«Εβκήκα που το σχολείο, τώρα είμαι δικηγόρος… Είχε φορά που δεν είχα για πεζίνα»

«Μου αρκεί η δική μου ιστορία, να δώσει εκείνο το σπρώξιμο που χρειάζεται κάποιος άλλος…», έγραφε σε ανάρτησή του, που συνοδευόταν από μια φωτογραφία της αποφοίτησής του, από το Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Πιο κάτω, ήταν μια άλλη ανάρτησή του, στη σελίδα του Εσπερινού Γυμνασίου και Λυκείου Λάρνακας, που είχε καλάσει τους απόφοιτούς του, να μοιραστούν τις προσωπικές τους ιστορίες. Ήταν αυτή η ανάρτηση, που οδήγησε στο γραφείο του 36χρονου δικηγόρου Χρίστου Φελλά από τα Λειβάδια Λάρνακας.

Η αφήγησή του, προκαλεί ανατριχίλα αλλά και θαυμασμό, αφού παρά τα εμπόδια που ορθώθηκαν μπροστά του, καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών του, δεν τα έβαλε κάτω. Κατάφερε να αποφοιτήσει και να έχει πλέον δικό του δικηγορικό γραφείο στη Λάρνακα.

«Είχα Ε ακόμα και στη γυμναστική»

«Το 1999 εβκήκα που το σχολείο... Όταν ήμουν στη δευτέρα τάξη του Δημοτικού, έκαμνα σκασιαρχείο. Έτσι έμεινα ιδία τάξη. Δεν ήμουν κακός μαθητής, αλλά ήμουν ανώριμος και είχα κακές παρέες. Επειδή εν πήγαινα, έφτασα να έχω σε όλα τα μαθήματα Έψιλον. Για να φανταστείς είχα Ε ακόμα και στην γυμναστική, που κανένα παιδί εν είχε.

Την επόμενη χρονιά αποφάσισα ότι έπρεπε να διαβάζω, αλλά οι συμμαθητές μου εκοροϊδεκύαν με επειδή έμεινα ιδία τάξη. Ελέαν μου ,“είσαι άχρηστος, εν επάτας ποττέ στο σχολείο”. Ένιωθα άσχημα και έτσι στείλαμε μια επιστολή και άλλαξα σχολείο. Στο άλλο σχολείο δεν ήξερα κάποιους και πάλι δεν με τραβούσε. Έτσι έφυα και από αυτό το σχολείο.

Την επόμενη χρονιά, επήα στο σύστημα μαθητείας στην Διανέλλειο. Έτσι δύο μέρες πήγαινα σχολείο και τρεις μέρες πήγαινα δουλειά ως πελεκάνος. Αυτό διήρκεσε τρεις μήνες. Πήγαινα δουλειά και εν μου άρεσκε. Μετά πήγα ηλεκτρολόγος σπιτιών, δούλεψα ως κτίστης με τον παπά μου και στα 16 μου, πήγα στο θείο μου και δούλεψα για δύο χρόνια ως χρυσοχόος. Σταμάτησα όταν ήταν να πάω στρατό».

Αφότου ενηλικιώθηκε, κατάλαβε πως ήθελε να τελειώσει το σχολείο. Έτσι γράφτηκε στο νυκτερινό σχολείο του Λυκείου Αγίου Γεωργίου Λάρνακας.

«Ο λοχαγός μας, έβγαζε με έξω για να έρθω σχολείο, αλλά όχι και τις πέντε μέρες. Οπόταν αποφάσισα να μην πηγαίνω, επειδή έχανα τι έλεγε ο καθηγητής. Έτσι εβκήκα που το σχολείο για δεύτερη φορά».

