«Εσκοτώσαν τον Μάρκο μας… Αγκαλιαστήκαμε τζαι είπαμε εμείναμε μόνες μας»

Το δίκαιο και η αγνότητα του αγώνα της ΕΟΚΑ κρύβεται πίσω από κάθε μικρή και μεγάλη ιστορία της περιόδου 1955-1959. Η στιγμή που ο Μάρκος Δράκος προσπαθεί να πείσει τη μητέρα του να του δώσει την ευχή της για τη συμμετοχή του στον αγώνα, τα πρώτα λεπτά μετά που οι αδερφές του έμαθαν για τη θυσία του, η αυταπάρνηση της κυρίας Αγάθης που τον φιλοξενούσε στο σπίτι τους, είναι μικρές ψηφίδες που συμπληρώνουν τα χρυσά γράμματα του θρυλικού έπους της ΕΟΚΑ.
 
Σήμερα συμπληρώνονται εξήντα τρία χρόνια από εκείνο το κρύο βράδυ του Χειμώνα του 1957, όταν ο Μάρκος Δράκος έπεφτε μαχόμενος από τα πυρά Βρετανών στρατιωτών στα βουνά της Ευρύχου. Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, στη Λεύκα, η οικογένεια του προσευχόταν και εκείνο το βράδυ, όπως και όλα τα προηγούμενα, ο Μάρκος τους, το καμάρι της οικογένειας, να είναι ασφαλής.
 
Η ανατίναξη της κυπριακής ραδιοφωνίας από την ομάδα του «Λυκούργου», όπως ήταν το ψευδώνυμό του, την 1η Απριλίου του 1955, η απόδραση από το Κάστρο της Κερύνειας, η μάχη στο Μερσινάκι, όπου έχασε τον σύντροφο του τον Μούσκο, είναι λίγο ή πολύ οι γνωστές ιστορίες της δράσης του Μάρκου Δράκου, που του χάρισε επάξια μια θέση στο Πάνθεον της ΕΟΚΑ.
 
Η αγωνία και ο φόβος, η μητρική στοργή και η αδελφική αγάπη είναι πτυχές που παραμένουν βαθιά φυλαγμένες από την οικογένεια του ήρωα. Οι αδερφές του, Μεγαλήνη και Μαρία, μίλησαν στον REPORTER και μοιράστηκαν το δράμα της οικογένειας αλλά και ολόκληρης της Λεύκας, του χωριού τους, μετά που τα κακά μαντάτα κυκλοφόρησαν.
 
Το «επήεν τζαι το Μαρκούι μας» του τσαγκάρη του χωριού, ο πόνος της μητέρας του συναγωνιστή του Μάρκου Δράκου, Νίκου Ιωάννου, που παρά το γεγονός ότι ο γιός της ήταν φυλακισμένος στην πτέρυγα των μελλοθανάτων, πήγε πρώτη να συμπαρασταθεί στην μάνα του Μάρκου Δράκου και τα «συλλυπητήρια» αλλά και η βεβαιότητα των Τουρκοκυπρίων συγχωριανών του, ότι το όνομα του θα γραφτεί στην ιστορία, αποδεικνύουν τον συναισθηματικό πλούτο της κυπριακής κοινωνίας και παράλληλα, την απόδειξη της μαζικής αποδοχής του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
 
Τα δύο χρόνια που ο Μάρκος αρνείτο πεισματικά, ακόμα και στις προτροπές των συναγωνιστών του, να πάει να επισκεφθεί τη μάνα και τις αδερφές του, αφού ήταν στην γύρω περιοχή, βρήκε μια άλλη μάνα να τον φροντίζει, της 92χρονη, σήμερα, γιαγιά, Αγάθη Δημοσθένους.
Βασικό στοιχείο του χαρακτήρα του Μάρκου Δράκου ήταν ο αλτρουϊσμός, η αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συναγωνιστών του πάντα έβαζε πάνω από όλα την ασφάλειά τους και υπό το φόβο να μην θέσει κάποιον τρίτο σε κίνδυνο, δεν πήγαινε να επισκεφθεί, κατά τη διάρκεια του αγώνα το πατρικό του.
 
