Οι εννέα τοπ καταζητούμενοι, οι «ισοβίτες» της λίστας και οι… νεοεισερχόμενοι (pics)
07:34 - 29 Σεπτεμβρίου 2019
Παρά τις προσπάθειες που έγιναν για τη σύλληψη τους, άλλοι παραμένουν άφαντοι μετά τη διάπραξη των εγκλημάτων, ενώ κάποιοι άλλοι βρήκαν καταφύγιο στα κατεχόμενα, τα οποία μονοπωλούν το ενδιαφέρον των εγκληματιών που θέλουν να αποφύγουν τη σύλληψη. Και αυτό, λόγω του ότι δύσκολα εντοπίζονται, ενώ δεν είναι αναγνωρισμένο κράτος και δεν υπάρχει η σχετική σύμβαση που προνοεί ανταλλαγή κρατουμένων. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν ανταλλαγές υπόπτων, μέσω των Ηνωμένων Εθνών.
Στη λίστα των καταζητούμενων της Ιντερπόλ, βρίσκονται έξι πρόσωπα που φέρονται να εμπλέκονται σε υποθέσεις δολοφονιών, ο Νορβηγός πατέρας που είχε απαγάγει με γκανγκστερικό τρόπο την τετράχρονη κόρη του, Μαρί, καθώς και δύο μέλη της συμμορίας «Ροζ Πάνθηρες», που διέπραξαν τρεις καταδρομικές ληστείες σε Λεμεσό και Πάφο.
«Ισοβίτες» της λίστας της Ιντερπόλ θεωρούνται οι Παναγιώτης Νετζατί, Τουρκοκύπριος πράκτορας της ΜΙΤ που καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη τον Αύγουστο του 2007 και λίγους μήνες αργότερα κατάφερε και απέδρασε από τις Κεντρικές, και ο Hatjiali Emanet, Ertal που καταζητείται από το 1996 για την δολοφονία του Σολωμού Σολωμού.
Βαρυσήμαντο όνομα για τις Κυπριακές Αρχές, θεωρείται και ο Άλεξ Μπουρέλι που φέρεται ως ο ένας εκ των εκτελεστών του τετραπλού φονικού που διαπράχθηκε τον Ιούνιο του 2016 στην Αγία Νάπα. Γύρω από το όνομα του υπήρξαν κατά καιρούς διάφορα σενάρια. Άλλοι τον θεωρούν νεκρό, ενώ άλλοι το θέλουν να κρύβεται σε χώρα του εξωτερικού. Μάλιστα, κατά τον Απρίλιο όπου αποκαλύφθηκε το πρώτο θύμα του κατά συρροή δολοφόνου στο φρεάτιο του λατομείου στο Μιτσερό, πριν ανασυρθεί η σορός, τα σενάρια ότι επρόκειτο για τον Μπουρέλι, έδιναν και έπαιρναν. Ωστόσο, ο εκτελεστής της μαφιόζικης δολοφονίας, παραμένει μέχρι σήμερα άφαντος, με τις Κυπριακές Αρχές να αδυνατούν να φθάσουν στα ίχνη του.
Από την άλλη, νεοεισερχόμενος στη λίστα της Ιντερπόλ, είναι ο 39χρονος Χαράλαμπος Σάκκος, ο οποίος καταζητείται από τον Ιούνιο του 2018, σε σχέση με τη θανατηφόρα δόση ναρκωτικών που χορηγήθηκε στον 18χρονο Ιωάννη.
Στη λίστα, περιλαμβάνεται επίσης, και ο Νορβηγός πατέρας που απήγαγε τον Απρίλιο του 2017 την τετράχρονη κορούλα του, έξω από σχολείο στη Λευκωσία. Ο Λέιφ Τόρκελ Γκρίμσρουντ, μπορεί τελικά να παρέδωσε την μικρή στην μητέρα της και τότε να είχε συλληφθεί από τις Νορβηγικές Αρχές, εντούτοις για τις Κυπριακές Αρχές, η υπόθεση δεν έχει κλείσει, ενώ θέλουν τη σύλληψη του, ώστε να συμπεριληφθεί στη λίστα των κατηγορουμένων που παραπέμφθηκαν σε δίκη.
Ενώ διασκέδαζαν καταναλώνοντας αλκοόλ, σε κάποια στιγμή, αποφάσισαν να συνεχίσουν το γλέντι όλοι μαζί σε σπίτι κοινού τους φίλου στη περιοχή Περνέρας στον Πρωταρά.
Ωστόσο κατά τη διάρκεια της διασκέδασης, ένας από τους παραπονούμενους είχε έντονη λεκτική αντιπαράθεση με τον 21χρονο, πιθανώς λόγω μέθης και λίγο αργότερα έφυγαν όλοι από τη συγκεκριμένη οικία.
Συγκεκριμένα οι δύο από τους Ινδούς επιτέθηκαν με μαχαίρια σε 23χρονο και τον μαχαίρωσαν δύο φορές, ενώ οι άλλοι επιτέθηκαν σε τρία πρόσωπα με μαχαίρια και ρόπαλα και τα τραυμάτισαν.