«Ρε, εσύ πρέπει να τελειώσεις το σχολείο»

«Όταν ετέλειωσα το στρατό, δούλευα ως μπάρμαν και ως πωλητής στα είδη υγιεινής του Ανδρέα Αντωνίου. Η γυναίκα του, η κα. Χρύσω, είδε ότι όταν μου έλεγε να προσθέσω κάποιους αριθμούς, απαντούσα χωρίς υπολογιστική. Είπε μου “ρε, εσύ πρέπει να τελειώσεις το σχολείο. Θέλω να πάεις νυκτερινό”.

Έτσι αποφάσισα να το ξανακάνω. Αυτό έγινε το 2005, ήμουν 20 χρονών. Ενώ έπρεπε να σχολάνω η ώρα έξι, η κα. Χρύσω είπε του άντρα της “Ανδρέα, θέλω να τον αφήνεις να σχολάνει η ώρα 4:30, για να μπορεί να πηγαίνει σχολείο”.

Οπόταν είχα και αυτή τη βοήθεια, από αυτή την γυναίκα την οποία δεν ήξερα προηγουμένως. Ακόμα και σήμερα που την βλέπω, της λέω πάντα ευχαριστώ και λέει μου, “ξέρεις ρε Χρίστο εγώ σε έβαλα να πάεις σχολείο”».

Η αριστεία και ο χαμός του πατέρα του

«Το 2011 τέλειωσα το Εσπερινό Γυμνάσιο και Λύκειο Λάρνακας με αριστεία. Τέλειωσα πρώτα την τρίτη τάξη του Γυμνασίου και μετά τέσσερις τάξεις του Λυκείου, επειδή ήταν όπως τα παλιά που ήταν επτατάξιο.

Ο παπάς μου το έβλεπε και έλεε της μάμας μου, “τούτον εν να θέλουμε να τον σπουδάσουμε”. Αρχικά ήθελα να σπουδάσω οδοντίατρος.

Όμως, ο παπάς μου πέθανε ξαφνικά το 2010 από ανακοπή καρδίας. Ήταν 56 χρονών. Επειδή πέθανε ο παπάς μου, δεν μπορούσα να πάω Ελλάδα για να σπουδάσω. Δεν θα είχα κάποιον να με συντηρεί. Η μάμα μου είχε προβλήματα υγείας, ήταν άνεργη και δεν μπορούσε να βρει λεφτά να με σπουδάσει. Έπιανε 460 ευρώ σύνταξη χηρείας.

Μου έμενε ακόμη μια χρονιά, για να τελειώσω το Λύκειο. Όταν έφτασα στην τελευταία χρονιά, σκεφτόμουν τι πρέπει να κάμω. Αποφάσισα ότι έπρεπε να σπουδάσω κάτι που να υπάρχει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Τελικά αποφάσισα να σπουδάσω δικηγόρος, επειδή είχα στον νου μου ότι ο παπάς μου ήθελε ένα παιδί του να σπουδάσει δικηγόρος.

Τη χρονιά που ήταν να δώσω εξετάσεις, έπαιρνα στα είδη υγιεινής και τα βιβλία μαζί μου και με άφηναν να διαβάζω, την ώρα που δεν είχαμε δουλειά. Ακόμα και την ώρα που πήγαινα σε άλλες πόλεις για να παραδώσω πράματα, είχα πας το τιμόνι τα βιβλία και διάβαζα παπαγαλία αρχαία, επειδή έπρεπε να δώσω και αυτό το μάθημα, για να περάσω στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Σημείωσε ότι στο σχολείο, ήμουν στον εμπορικό κλάδο και δεν έκαμνα αρχαία οπόταν έπρεπε να τα μάθω από την αρχή. Πήγαινα ιδιαίτερα για να μάθω. Διάβαζα συνέχεια, επειδή δεν είχα τις βάσεις».

