Το προσφυγικό με το φακό της Κάτιας Χριστοδούλου

Η γνωστή φωτογράφος του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΚΥΠΕ), Κάτια Χριστοδούλου έχει απαθανατίσει με τον φακό της στιγμιότυπα από συγκλονιστικά συμβάντα που είχαν κτυπήσει τον τόπο μας. Τίποτα όμως δεν την έχει αγγίξει τόσο συναισθηματικά όσο το δράμα των προσφύγων που μπαίνουν στα φουσκωτά και τα σαπιοκάραβα για να σωθούν. Πρόσφυγας και η ίδια από το Παλαίκυθρο την θυμίζουν τα δικά της παιδικά χρόνια.  
 
 
«Έζησα την εισβολή και την προσφυγιά έτσι μπορώ να νιώσω και να αντιληφθώ το πόσο δύσκολα κάποιος ξεριζώνεται λόγω πολέμου, το τι σημαίνει να τρέχεις να σώσεις τη ζωή σου, καταλαβαίνω τα συναισθήματά τους. Κάποτε βλέπω τον εαυτό μου στα πρόσωπα των μικρών κοριτσιών».
 

Η Κάτια συνόδευσε τους Εθελοντές Γιατρούς Κύπρου στη Χίο πριν λίγες ημέρες. Αυτή θα ήταν όμως η δεύτερη φορά που ερχόταν αντιμέτωπη με τον αγώνα των προσφύγων. Η πρώτη ήταν τυχαία. Στη Λέσβο όπου βρισκόταν για διακοπές ήρθε αντιμέτωπη με το πρώτο μεγάλο κύμα αυτών των ανθρώπων και την πραγματικότητα του αγώνα επιβίωσης που δίνουν.
 
 
Βρέθηκε στις ακτές του νησιού όταν κατέφθαναν τα πρώτα φουσκωτά, όταν οι πρώτοι πρόσφυγες κατέβαιναν και φιλούσαν την γη μετά από ένα ριψοκίνδυνο ταξίδι, όταν έπαιρναν τα παιδιά τους αγκαλιά και έκλαιγαν από χαρά που έφτασαν όλοι μαζί στη στεριά.
 
Στη Χίο με τους Εθελοντές Γιατρούς Κύπρου
 


Με τους γιατρούς Κωνσταντίνο Μακρίδη (καρδιολόγο), Αναστάσιο Λοΐζο (ειδικευόμενο παιδιατρικής), και τον νοσηλευτή Λούη Λοΐζου, η Κάτια συναντά τους πρόσφυγες που κατά χιλιάδες φθάνουν καθημερινά στο νησί. Περισσότεροι από 40.000 μετανάστες έφτασαν το τελευταίο τρίμηνο.

 

 

Συνολικά η ομάδα εξέτασε μέσα σε λίγες ημέρες πέραν των 350 ασθενών κάθε ηλικίας, οι οποίοι κατά κύριο λόγο παρουσίαζαν συμπτώματα γαστρεντερίτιδας, λοιμώξεις του αναπνευστικού, επιπεφυκίτιδες και θλαστικά τραύματα.  

 

   

Μεγάλη συγκίνηση, όπως μας λέει η Κάτια, προκάλεσε στην ομάδα ένας Αφγανός πατέρας. Πέρασε δίπλα τους χωρίς να ζητά κάτι παρόλο που έβλεπε ότι υπήρχαν γιατροί. Στους ώμους του κουβαλούσε το ανάπηρο παιδί του που είχε κτυπηθεί από βλήματα στο κεφάλι ενώ δίπλα του περπατούσε η σύζυγός του και ακόμα ένα παιδί. «Όπως μάθαμε κουβαλούσε τον 16χρονο Μοχάμεντ με αυτό τον τρόπο σε όλες τις διαδρομές που έπρεπε να κάνουν πεζοί από το Αφγανιστάν μέχρι τη Χίο» αναφέρει η Κάτια. Η ομάδα αμέσως κινήθηκε και βρήκε από άλλες υπηρεσίες ένα τροχοκάθισμα φέρνοντας τεράστια ανακούφιση στην οικογένεια».

