κλίματος μέσα στο οποίο διαπράχθηκαν τα αδικήματα, ένα κλίμα όχι μόνο ρατσιστικής προκατάληψης, αλλά και εξευτελιστικής κοινωνικής και ταξικής απαξίωσης με την εντύπωση και μόνο ότι ο συνάνθρωπος τους ήταν, ως εκ της καταγωγής του, φτωχός και ευτελής, χωρίς αξία.».

Όπως αναφέρεται, το επεισόδιο διήρκεσε 13 και πλέον λεπτά, με την παραπονούμενη να επιδεικνύει ιώβειο υπομονή. Όταν το δεύτερο παιδί, μιμούμενο τις κατηγορούμενες, εξύβρισε και αυτό την παραπονούμενη λέγοντας της «είσαι μια βλαμμένη», η παραπονούμενη προσπάθησε να αντιμετωπίσει τουλάχιστον το παιδί, λέγοντας του «δεν…αγάπη μου…» και ξανά μετά «αγάπη μου κάτσε, μεν ξαναπείς έτσι, έννε δουλειά σου». Το παιδί όμως της είπε «σταμάτα εν θέλω να μου λαλεί κανένας αγάπη μου… ούτε η ρουμάνα ούτε η βουλγάρα να μου λαλεί αγάπη μου…λαλεί μου τζιαι αγάπη μου» και στο τέλος της έφτυσε.

Οι κατηγορούμενες, παρά την αρχική τους άρνηση στην κατάθεση τους στην Αστυνομία, μετά όταν κατηγορήθηκαν γραπτώς και στο τέλος ενώπιον του Δικαστηρίου παραδέχθηκαν τις κατηγορίες.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψιν τις προσωπικές τους περιστάσεις, το λευκό τους ποινικό μητρώο και το γεγονός ότι δεν υπήρχε προσχεδιασμός. Έλαβε επίσης υπόψιν το γεγονός ότι η ανάρτηση του βίντεο στο διαδίκτυο είχε ως αποτέλεσμα το διασυρμό τους, με πολύ άσχημες συνέπειες για τις ίδιες. Όπως αναφέρεται στην απόφαση, η πρώτη κατηγορούμενη, ηλικίας 38 ετών με ένα παιδί ηλικίας 13 ετών, μετά τη δημοσιοποίηση του περιστατικού είχε αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική της υγεία, έκτοτε παρακολουθείται από ψυχίατρο, λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική. Πέραν τούτων έχασε τη δουλειά της, παρέμεινε άνεργη και έχει κριθεί ανίκανη για εργασία εφόσον της είχε δοθεί ποσοστό αναπηρίας 75%. Η δεύτερη κατηγορούμενη, ηλικίας 31 ετών, δεν εργάζεται, ενώ έχει επηρεαστεί βαθύτατα από το συμβάν, ντρέπεται να κυκλοφορήσει και όταν την αναγνωρίσουν την κοροϊδεύουν.

Μεταξύ άλλων, το Ανώτατο ανέφερε πως δεν ευσταθεί η εισήγηση της υπεράσπισης ότι οι κατηγορούμενες αντέδρασαν επειδή η παραπονούμενη τις βιντεογραφούσε. Το κίνητρο τους είχε σαφώς εκφύγει από τα στενά αυτά πλαίσια, τονίζει το Δικαστήριο, αναφέροντας παράλληλα πως ήταν χωρίς αμφιβολία ρατσιστικό.

«Σύμφωνα με τα γεγονότα όπως τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, ναι μεν οι εφεσίβλητες έθεσαν στην παραπονούμενη «γιατί τους βκάλει φωτογραφίες», αλλά αυτό έγινε εν μέσω μιας κατευθείαν και συνεχούς υβριστικής επίθεσης η οποία δεν είχε απλώς στο επίκεντρο της τη ρατσιστική προκατάληψη, αλλά ήταν 30 μια αδιάλειπτη καθ’ ολοκληρίαν ρατσιστική επίθεση. Όπως έχουμε αναφέρει ανωτέρω δεν τέθηκε θέμα διαφοροποίησης της ποινικής μεταχείρισης μεταξύ των δύο εφεσιβλήτων ως εκ του ρόλου της κάθε μιας στο επεισόδιο. Η πρώτη εφεσίβλητη φαίνεται να ήταν πιο υβριστική, όμως η συμπεριφορά της δεύτερης εφεσίβλητης παρέμενε εξίσου σοβαρή εφόσον επιτέθηκε δύο φορές στην παραπονούμενη με αποκορύφωμα το εξευτελιστικό φτύσιμο και μάλιστα όταν η πρώτη εφεσίβλητη είπε «εννα της δώσω μια πατσαρκά, να δεις ήντα που να της κάμω» η δεύτερη «περιαυτολογώντας» την ενθάρρυνε λέγοντας της «εγώ έδωκα της θκυο». Η ρατσιστική επίθεση εκδηλώθηκε ταυτόχρονα και από τις δύο εφεσίβλητες, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα εντοπισμού διακριτού ρόλου. Ακόμα και αν θα μπορούσε να λεχθεί ότι αντέδρασαν λόγω της βιντεογράφησης και, περαιτέρω έστω και αν τούτο θα μπορούσε να θεωρηθεί, υπό τις περιστάσεις, πρόκληση, η ρατσιστική επίθεση δεν παύει να είναι τέτοια όταν υπάρχει πρόκληση εκ μέρους του θύματος, λ.χ. ενόχληση από ένα μετανάστη στην πολυκατοικία όπου διαμένουν με τον δράστη, εάν η πράξη οφείλεται στο μίσος που διαμορφώνεται εναντίον του θύματος λόγω της ένταξης του στη συγκεκριμένη ομάδα. Τέτοια ήταν η υπό κρίση περίπτωση».

