Στην Ελλάδα το έκανε ο Ρεχάγκελ. Στην Κύπρο ποιος;

Το 2017 ολοκληρώθηκε για την εθνική Κύπρου με τρεις νίκες (ένα φιλικό 3-1 επί του Καζακστάν, το φυματικό 2-1 στο Γιβραλτάρ και το επικό 3-2 στο ΓΣΠ επί της Βοσνίας), μια ισοπαλία (το εντός έδρας 0-0 με την Εσθονία που οδήγησε στην απομάκρυνση του Χριστάκη Χριστοφόρου) και έξι ήττες (από Πορτογαλία, Εσθονία, Ελλάδα, Βέλγιο, Γεωργία και Αρμενία).

Σε επίπεδο αποτελεσμάτων ένας απολογισμός που θα μπορούσε (δύσκολα) να είναι χειρότερος, αλλά θα έπρεπε να ήταν (ουσιωδώς) καλύτερος. Δέκα μήνες πριν την έναρξη της προκριματικής φάσης του Euro2020 και του UEFA Nations League το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα είναι στο… πουθενά. Αποτελέσματα και εμφανίσεις κινούνται πολύ πιο κάτω των προσδοκιών και απαιτήσεων, βασικός κορμός και λειτουργικό σύστημα αναζητούνται ακόμη.
 
Σκηνικό μιζέριας
Στην προχθεσινή του τοποθέτηση στον SUPER SPORT FM 104.0 ο Σάββας Κωνσταντίνου εξωτερίκευσε και δημοσίευσε μεγάλο μέρος της εικόνας που υπάρχει στην ΚΟΠ για την ομάδα:

-παίκτες που, όταν φορούν το εθνόσημο, επιλέγουν παιχνίδια και δεν επιδεικνύουν το πάθος, τη διάθεση και τη μαχητικότητα που έχουν στους συλλόγους τους

-σωματεία α’ κατηγορίας που δεν δίνουν στους Κύπριους επαρκή χρόνο συμμετοχής αδιαφορώντας για την ανάπτυξή τους

-Μ.Μ.Ε. που δεν ασκούν την κατάλληλη κριτική στα κακώς κείμενα του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος

Συνολικά μια εικόνα μιζέριας που δεν ταιριάζει στο πρότζεκτ και στην επένδυση που έχει ξεκινήσει η ομοσπονδία με στόχο την αναβάθμιση της εθνικής ομάδας.

Λύση εκ των έσω
Οι αιτιάσεις του τεχνικού διευθυντή της ΚΟΠ δεν στερούνται βάσης. Συνθέτουν όμως την επιμέρους, όχι τη μεγάλη εικόνα. Προσπερνώντας το δέντρο, το δάσος στην προκειμένη περίπτωση είναι το τι (δεν) κάνει η ίδια η ομοσπονδία για να προστατεύσει την επένδυσή της. Και η απάντηση είναι απλή, μα συνάμα και δύσκολη: δεν λαμβάνει μέτρα. Χωρίς να σπάσεις αυγά, ομελέτα δεν γίνεται.

Ο χρόνος που έχει δοθεί σε άπαντες τους εμπλεκόμενους είναι κάτι παραπάνω από επαρκής για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Πλέον η κόκκινη γραμμή πρέπει να χαραχτεί με πράξεις, όχι (κι άλλα) λόγια. Και για να συμβεί αυτό χρειάζονται δύο πράγματα: αφ’ ενός η λήψη μιας γενναίας απόφασης για μια ριζική τομή, αφ’ ετέρου η μαζική στήριξή της.
 
Το δόγμα Ότο
Υπενθυμίζεται ότι η άκρως επιτυχημένη δεκαετία της εθνικής Ελλάδας (2004-2014) είχε τις ρίζες της στο παρθενικό παιχνίδι του Ότο Ρεχάγκελ στον πάγκο της (σ.σ. την πεντάρα από τη Φινλανδία) που συνοδεύτηκε από το επεισόδιο απειθαρχίας του Γρηγόρη Γεωργάτου (σ.σ. δεν ήθελε να παίξει στη θέση και με τον τρόπο που είχε αποφασίσει ο Γερμανός, τον οποίο και εξύβρισε) και σηματοδότησε την οριστική και αμετάκλητη αποπομπή του από το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα.

Σε μια εποχή που η «γαλανόλευκη» δεν είχε έρεισμα σε κοινό και Μ.Μ.Ε. ο Ρεχάγκελ πήρε μια απόφαση-σταθμό, την οποία ο τότε πρόεδρος της Ε.Π.Ο., Βασίλης Γκαγκάτσης, στήριξε (σ.σ. κόντρα στις συνήθειες των προκατόχων του), με αποτέλεσμα να περάσει προς κάθε ενδιαφερόμενο και προς πάσα κατεύθυνση το ηχηρό μήνυμα ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει και η εθνική παύει πλέον να είναι περιοδεύων θίασος, ταξιδάκια αναψυχής και τσιφλίκι της κάθε πριμαντόνας ή του κάθε ατζέντη.

Το… εγχειρίδιο, συνεπώς, υπάρχει. Μένει να φανεί αν και εντός της Κ.Ο.Π. υπάρχει η αναγκαία θέληση (βλέπε κότσια) για ανάλογες αποφάσεις που θα ταρακουνήσουν συθέμελα την εθνική ομάδα και θα τη βάλουν στη νέα εποχή. Οτιδήποτε άλλο θα είναι ημίμετρο που απλά θα διαιωνίσει το υπάρχον status quo. Αυτό της μιζέριας και της διαρκούς διάψευσης των (σε αυτές τις συνθήκες αβάσιμων) προσδοκιών.