Την απόφαση να προχωρήσουν στην άμεση επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου και Ελλάδας, έτσι ώστε να μπορεί αυτό δυνητικά να ενισχυθεί και με την είσοδο ισχυρών επενδυτών, ανακοίνωσαν σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, και ο Έλληνας Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η ανακοίνωση έγινε κατά τη διάρκεια των κοινών τους δηλώσεων μετά το πέρας της 3ης Διακυβερνητικής Συνόδου των δύο χωρών.
Για το Κυπριακό ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επανέλαβαν την κοινή θέση για προσπάθεια επανέναρξης των συνομιλιών στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ, με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη να ευχαριστεί την Ελλάδα γιατί παραμένει ο σταθερότερος και πλέον ανιδιοτελής, σύμμαχος και εταίρος της Κύπρου και τον κ. Μητσοτάκη να σημειώνει επίσης ότι τώρα είναι στο χέρι άλλων να αποδείξουν αν πραγματικά εννοούν ότι επιθυμούν διαδικασία επανεκκίνησης των συνομιλιών.
Στις δηλώσεις του ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης τόνισε ότι δύο χρόνια μετά τη θεσμοθέτηση του θεσμού της Διακυβερνητικής Συνόδου, καταγράφεται σημαντική πρόοδος και εξέλιξη στον συντονισμό και τον στρατηγικό προσανατολισμό των δύο κυβερνήσεων σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικών.
Υπογράμμισε ότι η σύμπλευση Αθήνας και Λευκωσίας υπήρξε και παραμένει θεμελιακός πυλώνας σταθερότητας σε μια ιδιαίτερη και συχνά ταραγμένη περιοχή. «Μοιραζόμαστε κοινές ρίζες, κοινές αξίες, κοινό όραμα αλλά και κοινό καθήκον: να προασπίζουμε την ασφάλεια και τη σταθερότητα τόσο στις χώρες μας όσο και στη γειτονία μας, όπως φυσικά και την ευημερία των πολιτών μας», τόνισε και πρόσθεσε ότι η στρατηγική ευθυγράμμιση και συνέργεια Ελλάδας και Κύπρου είναι αδιάλειπτη και απολύτως αποτελεσματική.
«Κύπρος και Ελλάδα βαδίζουν πλήρως συντονισμένα στην διεύρυνση της μεταξύ μας αλλά και της περιφερειακής, ενεργειακής συνεργασίας και διασυνδεσιμότητας, όπως αποδεικνύει και η πρόσφατη συνάντηση του σχήματος 3+1 σε επίπεδο Υπουργών Ενέργειας.
Θα συμφωνήσω με τον κ. Μητσοτάκη ότι κοινός μας στόχος είναι η λήψη ουσιωδών δράσεων για την αποτελεσματική υλοποίηση έργων που θα έχουν απτό οικονομικό όφελος αλλά και γεωπολιτικό αποτύπωμα και ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο συμφωνήσαμε με τον Πρωθυπουργό για την ανάγκη επικαιροποίησης των οικονομοτεχνικών παραμέτρων για έργα ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας, όπως αυτά που άπτονται της συνδεσιμότητας», τόνισε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι μέσα από την ίδια συλλογιστική θα αξιοποιηθούν και οι δυνατότητες που δίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως για παράδειγμα το πρόγραμμα SAFE, επενδύοντας και στην ενδυνάμωση της αμυντικής βιομηχανίας και συμβάλλοντας παράλληλα στην ασφάλεια και την στρατηγική αυτονομία της ΕΕ.
Αναφορικά με τις εργασίες της Συνόδου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εστίασε σε τέσσερις τομείς. Πρώτον, στον τομέα του περιβάλλοντος, λέγοντας ότι η λειψυδρία αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση. «Για αυτό ακριβώς το λόγο εργαζόμαστε συστηματικά και από κοινού για την βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων πόρων, με αξιοποίηση ανακτημένου νερού και τη μεταφορά τεχνογνωσίας για μεγάλες μονάδες αφαλάτωσης», τόνισε και πρόσθεσε ότι η ενίσχυση της υδατικής ανθεκτικότητας εντάσσεται και στις προτεραιότητες της Κυπριακής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ.
Δεύτερον, αναφέρθηκε στον τομέα της πολιτικής προστασίας, τονίζοντας ότι προχωρούν οι προετοιμασίες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Κατάσβεσης Πυρκαγιών, με έδρα την Κύπρο. Επιπλέον, αναφέρθηκε στον τομέα της προστασίας των ανηλίκων στον ψηφιακό χώρο, με πολιτικές που περιορίζουν τον ψηφιακό εθισμό και ενισχύουν την ασφάλεια στο διαδίκτυο.