Οι ποινές

Το Ανώτατο στην απόφαση του, τόνισε πως μόνο με αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές μπορεί να τιμωρηθεί κατά τρόπο αναμορφωτικό, ανταποδοτικό και δίκαιο η απαράδεκτη απαξίωση μέχρι μίσους ενός συνανθρώπου μας, επειδή είναι διαφορετικός λόγω εθνικότητας ή εθνοτικής προέλευσης, γλώσσας, θρησκείας και φυλής, σεξουαλικού προσανατολισμού, φύλου, σωματικής ή και ψυχικής αναπηρίας. Όπως είπε, μόνο με αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές μπορεί να δοθεί το μήνυμα στους επίδοξους δράστες ότι τέτοιες συμπεριφορές δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές από την κοινωνία, αλλά και μήνυμα ελπίδας και υποστήριξης σε όσους κινδυνεύουν από τέτοιες συμπεριφορές, ώστε να αισθάνονται ασφάλεια.

Ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, το Ανώτατο επέβαλε τις ακόλουθες ποινές:

Πρώτη κατηγορούμενη:

Στην 1η κατηγορία (υποκίνηση βίας ή μίσους) επιβάλλεται χρηματική ποινή €3.000.

Στη 2η κατηγορία (κοινή επίθεση), 2 μήνες φυλάκιση και χρηματική ποινή €300.

Στην 3η κατηγορία (ανησυχία), 1 μήνα φυλάκιση.

Στην 4η κατηγορία (απειλή), 2 μήνες φυλάκιση.

Στην 5η κατηγορία (δημόσια εξύβριση), 15 ημέρες φυλάκιση και χρηματική ποινή €100.

Στην 6η κατηγορία (συμπεριφορά με την οποία προκαλείται ψυχική βλάβη σε μέλος της οικογένειας), ουδεμία ποινή.

Δεύτερη κατηγορούμενη

Στην 7η κατηγορία (δημόσια εξύβριση), 15 ημέρες φυλάκιση και χρηματική ποινή €100.

Στην 9η κατηγορία (κοινή επίθεση), 2 μήνες φυλάκιση και χρηματική ποινή €300.

Στην 10η κατηγορία (κοινή επίθεση), 2 μήνες φυλάκιση.

Στην 11η κατηγορία (υποκίνηση βίας ή μίσους), επιβάλλεται χρηματική ποινή €3.000.

Στην 12η κατηγορία (άσεμνη πράξη), 2 μήνες φυλάκισης.

Το Ανώτατο, λαμβάνοντας υπόψιν το χρόνο που παρήλθε και τις συνέπειες που εξωδικαστηριακά υπέστησαν μέσα στην ίδια την κοινωνία οι κατηγορούμενες στο μεταξύ και με δεδομένο ότι δεν επρόκειτο για ένα οργανωμένο επεισόδιο ρατσιστικής βίας, έκρινε πως υπάρχουν περιθώρια αναστολής εκτέλεσης των ποινών φυλάκισης και ως εκ τούτου οι ποινές που επιβλήθηκαν είναι με τριετή αναστολή.  

 

Δειτε Επισης

Απορρίφθηκε αίτηση Γενικού Εισαγγελέα σε απόφαση απαλλοτρίωσης γης
Τουρίστες βγήκαν για περίπατο και βρήκαν σε σακούλα εκατοντάδες κροτίδες
Έφυγε… κύριος ως επισκέπτης από τις Κεντρικές ο δραπέτης-Έτσι τους πήρε στον ύπνο
Υπόδικος για υπόθεση εισαγωγής μεθαμφεταμίνης ο δραπέτης των Κεντρικών-Ερωτήματα για το πώς ξέφυγε όλων των μελών
Aπέδρασε κρατούμενος από τις Κεντρικές Φυλακές
Πληρώνει τελικά επιπλέον τόκους €4.220.000 με απόφαση Δικαστηρίου η ΚΔ για ακίνητο στη Λάρνακα
Νέα διαδικασία στο Δικαστήριο για την υπόθεση της Ευδοκίας Λοΐζου-Δεν καταβάλλει τις αποζημιώσεις το ΡΙΚ
Ανακοινώθηκαν στατιστικά για τις προσφυγές του Διοικητικού Δικαστηρίου
Επεισοδιακή καταδίωξη 22χρονου στην Πάφο-Επιτέθηκε σε αστυνομικό
Ηλεκτρική συσκευή προκάλεσε πυρκαγιά σε οικία στη Λεμεσό