Έκτοτε οι δύο ύποπτοι παραμένουν ασύλληπτοι.
Ανακρινόμενος ο Νετζατί μετά τη σύλληψη του από την Αστυνομία, εμφανιζόταν «σκληρός», αρνούμενος κάθε ανάμειξη στο ειδεχθές έγκλημα, ενώ ισχυριζόταν ότι δεν γνώριζε καν το θύμα και ότι ουδέποτε είχε συναντηθεί μαζί της.
Μέρος διαλόγου με ανακριτή:
- «Εντοπίστηκε μία τρίχα στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου σου. Έβαλες καμιά κοπέλα ποτέ σου στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου; Όταν ρωτήθηκες την συγκεκριμένη ημέρα είπες ότι δεν έβαλες ποτέ σου κοπέλα στο πίσω μέρος.
- «Δεν θυμούμαι αν έβαλα ποτέ μου γυναίκα πίσω».
- «Επίσης σου υποβάλλω ότι η τρίχα που εντοπίστηκε στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου κατά την έρευνα ταυτίζεται με το γενετικό υλικό με τα αντικείμενα που εντοπίστηκαν στην οικία της Janas Kovacovas.
- «Δεν θέλω να απαντήσω».
- «Στην πόρτα του οδηγού εντοπίστηκε ένα γυναικείο εσώρουχο χρώματος άσπρο με πράσινο, είπες μου ότι ήταν της φίλης σου της Κινέζας. Που είναι η Κινέζα;
- «Εν θέλω να απαντήσω σε τούτη την ερώτηση».
- «Πότε το άφησε στο αυτοκίνητο σου;»
- «Περίπου τρεις εβδομάδες είναι στο αυτοκίνητο μου».
- «Έχεις οποιοδήποτε λόγο για να μην απαντήσεις στην ερώτηση για το εσώρουχο της φίλης σου της Κινέζας; Γιατί δεν μου λες ποια είναι η Κινέζα;»
- «Το εσώρουχο είναι της Κινέζας αλλά δεν θέλω να σου πω, ποια είναι».
- «Σου υποβάλλω ότι στο εσώρουχο το οποίο λέεις ότι είναι της φίλης σου της Κινέζας, ταυτίζεται με τα αντικείμενα, δηλαδή με το γενετικό υλικό στα αντικείμενα που είχε η Jana Kovacova. Τι έχεις να πεις;
- «Αποκλείεται.»
- «Δεν αποκλείεται σου υποβάλλω ότι ταυτίζεται με τα αντικείμενα που εντοπίστηκαν στην οικία της με το εσώρουχο δηλαδή το γενετικό υλικό είναι ταυτόσημο.»
- «Δεν θέλω να απαντήσω».
Λίγες ημέρες αργότερα ο Νετζατί είχε εκμυστηρευθεί σε συγκρατούμενο του πως είχε σκοτώσει το θύμα. Του ανέφερε μεταξύ άλλων "Τζιαμέ που την έβαλα εν θα την έβρει κανένας".
Ως εκ τούτου, ο κατηγορούμενος κλήθηκε εκ νέου για κατάθεση στον τότε ανακριτή του ΤΑΕ Αμμοχώστου Γιώργο Οικονόμου, στον οποίο στη συνέχεια παραδέχθηκε ότι απήγαγε, βίασε και σκότωσε το θύμα και ότι το έθαψε στη βιομηχανική περιοχή Ιδαλίου. O ανακριτής του επέστησε ξανά την προσοχή στο Νόμο και ο κατηγορούμενος του είπε: «Θέλω να σου πω όλη την αλήθεια για την υπόθεση που είμαι μέσα».
Βασικός άξονας της υπεράσπισης του Παναγιώτη Νετζατί κατά τη δίκη του, ήταν η θέση ότι η όλη υπόθεση εναντίον του αποτελεί συνωμοσία της Αστυνομίας, η οποία, για δικούς της σκοπούς - μεταξύ των οποίων «να του κλείσουν το στόμα», λόγω της συμμετοχής του σε επιχειρήσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών - επεδίωξε να πετύχει καταδίκη του προβάλλοντας κατασκευασμένη μαρτυρία.
Ήταν προέκταση της θέσης αυτής, ότι δηλαδή ο κατηγορούμενος βρισκόταν καθ΄ όλο το χρόνο σύλληψης και κράτησής του υπό συνεχή ψυχολογική και σωματική πίεση, με αποτέλεσμα να ενεργεί υπό το κράτος φόβου και όπως η Αστυνομία του επέβαλλε.
Ο Νετζατί ισχυρίστηκε ότι όταν συνελήφθη για το φόνο στην Ποταμιά, οι αστυνομικοί αρχικά δεν του έλεγαν γιατί τον αναζητούσαν.
Τον μετέφεραν με αυτοκίνητο στον Αστυνομικό Σταθμό Πέρα Χωρίου και κατά τη διάρκεια της διαδρομής του έλεγαν «πού την έθαψες; Πού την έκρουσες;». Ο ίδιος απαντούσε «ποιό; Τι μου λέτε;».