«Είχε φορά που δεν είχα για πεζίνα»

«Επέρασα τελικά τις προεισαγωγικές και μπήκα στη νομική του Πανεπιστημίου Κύπρου. Τότε ήμουν 24 χρονών. Παράτησα τη δουλειά μου, επειδή τα παραπάνω μαθήματα ήταν πρωινά. Τον πρώτο χρόνο νοικίασα σπίτι Λευκωσία. Είχα μια κάρτα με παρατράβηγμα, οπόταν εκαταχρέωσα την. Έπρεπε να αγοράσω έπιπλα και να πληρώνω 400 ευρώ ενοίκιο, συν ρεύμα, νερό, τηλέφωνο και πεζίνα. Δεν είχε κανέναν να μου δώσει…

Μετά από κάποιους μήνες έκανα αίτηση για υποτροφία από την Αρχιεπισκοπή. Έκαμα αίτηση και πήρα υποτροφία λόγω των βαθμών μου και λόγω του ότι είχε πεθάνει ο παπάς μου. Ξεκίνησα Σεπτέμβρη και το Μάρτη μου έδωσαν πέντε χιλιάδες ευρώ. Έπρεπε να πληρώσω τις κάρτες μου και τα ενοίκια με αυτά τα λεφτά. Οπόταν αντιλαμβάνεσαι…

Είχε φορά που έπρεπε να πάω από την Λευκωσία στη Λάρνακα και είχε μου λείψει η πεζίνα. Ήρθε ο γαμπρός μου από τη Λάρνακα να μου φέρει λεφτά, για να βάλω πεζίνα και να πάω να δω τη μάμα μου και να πιάσω τρόφιμα για να μπορέσω να ζήσω».

«Δεν είχα 50 σεντ να πιω νερό»

«Τον δεύτερο χρόνο, αφού δεν τα έβγαζα πέρα, είπα να πηγαίνω και να έρχομαι Λευκωσία. Πάλε όμως ήταν δύσκολο, αφού πάνω από το σπίτι της μάμας μου, έμενε η αδερφή μου που είχε δύο μωρά και ήταν δύσκολο να διαβάσω λόγω της φασαρίας. Δεν είχε ούτε ίντερνετ η μάμα μου και έβγαινα στο μπαλκόνι για να πιάνω ίντερνετ από την αδερφή μου. Θυμούμαι ότι έβγαινα μες το κρύο με το σακάκι και μπορούσε να καθόμουν και μες το αυτοκίνητο για να έχω ίντερνετ και να πιάσω τις σημειώσεις του πανεπιστημίου.

Σημείωσε ότι έπρεπε να αγοράσουμε και βιβλία, που κάποια ήταν πανάκριβα. Κάποιος θα μπορούσε να πάρει από τη βιβλιοθήκη, όμως τα έπιαναν άλλοι φοιτητής και έκαναν τρεις με τέσσερις μήνες να τα φέρουν.

Θυμούμαι μια φορά, είχα μάθημα η ώρα 8 το πρωί και ετέλειωνα η ώρα 6 το απόγευμα. Η μάμα μου δεν εκράταν λεφτά για να μου δώσει και δεν είχα πιάσει έγκαιρα λεφτά από τις υποτροφίες. Δεν είχα 50 σεντ για να πιω νερό. Αυτό όμως, έγινε μόνο μια φορά».

Η παρέμβαση της Ζέτας

«Σε κάποια στιγμή αποτάθηκα μέσω επιστολής στην υπουργό Εργασίας, Ζέτα Αιμιλιανίδου για να πιάσω επίδομα κοινωνικής ευημερίας. Με απέρριψαν, όμως η Ζέτα κατάλαβε από την επιστολή που της έστειλα ότι είχα πρόβλημα και μου έστειλε λεφτά από το ταμείο του Υπουργείου, για να μπορέσω να περάσω. Μου έστειλε τρεις χιλιάδες ευρώ. Με έπιασε τηλέφωνο μια κ. Στέφη και μου είπε ότι θα μου στείλουν τρεις χιλιάδες. Μαζί με τα λεφτά της Αρχιεπισκοπής, κατάφερα να τελειώσω το πανεπιστήμιο το 2015. Ήμουν 29 χρονών.

