Οι προδότες και οι προδομένοι

Η συμμετοχή του Κώστα Μαλέκου σε αγώνα παλαιμάχων της Ομόνοιας έφερε την έντονη αντίδραση τόσο της διοίκησης των «πρασίνων», όσο και των οργανωμένων οπαδών του τριφυλλιού. Η Θύρα 9 χαρακτήρισε προδότη τον παλαίμαχο άσο, ο οποίος μετακόμισε στο αντίπαλο δέος (σ.σ. ΑΠΟΕΛ) το 2001.
 
 
Ο Μαλέκος σήκωσε το «γάντι» και διερωτήθηκε πως: «αν αυτός είναι προδότης, αυτοί που διώχνουν τα παιδιά τους τι είναι;», αφήνοντας υπονοούμενα για προηγούμενες διοικήσεις της Ομόνοιας, καθώς τα τελευταία χρόνια τη διαδρομή «Ηλίας Πούλλος»-«Αρχάγγελος» έκαναν αρκετοί ποδοσφαιριστές. 
 
Ο Μαλέκος δεν ήταν ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος που αποχώρησε από την Ομόνοια και στη συνέχεια της καριέρας του (μεσολάβησε η πέρασμα του στην ΑΕΛ για ένα χρόνο) μετακόμισε στον «αιώνιο» αντίπαλο. 
 
Ούτε λίγο, ούτε πολύ 12 ποδοσφαιριστές το έχουν κάνει, εξ αυτών οι οκτώ Κύπριοι, ενώ συνολικά 23 παίκτες φόρεσαν τις φανέλες Ομόνοιας και ΑΠΟΕΛ, ΑΠΟΕΛ και Ομόνοιας. Αυτό που ενόχλησε και ενοχλεί τους οπαδούς του τριφυλλιού ήταν περισσότερο η συμπεριφορά του Μαλέκου, όταν ανέβηκε στον εξώστη του οικήματος των «γαλαζοκιτρίνων» και φώναξε το γνωστό σύνθημα για την Ομόνοια και την Ευρώπη. 
 
Την τελευταία δεκαετία το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει. Δυστυχώς ή ευτυχώς (δυστυχώς λέω εγώ) δεν χωράνε ρομαντισμοί. Ο καθένας βλέπει την πάρτι του, την τσέπη του και τις φιλοδοξίες του. Όπως, επίσης, ο καθένας κρίνεται από τις πράξεις και τα λεγόμενα του. 
 
Άλλοι επέλεξαν να παίξουν στον «αιώνιο» αντίπαλο, άλλους τους έδιωξαν οι πρώην ομάδες τους και βρήκαν στέγη στο αντίπαλο δέος. Η κουβέντα περί προδοσίας είναι για κατανάλωση. Διαφορετικά ήταν τα δεδομένα για τον Αντρέα Χριστοδούλου «Πάκκο» όταν επέστρεφε τα 1967 από την Αθήνα για να παίξει στον ΑΠΟΕΛ. Υπό άλλες συνθήκες έγινε η μεταγραφή του Γιώργου Χριστοδούλου «Ράμπο» το 1995 (η πρώτη μεταγραφή στην ιστορία των δύο αιωνίων που ο ένας πλήρωσε χρήματα στον άλλο για ποδοσφαιριστή). 
 
Η μετακόμιση του Γιώργου Βακουφτσή το 2005 στην Ομόνοια (τέσσερα χρόνια μετά τη μεταγραφή του Μαλέκου στον ΑΠΟΕΛ) ήταν η πρώτη στο πλαίσιο της στυγνής επαγγελματικής λογικής. Ο Ελλαδίτης ήταν ο τέταρτος ξένος (προηγήθηκαν ο Ρόμπερτ Κότσις, Βέσκο Μιχαήλοβιτς, Σπύρος Μαραγκός) που αγωνίστηκε και στους δύο μεγάλους της Λευκωσίας. 
 
Από εκεί και πέρα, τον Στάθη Αλωνεύτη τον έδιωξε η Ομόνοια και μάλιστα ο ίδιος χάρισε δεδουλευμένα πέραν του ενός εκατομμυρίου ευρώ. Ο Γιώργος Εφραίμ, από την άλλη, επέλεξε να μην συνεχίσει στην Ομόνοια και να μετακομίσει στον ΑΠΟΕΛ για αγωνιστικούς λόγους και τα αποτελέσματα των δικαιώνουν.
Πανηγυρίζει τίτλους, έπαιξε ομίλους Τσάμπιονς Λιγκ και Γιουρόπα Λιγκ, φούσκωσε τον τραπεζικό του λογαριασμό. 
 
Τα περί προδοσίας χρησιμοποιήθηκαν και για άλλες περιπτώσεις παικτών που δεν έκαναν την διαδρομή ΑΠΟΕΛ-Ομόνοιας. Και ο Γιώργος Μερκής χαρακτηρίστηκε… τέτοιος και αποτελεί «μαύρο» πανί για τους φίλους του Απόλλωνα. Ο ίδιος όπου κάτσει και όπου σταθεί δηλώνει ευλογημένος για την απόφαση του να πάει στον ΑΠΟΕΛ και να ζήσει όσα έζησε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Σαφέστατα και δικαιούται να νιώθει ευλογημένος. Δύο πρωταθλήματα και πορεία στους 16 του Γιουρόπα Λιγκ δεν έζησε στα υπόλοιπα χρόνια της καριέρας του. 
 
Το λάθος του Μερκή είναι πως στις πλείστες φορές που κλήθηκε από τα ΜΜΕ να μιλήσει αναφέρθηκε στον Απόλλωνα και άθελα του έριχνε σπίθα στους οπαδούς της λεμεσιανής ομάδας να τον κακολογήσουν. Στο τέλος του τελικού κυπέλλου αν έκανε ότι και ο Αλωνεύτης (έδωσε συγχαρητήρια σε όλη την ομάδα του Απόλλωνα έναν προς έναν) οι «κακοί» της παρέας θα ήταν αυτοί που τον έβριζαν. 
 
Όπως «κακοί» στα μάτια της κοινής γνώμης είναι οι φίλοι της Ομόνοιας που βρίζουν τον Αλωνεύτη. Γιατί ποτέ δεν προκάλεσε. Ποτέ δεν βγήκε στον εξώστη να βρίσει ή να προσβάλει την Ομόνοια. Δεν δήλωσε ΑΠΟΕΛιστας αλλά κατάφερε με τις πράξεις του να το αγαπήσουν οι φίλοι του ΑΠΟΕΛ περισσότερο και από
τα βλαστάρια της ομάδας τους. 
 
Και προδότες υπήρχαν και θα υπάρχουν και προδομένοι. Η ουσία, όμως, είναι στο τέλος της ημέρας, όταν τα χρόνια περάσουν και τα ποδοσφαιρικά παπούτσια κρεμαστούν ο καθένας να έχει το μέτωπο καθαρό και να είναι ήσυχος με τη συνείδησή του.