Όταν μεταφέρθηκε στο Αρχηγείο της Αστυνομίας στη Λευκωσία τον επισκέφθηκαν δύο γνωστά του πρόσωπα, αστυνομικοί, οι οποίοι υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών. Ο Κώστας Μιαμηλιώτης και ο Γιάννος Παπουτές. Του έλεγαν: «Παναγιώτη αν το έκαμες πε ότι έκαμες το, παραδέχτου δηλαδή και να σε βγάλουμε πελλό». Τον Μιαμηλιώτη τον γνωρίζει πολύ καιρό. Τόσο καλά που, και μεταφέρουμε αυτούσια τα λόγια του κατηγορούμενου: «αν έσιη κάποιο που με ξέρει με ξέρει εκείνος ο άνθρωπος και εγώ εκείνο. Μπορώ να σας πω ότι εγώ ξέρω πότε λέγει ψέματα εκείνος ο άνθρωπος και εκείνος εμένα».
Πάντως αν ισχύουν τα όσα μετέδιδαν τότε τα τουρκοκυπριακά μέσα τότε είναι ξεκάθαρο πως ο Παναγιώτης Νετζατί ήταν διπλός πράκτορας τόσο της ΜΙΤ όσο και της ΚΥΠ.
Οι απειλές ήταν καθημερινές, όπως και οι ανακρίσεις. Μεταφέρθηκε δέκα με δεκαπέντε περίπου φορές στα γραφεία του ΤΑΕ στο Παραλίμνι. Του έλεγαν συνεχώς ότι αν δεν παραδεχόταν θα τον σκοτώσουν.
Περιέγραψε στη συνέχεια δύο περιπτώσεις άγριου, κατ΄ ισχυρισμό του πάντα, ξυλοδαρμού του από την Αστυνομία.
Η πρώτη έλαβε χώρα μέσα στο αυτοκίνητο σε μία περίπτωση μεταφοράς του από τα κρατητήρια Παραλιμνίου και η δεύτερη - και πιο βάναυση-τρεις τέσσερις μέρες μετά, ήτοι το βράδυ της 4.9.06 και λίγο προτού μεταφερθεί στα γραφεία του ΤΑΕ Παραλιμνίου για ανάκριση.
Ήταν ουσιαστικός ο ισχυρισμός του ότι υπέγραψε τα αναφερόμενα στην πιο πάνω κατάθεση, έχοντας κακοποιηθεί άγρια προηγουμένως και υπό το κράτος φόβου για τη ζωή του.
Δέχθηκε ότι ουδέποτε παραπονέθηκε για τα βασανιστήρια που υπέστη, καθότι οι αστυνομικοί τον απειλούσαν να μην πει οτιδήποτε σε κανένα. Του έλεγαν ότι θα σκηνοθετούσαν απόδραση του και θα τον σκότωναν.
Ήταν επίσης κεντρικός άξονας των θέσεων του, όπως αυτές προβλήθηκαν κατά την κυρίως εξέταση του, ότι είναι η ίδια η Αστυνομία που τον οδήγησε στο χώρο ταφής του θύματος και ότι ουδέποτε ο ίδιος υπέδειξε οποιαδήποτε σκηνή.
Προέκταση της θέσης αυτής ήταν ότι οι αστυνομικοί τον εξανάγκαζαν να υπογράφει συνεχώς σε διάφορα έντυπα που του παρουσίαζαν και τα οποία είχαν συμπληρώσει προηγουμένως, χωρίς ποτέ ο ίδιος να γνωρίζει τι υπέγραφε ή να λέγει οτιδήποτε.
Ωστόσο το Δικαστήριο οι αναφορές του περί βασανιστηρίων και παρατυπιών είναι εκ των υστέρων σκέψεις και απέλπιδα προσπάθεια του να συγκαλύψει τα πραγματικά γεγονότα.
Hatjiali Emanet, Ertal
Για 23 ολόκληρα χρόνια καταζητείται από τις κυπριακές Αρχές ο 64χρονος Hatjiali Emanet, Ertal, ένας εκ των δύο δολοφόνων του ήρωα Σολωμού Σολωμού.
Εκείνο το μάυρο μεσημέρι της 14ης Ιουνίου 1996, ο Hatjiali μαζί με τον Κενάν Ακίν, εκτέλεσαν εν ψυχρώ τον Σολάκη, την ώρα που προσπάθησε να κατεβάσει την τουρκική σημαία από το οδόφραγμα Δερύνειας.
Ο Ακίν και ο Hatzjiali, εξακριβώθηκαν από την Αστυνομία ως τα πρόσωπα που εκτέλεσαν τον Σολωμού, ωστόσο το καθεστώς των κατεχομένων δεν τους παρέδωσε ποτέ για να δικαστούν για τη δολοφονία, όπως και στην περίπτωση του Παναγιώτη Νετζατί.
Αντίθετα, ο Ακίν διορίστηκε χρόνια αργότερα ως «υπουργός» Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ενώ ο Hatziali έφτασε στο αξίωμα του Αρχηγού Ειδικών Δυνάμεων.