Όταν τέλειωσα έπρεπε να κάνω την άσκηση μου σε κάποιο δικηγορικό, με μισθό 260 ευρώ. Δούλευα αρχικά στη Νομική Υπηρεσία και μετά σε δικηγορικό στη Λάρνακα, με μισθό 300 ευρώ. Με τα 300 ευρώ, δεν τα έβγαζα πέρα. Ενοικίαζα ένα σπίτι και έπρεπε να πληρώνω ενοίκιο, ρεύμα και νερό με αυτά.

Τέλειωσα την άσκησή μου και πλέον ήμουν δικηγόρος. Έψαχνα δουλειά, αλλά συνάντησα πολλούς δικηγόρους που ήθελαν κάτι άλλο. Είχε κάποιον που με ρώτησε τι δουλειά κάνει ο παπάς μου και διερωτήθηκε πώς ένας γιος κτίστη, αποφάσισε να γίνει δικηγόρος.

Τελικά, βρήκα δουλειά σε ένα δικηγορικό και έμαθα πάρα πολλά. Έπιανα 600 ευρώ. Έμεινα 8 μήνες εκεί και είπα ότι δεν πάει άλλο και κάτι πρέπει να κάμω.

Άρχισα από μόνος μου να διαβάζω δικόγραφα που έπρεπε να καταχωρηθούν στο δικαστήριο και άρχισαν να πιάνω υποθέσεις. Η μια υπόθεση έφερε την άλλη, οπόταν από τον Φεβράρη του 2017, γράφτηκα στις κοινωνικές ασφαλίσεις ως αυτοεργοδοτούμενος δικηγόρος».

Σε αυτό το σημείο, κάνει παύση και σηκώνεται από τη θέση του. Πάει σε ένα ράφι, παίρνει ένα έγγραφο και λέει. “Σκεφτόμουν αν θα σου το δείξω τούτο”. Το βάζει μπροστά μου και συνεχίζει. Ήταν μία έγκριση για Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα…

«Όταν σταμάτησα που το γραφείο της κοπέλας που μου έδινε 600 ευρώ, δεν είχα πάλε λεφτά. Τον Αύγουστο του 2016, έπιανα Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα για να ζήσω. Ήμουν δικηγόρος και δεν έβρισκα δουλειά. Από τον Αύγουστο μέχρι τον Φλεβάρη του 2017, σκεφτόμουν τι έπρεπε να κάμω. Μετά εσταμάτησα το ΕΕΕ από μόνος μου και άνοιξα το γραφείο μου. Από τότε οι καρποί μου άρχισαν να αποδίδουν».

«Τώρα έχεις δουλειά, έχεις λεφτά;», ρωτώ… «Τώρα έχω και γραμματέα. Είμαι μια χαρά.», απαντά και γελά.

«Εκτός από τη δουλειά μου στο γραφείο, είμαι και ποινικός ανακριτής στην Αρχή Διερεύνησης Παραπόνων κατά της Αστυνομίας. Ασχολούμαι με ποινικές υποθέσεις, αγωγές, οικογενειακό δίκαιο και διαφορές με τράπεζες. Είμαι και ένας από τους δικηγόρους του κινήματος ενάντια στις εκποιήσεις και παρείχα μέχρι πρόσφατα υπηρεσίες για το Σχέδιο Εστία.

Πλέον αγόρασα, με δάνειο από την τράπεζα, το σπίτι που μένω, ξεχρέωσα το δάνειο του αυτοκινήτου μου και ένα άλλο που είχα και εφύλαξα και κάποια λεφτά. Δεν σημαίνει ότι επειδή πέρασα αυτά που πέρασα, θα γίνω εκατομμυριούχος. Ναι είναι μια δουλειά που σου φέρνει λεφτά. Εγώ όμως αυτό που θέλω, είναι να έχω λεφτά για να μπορέσω να ζήσω και πέντε χιλιάδες στην πάντα, που αν τύχει κάτι, κτύπα ξύλο, να μπορώ να τις πιάσω και να ζήσω».