 

 

Στα φουσκωτά υπήρχαν όμως συχνά ανάπηροι όπως ένα νεαρό από τη Συρία που τραυματίστηκε όταν ρουκέτα κτύπησε το σπίτι του. Μαζί του ταξίδεψε και το τροχοκάθισμά του.

 

 

Ακόμα μια περίπτωση που άφησε πίσω της ερωτηματικά για το δράμα των προσφύγων ήταν η ιστορία μιας κοπέλας. Φαινόταν να υποφέρει σιωπηλά σε μια άκρη κι όταν την ρώτησαν για την κατάστασή της είπε ότι είχε κάνει μεταμόσχευση νεφρού δημιουργώντας έντονες υποψίες ότι πώλησε νεφρό για να κάνει το ταξίδι. Λόγω της ταλαιπωρίας και του ταξιδιού κινδύνευε να χάσει και τον δεύτερο.

 

 


Στις ακτές της Λέσβου


 Μεγάλος αριθμός προσφύγων φτάνει στις βόρειες ακτές της Λέσβου, σε μια γραμμή που εκτείνεται από την παραλία της Εφταλούς έως τη Σκάλα της Συκαμινιάς. «Το σκηνικό είναι σχεδόν πάντα το ίδιο» τονίζει η Κάτια. «Στις άκρες του φουσκωτού κάθονται οι άντρες και στη μέση βρίσκονται τα γυναικόπαιδα.

 

 

Μόλις φτάνουν κοντά στη ξηρά, δασκαλεμένοι από τους διακινητές, οι πρόσφυγες πετούν όποιο επίσημο έγγραφο κρατούν επάνω τους ενώ ένας θα βγάλει μαχαίρι και θα σχίσει το φουσκωτό για να μη τους στείλουν πίσω με αυτό. Μερικές φορές, με το που φτάνουν οι βάρκες, βρίσκονται ήδη εκεί κάποια άτομα που φαίνεται ότι έχουν ειδοποιηθεί, οι οποίοι σπεύδουν να πάρουν τις μηχανές».  

 

 

Φτάνοντας στη ξηρά η ανακούφιση των ανθρώπων δεν κρύβεται. Σκύβουν φιλούν γη,  γη, προσεύχονται, τρέχουν στους δικούς τους αγκαλιάζονται, κλαίνε. «Οι παραλίες με τα σωσίβια, δείχνουν ότι ένα ακόμα «δρομολόγιο» έφτασε στο τέλος του. Μόνο που για τους μετανάστες τώρα αρχίζει ένα πιο σκληρό και κουραστικό ταξίδι…» όπως περιγράφει η Κάτια.

 

 

«Πρέπει περπατώντας να φτάσουν στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Πρόκειται για ταξίδι 30-35 χλμ, με τα πόδια. Άλλοι φτάνουν στη Συκαμινιά, το χωριό του Στρατή Μυριβήλη, όπου εξουθενωμένοι βρίσκουν ανθρώπους -μεταξύ αυτών και ξένοι- οι οποίοι τους βοηθούν δίνοντάς τους νερό και τροφή.

 

 

Προσπαθώντας να βρουν μια ανάσα, ξεκουράζονται ξαπλώνοντας ακόμα και πάνω στο δρόμο. Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που θα προσφερθούν να τους μεταφέρουν οδικώς στη Μυτιλήνη, κάποιοι ίσως και με ένα οικονομικό αντάλλαγμα (έως και 50 ευρώ, σύμφωνα με πληροφορίες). Το ταξίδι είναι μακρύ και δύσκολο. Στην πορεία, σταματούν, κάποιοι ανάβουν φωτιές είτε για να στεγνώσουν τα ρούχα τους, είτε για να ζεσταθούν…

 

 

Κι όταν φτάνουν πια στη Μυτιλήνη, είναι εξουθενωμένοι αλλά και με την ελπίδα ότι σύντομα θα βρίσκονται σε ένα καράβι που θα τους αφήσει στον Πειραιά, για να συνεχίσουν από εκεί το ταξίδι τους για την κεντρική Ευρώπη».