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης τόνισε ότι οι δύο χώρες ευθυγραμμίζουν τις δράσεις και τις πολιτικές τους και υπογράμμισε ότι σε αυτές περιλαμβάνεται ο συντονισμός για την επερχόμενη πλήρη ένταξη της Κύπρου στη ζώνη Σένγκεν, όπως επίσης η υλοποίηση του Νέου Συμφώνου για τη Μεσόγειο.
«Στο επίκεντρο της κοινής μας προσπάθειας, μέγιστη εθνική προτεραιότητα παραμένει φυσικά ο τερματισμός της κατοχής και η επανένωση της Κύπρου, στη βάση των Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Κύπρος και Ελλάδα πορεύονται μαζί προς επίτευξη αυτής της ιστορικής, αυτής της εθνικής αναγκαιότητας. Και θέλω σήμερα, κύριε Πρωθυπουργέ, να σάς ευχαριστήσω θερμά, γιατί η Ελλάδα και φυσικά ο Ελληνικός λαός παραμένει ο σταθερότερος και πλέον ανιδιοτελής, σύμμαχος και εταίρος», κατέληξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Από την πλευρά του, ο Έλληνας Πρωθυπουργός σημείωσε ότι οι δύο χώρες αποφάσισαν να προχωρήσουν στην επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου διασύνδεσης «ώστε να ενισχυθεί και με την είσοδο νέων, ισχυρών επενδυτών, κάτι που είναι προς όφελος όλων μας».
Παράλληλα, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι Αθήνα και Λευκωσία παραμένουν προσηλωμένες στην ειρηνική συνεργασία με βάση το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας και πρόσθεσε ότι σε μια συγκυρία αβεβαιότητας αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και αξιοπιστίας στην ευρύτερη περιοχή, κάτι που, όπως είπε, αποτυπώθηκε έμπρακτα με τις πολύ σημαντιικές συμφωνίες αμερικανικών εταιριών που υπογράφηκαν πριν από λίγες μέρες και «οι οποίες συμβάλλουν στην ενεργειακή ασφάλεια ολόκληρης της Ευρώπης, από τη Μεσόγειο ως την Μολδαβία και την Ουκρανία».
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός τόνισε, επίσης, ότι η Ελλάδα ακολουθεί την Κύπρο στα ζητήματα των γεωτρήσεων υπενθυμίζοντας ότι μετά από 40 χρόνια ετοιμάζεται το πρώτο ερευνητικό γεωτρύπανο να πιάσει δουλειά εντός των επόμενων 18 μηνών στο Ιόνιο.
«Όλες οι εξελίξεις καταδεικνύουν τη στρατηγική σημασία των χωρών μας για το σύνολο της ευρωπαϊκής ηπείρου», πρόσθεσε ο Έλληνας Πρωθυπουργός καταδεικνύοντας «τον καταλυτικό ρόλο σχημάτων, όπως το 3+1 που ενεργοποιήθηκε και πάλι σε επίπεδο υπουργών Ενέργειας».
Αναφερόμενος στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τη συμβολή Ελλάδας και Κύπρου τόνισε ότι «η 3η Διακυβερνητική διάσκεψη επιβεβαίωσε τη σημαντική παρουσία των χωρών μας στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ήμαστε στη Διάσκεψη Ειρήνης στο Σαρλ Εμ Σέιχ, θα είμαστε παρόντες και στο μέλλον, έτοιμοι να συνεισφέρουμε ως μέρος μιας δύναμης που θα εγγυηθεί την εφαρμογή της συμφωνίας με την προϋπόθεση ότι θα έχει ρητή εντολή από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ».
Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό σημείωσε ότι «οι θέσεις μας είναι ξεκάθαρες. Στηρίζουμε τις προσπάθειες για επανένωση του νησιού όπως το επιτάσσουν οι αποφάσεις του ΟΗΕ, εργαστήκαμε εξάλλου οι δύο Υπουργοί Εξωτερικών για την επαναφορά του Κυπριακού στην ατζέντα του ΓΓ του ΟΗΕ μετά από περίοδο αδράνειας».
«Τώρα είναι στο χέρι άλλων να αποδείξουν αν πραγματικά εννοούν ότι επιθυμούν διαδικασία επανεκκίνησης των συνομιλιών στα πλαίσια πολύ σαφών κατευθύνσεων οι οποίες καθορίζονται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και του συνολικού πλαισίου των ευρωτουρκικών σχέσεων όπως έχουν αποτυπωθεί σε συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου», επισήμανε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας.