-Τι σου άφησαν όλα αυτά που έζησες;

«Είμαι ευχαριστημένος. Πιστεύκω ότι τα πράματα που έζησα εκάμαν με καλύτερο άνθρωπο, πιο δυνατό και με πιο μεγάλη αυτοπεποίθηση».

-Η μάμα σου πρέπει να είναι περήφανη για σένα…

«Ναι είναι. Ήρθε στην αποφοίτησή μου και έκλαιε. Και στην αποφοίτηση του σχολείου ήρθε και έκλαιε. Η μάμα μου ήταν ράφταινα. Να σου πω και κάτι άλλο. Όταν εγώ ήμουν στο Πανεπιστήμιο, η μάμα μου έπιανε τρόφιμα από το Κοινωνικό Παντοπωλείο της Λάρνακας για να μπορέσουμε να ζήσουμε».

-Κλείνοντας, ποιο μήνυμα θέλεις να στείλεις;

Ότι η ζωή έχει και τα πάνω και τα κάτω της. Σήμερα είσαι πάνω, αύριο είσαι κάτω. Αυτό που έχει σημασία, είναι η επικοινωνία με τους ανθρώπους. Δεν είναι τα πάντα γύρω από τα λεφτά. Εμένα αρκεί μου ένα πιάτο φαΐ και μια στέγη πάνω από το κεφάλι μου. Όταν τα έχεις τούτα και την υγεία σου, πρέπει να είσαι χαρούμενος…

Η ιστορία του Χρίστου Φελλά, αποτελεί πηγή έμπνευσης... Πρόκειται για έναν άνθρωπο, που παρά τις κακουχίες που έτυχαν στην πορεία του, δεν τα έβαλε κάτω. Δεν θεώρησε ποτέ ότι δεν δικαιούται δεύτερη ή ακόμα και τρίτη ευκαιρία, για να εκπληρώσει το όνειρό του και να πετύχει τους στόχους του. Κι όταν έφτασε η ώρα, μοιράστηκε την ιστορία του προκειμένου να δώσει ώθηση και κουράγιο στους άλλους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΊΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Το Mall με τις αντίκες που πηγαίνει από γενιά σε γενιά από το 1978 και κρατά ζωντανή την ιστορία
«Δεν μιλούσα, δεν περπατούσα, με έκαναν μπάνιο… Πλέον είμαι συνεχώς στο σπίτι»
«Ίσως το πρωί να μην μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι, να έχει πόνους σε όλο το σώμα»
«Δεν χρειάζονται πολεμικά ανακοινωθέν, ''έχασε ή νίκησε'' τη μάχη ένα παιδί… Γιατί κατάφεραν να αγωνιστούν»
Αυτός ήταν 28 και εκείνη 17... «Ερωτευμένοι για 62 χρόνια, η αγάπη μας δεν φθάρηκε ποτέ»
Η σοπράνο που τραγουδά για σαράντα χρόνια στη Σχολή Τυφλών-«Εάν δεν ήμουν εδώ, δεν ξέρω τι θα έκανα»
Ποιος είναι ο twenty three; Ο Κύπριος καλλιτέχνης του δρόμου που συνδυάζει το παλιό με το σύγχρονο
Ο ράφτης στην παλιά Λευκωσία που επιμένει παραδοσιακά-Η τέχνη του κουστουμιού και η γνωστή πελατεία
Το... κρυμμένο μουσείο της Coca Cola του Μάριου στην Ακρόπολη-«Ζούμε για το “82” και μία Coca Cola»
Η αυτοδίδακτη ζωγράφος που διατηρεί μαγαζάκι με χειροποίητα στην καρδιά του Παλαιχωρίου (pics)