Ο αλτρουισμός, όμως, αλλά πολύ παραπάνω ο εθελοντισμός, έννοιες που σήμερα εμφανίζονται ως νέες και προοδευτικές, ήταν εκείνα τα στοιχεία που βρήκε ο Μάρκος Δράκος στην οικογένεια του Μελή Δημοσθένους, που με τη σύζυγο του Αγάθη, τον φιλοξενούσαν, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους, αλλά και τη ζωή των παιδιών τους.
 
Με αυταπάρνηση και χωρίς κανένα δισταγμό, προσφέρθηκαν να κατασκευάσουν το κρησφύγετο μέσα στο ίδιο τους το σπίτι και, παρά το γεγονός ότι οι προδότες κατέδωσαν την οικία του Μελή και της Αγάθης ως τον χώρο που κρυβόταν ο Μάρκος Δράκος, αυτοί σαν βράχοι στάθηκαν μπροστά στους αποικιοκράτες και με απίστευτη πειθώ, έπεισαν τους Βρετανούς πως ο Μάρκος Δράκος δεν βρισκόταν εκεί.
 
Οι Βρετανοί έφτασαν στο σημείο να συλλάβουν τον Μελή Δημοσθένους, τον οποίον πέρασαν από φρικτά βασανιστήρια για να ομολογήσει πού έκρυβε τον Μάρκο Δράκο. Αυτός, όμως, ταγμένος να υπηρετήσει μέχρι τέλους τον σκοπό του αγώνα, δεν έβγαλε λέξη.
 
Η γυναίκα του, η κυρία Αγάθη, έμεινε στο σπίτι έχοντας να φροντίζει εκτός από τα τρία μικρά παιδάκια της και τον Μάρκο Δράκο. Μια νέα γυναίκα, μόνη, χωρίς βοήθεια και με τον βρετανικό κλοιό να στενεύει γύρω από την ίδια και το σπίτι της, στάθηκε αγέρωχη, προσπέρασε τις σκοπέλους αλλά και τις παγίδες που της έστησαν οι Άγγλοι.
 
Η ιστορία μέσα από τις αφηγήσεις της κυρίας Μεγαλήνης, της κυρίας Μαρίας και της κυρίας Αγάθης επιβεβαιώνουν πως ο αγώνας της ΕΟΚΑ, ήταν είναι και θα παραμείνει η κορυφαία στιγμή αγωνιστικότητας στην ιστορία του κυπριακού ελληνισμού. Δεν στρεφόταν ούτε κατά των Τουρκοκυπρίων, ούτε κατά των αριστερών, ούτε εναντίον οποιουδήποτε άλλου, παρά μόνο κατά των αποικιοκρατών, που μετά το διαβόητο «ουδέποτε» που εκστόμισε, στις 28 Ιουλίου 1954, στη βρετανική Βουλή, ο υφυπουργός Αποικιών, Χένρυ Χόπκινσον, άνοιξαν τον Ασκό του Αιόλου για να γραφτεί με χρυσά γράμματα η λαμπρότερη σελίδα στην ιστορία μας με την αποτίναξή τους από τον τόπο μας.
 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Η εκπαίδευση Νοσηλευτών επίκεντρο επιστολής προς υπ. Υγείας από αρμόδιους Συνδέσμους
Η θέση ΥΠΑΝ για τις καταγγελίες για σχολεία-«Μεμονωμένα περιστατικά, κοινωνικό φαινόμενο η βία»
Αλματώδης αύξηση της τιμής του πετρελαίου λόγω των εντάσεων στη Μέση Ανατολή
Στους 26 βαθμούς η θερμοκρασία με σκόνη στην ατμόσφαιρα
Έσπασαν το φράγμα των 7.000 τα παράπονα για τους δρόμους-Αποπερατώθηκε ένα στα τέσσερα προβλήματα
Οι τυχεροί αριθμοί της κλήρωσης του Τζόκερ
Δωρεάν μαθήματα σε ενήλικες προσφέρει η Σχολή Χαρακτικής Χαμπή
Πρόοδο στην προσπάθεια εμβάθυνσης της αγοράς κεφαλαιαγορών βλέπει ο Μισέλ
Υπ. Γεωργίας στην Σύνοδο Κοινοπολιτείας-«Συλλογική ευθύνη η προστασία ωκεανών»
Δήμος Λάρνακας: Σύντομα ο σχεδιασμός για Σχολή Θαλάσσιων Επιστημών ΤΕΠΑΚ