Σε διπλωματικό επίπεδο επικεντρώνονται οι εξελίξεις γύρω από το θέμα της κράτησης του 48χρονου Ρώσου με κυπριακό διαβατήριο, Ιγκόρ Γκρετσούσκιν, ο οποίος συνελήφθη στη Σόφια, στις 7 Σεπτεμβρίου, κατά την άφιξή του από την Κύπρο, αφού εναντίον του εκκρεμούσε διεθνές ένταλμα σύλληψης σε σχέση με την υπόθεση της φονικής έκρηξης στη Βηρυτό, το 2020, καθότι ήταν ο ιδιοκτήτης του πλοίου που μετέφερε το φορτίο στο Λίβανο.
Ο Λίβανος, μετά την ενημέρωση που έλαβε για τη σύλληψη του Γκρετσούσκιν, προχώρησε σε διαβήματα ώστε ο 48χρονος να εκδοθεί στη χώρα, για να δικαστεί για την υπόθεση, με τον υπουργό Δικαιοσύνης Αντέλ Νάσαρ να υπογράφει το αίτημα για έκδοση του από τη Βουλγαρία, το οποίο θα διαβιβαστεί στις Αρχές της χώρας, ώστε να ακολουθηθεί η ενδεδειγμένη διαδικασία. Η προετοιμασία του αιτήματος έκδοσης ξεκίνησε την περασμένη εβδομάδα από την Εισαγγελία του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, αφού ειδοποιήθηκε μέσω της Ιντερπόλ για τη σύλληψη του Γκρετσούσκιν.
Ο Νάσαρ αναφέρθηκε στη συνεργασία και στον συντονισμό με τη Βουλγαρία επί του θέματος, ενώ συμφώνησαν με τον Πρέσβη της χώρας για να βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία, με σκοπό την παράδοση του κρατουμένου το συντομότερο δυνατό, γνωρίζοντας ότι υπάρχει συνθήκη για έκδοση καταζητούμενων μεταξύ Βουλγαρίας και Λιβάνου.
Έχοντας αναλάβει την αποστολή του φακέλου στις βουλγαρικές αρχές μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών, ο Νάσαρ δήλωσε σε μέσα ενημέρωσης του Λιβάνου, ότι σχεδίαζε να επικοινωνήσει άμεσα με τον υπουργό Εξωτερικών Τζο Ρατζί.
Σημειώνεται ότι το Δικαστήριο της Βουλγαρίας που ανέλαβε την υπόθεση θα πρέπει να λάβει την απόφαση για έκδοσή του μέχρι τις 17 Οκτωβρίου, όταν εκπνέει και η 40ημερη διορία που δίδεται με βάση το Νόμο.
Πρώτη αντίδραση από τη Ρωσία
Την ίδια ώρα, διαβήματα προκύπτουν και από πλευράς της Ρωσίας, με τη ρωσική πρεσβεία να αποστέλνει επίσημη διακοίνωση στο Υπουργείο Εξωτερικών της Βουλγαρίας σχετικά με την υπόθεση του Ιγκόρ Γκρετσούσκιν.
Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι η Μόσχα παρακολουθεί στενά την κατάσταση και απαιτεί από τη Βουλγαρία να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την κράτηση του πολίτη της.
Από πλευράς της Κύπρου, δεν έχει προκύψει προς το παρόν οποιαδήποτε τοποθέτηση σε επίπεδο Κυβέρνησης, δεδομένου ότι πρόκειται για πολίτη με κυπριακό διαβατήριο. Η μοναδική επίσημη τοποθέτηση επί του θέματος προήλθε από την Αστυνομία, με αρμόδια πηγή να τοποθετείται στον REPORTER, σε σχέση με τους λόγους που δεν εκτελέστηκε το διεθνές ένταλμα σε βάρος του Γκρετσούσκιν.
Όπως εξήγησε, οι Αρχές εκτελούν εντάλματα όταν η Κύπρος διαθέτει διακρατικές συμφωνίες με τις χώρες που ζητούν την έκδοσή τους, πράγμα που στην περίπτωση του Λιβάνου δεν υφίσταται. Κληθείσα η ίδια πηγή να απαντήσει για το κατά πόσον η συγκεκριμένη παράμετρος ισχύει ανεξαρτήτως του αδικήματος που διέπραξε, απάντησε καταφατικά, ξεκαθαρίζοντας μάλιστα ότι το ζήτημα που προκύπτει είναι λόγω των συμφωνιών και όχι αναλόγως αδικήματος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Συνελήφθη 48χρονος Ρώσος επιχειρηματίας που διέμενε στη Λεμεσό για την ισχυρή έκρηξη στη Βηρυτό το 2020-Ταξίδεψε από την Πάφο
Η έκρηξη στη Βηρυτό
Σημειώνεται ότι η έκρηξη στη Βηρυτό σημειώθηκε στις 4 Αυγούστου 2020 και θεωρείται ως μια από τις ισχυρότερες μη-πυρηνικές εκρήξεις στην ιστορία, καθώς πέραν των 220 νεκρών, προκάλεσε τον τραυματισμό σχεδόν άλλων 6.000 ατόμων στην πρωτεύουσα του Λιβάνου, και τεράστιες καταστροφές, που άφησαν άστεγους περίπου 300.000 ανθρώπους.
Ακολούθως, όπως καταγράφουν δημοσιεύματα στον ελλαδικό Τύπο, Λιβανέζος δικαστής εξέδωσε μέσω της Ιντερπόλ ένταλμα σύλληψης τόσο για τον Γκρετσούσκιν, όσο και για τον ρωσικής καταγωγής καπετάνιο του πλοίου, Μπορίς Προκόσεφ, ο οποίος καταφέρθηκε κατά του 48χρονου, λέγοντας, «για μένα είναι ένοχος για εγκατάλειψη του πλοίου και τη μη καταβολή των μισθών μας, αλλά η ευθύνη για την έκρηξη στη Βηρυτό βαραίνει εντελώς εκείνους που ήταν επικεφαλής του λιμανιού στον Λίβανο. Θέλουν απλώς να μετακυλήσουν τις ευθύνες».
Το φονικό φορτίο των 2.750 τόνων νιτρικής αμμωνίας κατασχέθηκε το 2014 από το υπό σημαία Μολδαβίας πλοίο Rhosus, ενώ έπλεε από το Μπατούμι της Γεωργίας προς τη Μοζαμβίκη.
Οι αρχές του Λιβάνου φέρονται να έκριναν μη αξιόπλοο το πλοίο, που είχε ναυπηγηθεί προ 40 ετών, και το κατέσχεσαν, ενώ έθεσαν υπό κράτηση και το δεκαμελές πλήρωμά του. Οι ναύτες διαμαρτυρήθηκαν επειδή ο Γκρετσούσκιν ισχυρίστηκε ότι είχε χρεοκοπήσει και είχε «εγκαταλείψει το πλοίο» - ξεκινώντας απεργία πείνας πριν τελικά τους επιτραπεί να βγει στην ξηρά.
Ο Γκρετσούσκιν φέρεται να πλήρωσε ένα «τεράστιο πρόστιμο» για τη μεταφορά του φορτίου, το οποίο οδήγησε στην πτώχευσή του και αργότερα μετακόμισε με τη σύζυγό του και τον γιο τους στη Λεμεσό, όπου ζουν σύμφωνα με εκτιμήσεις περί τους 50.000 Ρώσοι.